Τι έδειξαν οι συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις της Πέμπτης
του Τάσου Βαρούνη
Ήταν μια μέρα όπου αρκετές χιλιάδες άνθρωποι εξέφρασαν τη δυσαρέσκειά τους σε αυτό που ζουν και αυτό που έρχεται. Ήταν σημαντικό και ίσως το είχαμε κι ανάγκη. Ήταν παράδοξο -ένδειξη της ρευστότητας- ότι οι περισσότεροι συμμετέχοντες στην απεργία μόλις λίγους μήνες πριν είχαν ψηφίσει τη σημερινή κυβέρνηση. Στη συγκέντρωση: Κυρίως αριστερές οργανώσεις και συνδικαλιστικές παρατάξεις, αρκετά σωματεία χωρίς όμως ιδιαίτερο κόσμο, φοιτητές διαφόρων αριστερών σχημάτων και ένα κομμάτι αντιεξουσιαστών με αρκετούς πιτσιρικάδες.
Δεν ήταν, όμως, τόσο μια λαϊκή διαδήλωση με σχετικά διακριτό πρόσημο (π.χ. ενάντια στην κυβέρνηση ή το μνημόνιο) όσο μια δήλωση του τύπου «είμαστε εδώ» -ή και «ξανά είμαστε εδώ»- και μάλιστα με αρκετή δόση αυτοαναφορικότητας. Αν και σε τελική ανάλυση «οφθαλμαπάτη», κάθε κομμάτι διαδήλωνε για το δικό του, αδιάφορα εάν αυτό ήταν ο σοσιαλισμός ή η αναγνώριση της πολυτεκνίας. Οι ντουντούκες φώναζαν τα γνωστά συνθήματα για το γρανάζι που δεν γυρνά χωρίς τον εργάτη, για τις ρήξεις, για τα αφεντικά, για το βήμα πίσω που ποτέ δεν θα κάνουμε, για το 3ο Μνημόνιο που δεν θα γίνει αποδεκτό κ.ο.κ. Στην πραγματικότητα βέβαια -με εξαίρεση ελάχιστους «οργανωμένους»- όλα αυτά δεν «έπιαναν» και πολύ, ήταν μονάχα η βιτρίνα. Γιατί αφενός θα μπορούσαν να ακούγονται εις τον αιώνα τον άπαντα, αφετέρου είναι και η κατάσταση πνευμάτων που τους δίνει ενίοτε πνοή και νόημα.
Για να μην αναφέρουμε και το πιο βασικό: Η χώρα πεθαίνει και οποιοσδήποτε νοήμων άνθρωπος καταλαβαίνει πως δεν θα τη γλιτώσει, πως δεν θα περισωθεί ο κλάδος του, πως η καταστροφή είναι τόσο γενικευμένη που το πρόβλημά «του» δεν θα επιλυθεί ξεκομμένο. Βαθιά μέσα μας συναισθανόμαστε ότι απαιτείται πολιτικός αγώνας και προσπάθεια αυξημένων απαιτήσεων. Όταν έχουν γίνει δεκάδες γενικές απεργίες τα τελευταία χρόνια, όταν η ελπίδα από ένα κόμμα της Αριστεράς που εξέφρασε δυνατότητες και πόθους του πραγματικού κινήματος έγινε «τα ίδια Παντελάκη μου…», είναι επόμενο ότι ο πήχης έχει ανέβει κατά πολύ. Πόσο μάλλον όταν και η ίδια η ένταση και η ποιότητα των προβλημάτων (π.χ. γεωπολιτικά) έχει οξυνθεί. Αλλά και γιατί το «υπαρξιακό ζήτημα» απαιτεί πολιτικές πολύ ευρύτερες -ή και σε πόλεμο- με τον διεκδικητισμό και την επικέντρωση στην «οικονομία».
Έτσι, ιδιαίτερος παλμός δεν υπήρχε και μάλλον περισσότερη ήταν η αμηχανία, η συζήτηση και ο σκεπτικισμός παρά κάποιος αγωνιστικός θυμός ή μια αποφασιστικότητα. Παρ’ όλα αυτά, το κλίμα δεν ήταν μίζερο, το σχετικό «ξεμούδιασμα» ήταν ενθαρρυντικό και δείχνει ότι η χώρα δεν θα κυβερνηθεί από την τερατόικα και τον ΣΥΡΙΖΑ με ηρεμία, τάξη και με τη συναινετική γραμμή της κυβέρνησής «μας». Είναι, επίσης, σίγουρο ότι αυτά που συζητιούνται στα πηγαδάκια και τις παρέες είναι συχνά πιο γόνιμα και ειλικρινή -βασικό αυτό- από την μετάφρασή τους σε αγωνιστικά μπλοκ, συνθήματα αλλά και τη νουθεσία τους από τους «φορείς» και τις «διεργασίες» τους. Με μια δόση υπερβολής, είναι σαν να υπάρχει ένα «κινηματικό πολιτικό σύστημα» εκκωφαντικά αναντίστοιχο με τις ανάγκες της περιόδου, που όμως είναι το μόνο αναγνωρίσιμο σημείο αναφοράς.
Πώς βάφονται τα αυγά;
Μάλλον κάτι άλλο χρειαζόμαστε. Κάτι μη αναμενόμενο και κάτι φρέσκο, πέρα δηλαδή από τα κάθε λογής πρωτόκολλα: Είτε αυτά αφορούν τις κλασικές γραφειοκρατίες, είτε τα «μαχητικά μπλοκ», είτε τις φωτογραφίες στην πρώτη γραμμή, είτε τις φαντεζί μολότοφ. Καμιά βιασύνη της «πράξης» και της «κίνησης» δεν μπορεί να ξεπεράσει το χώνεμα τού τι έγινε και τι έλειψε. Είμαστε αναγκασμένοι -ας μιλήσουμε για την Αριστερά γενικώς- να ζοριστούμε από τη λαϊκή θυμοσοφία ότι «με πορδές δεν βάφονται αυγά». Ίσως χρειάζεται να αναρωτηθούμε περισσότερο για το χαρακτήρα του «εμείς» κι εκεί πάνω να ορίσουμε την αντίθεσή μας στη μεταλλαγμένη Αριστερά και τη μνημονιακή αριστερή κυβέρνηση.
Κατά τα άλλα, η φθορά του Τσίπρα, παρά τα αριστεροδέξια, θα συνεχιστεί. Γιατί η κοροϊδία και ο χειρισμός θα συναντά την πεζή πραγματικότητα. Μα όπως συχνά αναφέρεται και από τις στήλες του Δρόμου, αυτό που συγκρατεί τα πράγματα είναι η έλλειψη -έστω η αξιοπρεπής δοκιμασία- μιας εναλλακτικής πρότασης. Όχι του τύπου «έξω από το ευρώ», «εμείς θα καταργήσουμε τα μνημόνια» ή «εμπρός για γενική απεργία διαρκείας». Κοινώς, σαν να μην πέρασε μια μέρα, όταν αντιθέτως έχουν εγγραφεί τόσα πράγματα στις συνειδήσεις των ανθρώπων και των αγώνων.
Τα ερωτήματα, λοιπόν, προκύπτουν αβίαστα: Γιατί κάποιος να απεργήσει και γενικώς να αγωνιστεί; Ποιος ελπίζει πραγματικά σε κάτι; Τι σηματοδοτεί η απουσία των νεότερων ανθρώπων από τις κινητοποιήσεις; Δεν είναι τόσο εύκολη η απάντηση, τουλάχιστον αν θέλουμε να αποφύγουμε τις βαρετές κοινοτοπίες για τις μητέρες των μαχών, για τη νέα αρχή της λαϊκής πάλης, για το μήνυμα που δόθηκε, για τη μεγαλειώδη συγκέντρωση του τάδε, για τα ποσοστά συμμετοχής κ.λπ.