σκίτσο του Βαγγέλη Παπαβασιλείου
Σενάρια για ραγδαίες πολιτικές εξελίξεις εν μέσω παιχνιδιών, εκβιασμών αλλά και δισταγμών
Του Γιώργου Παπαϊωάννου
Κι όμως, λίγες μέρες μετά τον κυβερνητικό εορτασμό των εκλογών του Ιανουαρίου του 2015 και λίγους μόνο μήνες μετά από αυτές του Σεπτεμβρίου (που δεν αναμένεται να εορταστούν ποτέ…) τα σενάρια προσφυγής στις κάλπες επανέρχονται! Μετά τον ελληνικό Τύπο (Εκλογές; Γιατί όχι; αναρωτήθηκε, επιδεικνύοντας άνεση ο Στ. Ψυχάρης από το κεντρικό άρθρο του Βήματος της προηγούμενης Κυριακής) ήρθε και η σειρά του, έστω και κίτρινου, γερμανικού να κάνει λόγο για επερχόμενες εκλογές στην Ελλάδα. Δίπλα, βεβαίως, στα σενάρια των εκλογών, επανέρχονται, ακόμα και μέσα από τις βροντερές διαψεύσεις τους, και εκείνα των κυβερνήσεων ευρύτερης από τη σημερινή ή και «οικουμενικής» σύγκλισης.
Όπου υπάρχει καπνός, υπάρχει -ως γνωστόν- και φωτιά. Ή έστω και καπνογόνο… Με άλλα λόγια, τα σενάρια ραγδαίων πολιτικών εξελίξεων, είτε επιβεβαιωθούν είτε όχι, υποδηλώνουν διεργασίες, προθέσεις, εκβιασμούς και σίγουρα μεγάλα προβλήματα και αδιέξοδα για το εγχώριο πολιτικό σύστημα. Δεν θα μπορούσε να εξηγηθεί αλλιώς πώς είναι δυνατόν, ελάχιστους μήνες μετά τις τελευταίες εκλογές που έγιναν για να αποκατασταθεί η πολιτική σταθερότητα και να εφαρμοστεί απρόσκοπτα το 3o Mνημόνιο, να εμφανίζεται το πολιτικό σκηνικό κάθε άλλο παρά σταθεροποιημένο.
Φυσικά, βασικός παράγοντας για τα νέα σενάρια είναι η ραγδαία πτώση της δημοτικότητας του ΣΥΡΙΖΑ. Οι κινητοποιήσεις κρίσιμων κοινωνικών κατηγοριών και κυρίως η γενικότερη δυσφορία και απογοήτευση των πολιτών που τον είχαν στηρίξει τα τελευταία χρόνια, κάνουν το κόμμα του Αλ. Τσίπρα να δείχνει όλο και πιο απομονωμένο, χωρίς συμμάχους σε κοινωνικό επίπεδο. Όσο κι αν θέλουν να το ξεχνούν οι σημερινοί διαχειριστές του, ο ΣΥΡΙΖΑ εκτόξευσε την πολιτική και εκλογική του επιρροή βασιζόμενος σε μια κοινωνική συμμαχία των φτωχών και μεσαίων στρωμάτων που βρέθηκαν στο στόχαστρο της τρόικας. Δεν μπορεί να μείνει χωρίς συνέπειες η προσπάθεια του Μαξίμου να πείσει σήμερα ότι η συμμαχία αυτή είναι ετερόκλητη και να καλεί τους ήδη κατεστραμμένους «μικροαστούς» ξανά στο ταμείο, δήθεν σαν υποστηρικτής των «πιο αδύνατων» που φυσικά εξακολουθούν να υποφέρουν κάπου μεταξύ ανεργίας και ανέχειας.
Την ίδια στιγμή, η «σκληρή διαπραγμάτευση» στο εξωτερικό δεν φέρνει κανένα αποτέλεσμα, ο Σόιμπλε επιμένει στην «εφαρμογή, ηλίθιε» και τα σενάρια Grexit μπαινοβγαίνουν στο «ψυγείο» μαζί με τα φρέσκα περί εξόδου από τη Σένγκεν. Η προηγούμενη κυβερνητική αφήγηση ότι τον Φεβρουάριο θα έκλεινε αναίμακτα η αξιολόγηση και θα συζητούσαμε για το χρέος, μοιάζει με κακόγουστο αστείο μπροστά στην πραγματικότητα που θέλει το κουαρτέτο να σχεδιάζει ήδη τα επόμενα μέτρα και εκπροσώπους του να κάνουν ήδη λόγο για 4ο Μνημόνιο!
Επικοινωνιακή τρικυμία…
Αυτό είναι το περιβάλλον του πολιτικού και οικονομικού αδιεξόδου στο οποίο προσκρούουν οι αυταπάτες που προσπάθησε και πάλι να καλλιεργήσει το κυβερνητικό επιτελείο, υποσχόμενο εύκολες λύσεις για όλα τα θέματα, διαβάζοντας και πάλι ανάποδα τους συσχετισμούς και τις εξελίξεις στην Ελλάδα, την Ευρώπη και την ευρύτερη περιοχή.
Το αδιέξοδο αυτό είναι που προκαλεί τρικυμία στην επικοινωνιακή τακτική της Κουμουνδούρου. Ενδεικτική ήταν η αντιμετώπιση της πρόσφατης απεργιακής κινητοποίησης με τον ΣΥΡΙΖΑ να διχάζεται κάπου ανάμεσα στην καταγγελία της ανίερης συμμαχίας που θέλει (…αλά Χιλή) να ρίξει την κυβέρνηση και στην υποστήριξη της απεργίας ως διαπραγματευτικού όπλου στη μάχη με τους δανειστές! Φυσικά, αν θέλουμε να είμαστε πιο αυστηροί, δεν πρόκειται παρά για τα απόνερα (σε μια κουταλιά νερό) της πραγματικής τρικυμίας που δεν είναι άλλη από αυτή που καθημερινά βιώνει η κοινωνία.
Τα σενάρια, όμως, για τη διαχείριση της κατάστασης, αντιμετωπίζουν όλα σοβαρά προβλήματα, καθώς καμιά λύση δεν είναι εύκολη και χωρίς συνέπειες. Η βασική αιτία πίσω από τις δυσκολίες είναι ότι όλοι οι πολιτικοί μικρο-παίκτες της «αποικίας» προσπαθούν συνεχώς να ισορροπήσουν στο τεντωμένο σκοινί του πολιτικού σκηνικού συνδυάζοντας τις απαιτήσεις των δανειστών, τις οποίες έχουν με κάθε τρόπο δηλώσει ότι θα σέβονται, με τη δική τους πολιτική επιβίωση.
Στρίβειν… διά της κάλπης;
Έτσι, ο Αλέξης Τσίπρας ενώ έχει βασίσει όλη του την πολιτική συμπεριφορά στην αποδοχή ότι δεν υπήρχε εναλλακτική, καταλαβαίνει ότι κάνοντας ό,τι του παραγγείλουν Βερολίνο και Βρυξέλλες, κινδυνεύει να έχει την τύχη του Γ. Παπανδρέου κατασπαταλώντας σε μικρή ηλικία κάθε πολιτικό κεφάλαιο. Έτσι, αντιδρά στα σενάρια οικουμενικών σχημάτων που -μετά και την πρόσφατη ήττα του καραμανλικού μπλοκ- συνδέονται αναπόφευκτα με δικό του παραγκωνισμό, ψάχνει συμμαχίες στη Βουλή χωρίς αμφισβήτηση του δικού του ρόλου και τελευταία φαίνεται να εξετάζει εισηγήσεις για ηρωική έξοδο μέσω κάλπης, ώστε να δραπετεύσει από τον εγκλωβισμό στον οποίον τον έχουν οδηγήσει οι δικές του επιλογές.
Χαρακτηριστική είναι και η περίπτωση του Κ. Μητσοτάκη που επιδίδεται, επίσης, σε ασκήσεις ισορροπίας: Αποφεύγει να στηρίξει μέτρα που σε άλλες συνθήκες θα υποστήριζε. Ξορκίζει, προς το παρόν, τα οικουμενικά σενάρια που η «μεγάλη σύμμαχος» του Βερολίνου φαίνεται σαφώς να προκρίνει. Αλλά και την ίδια στιγμή που καταγγέλλει την «πιο επιβλαβή κυβέρνηση της μεταπολίτευσης», προτιμά την…κομματική ανοικοδόμηση από τις εκλογές και μια πιθανή επικράτηση επί του Αλ. Τσίπρα. Καλύτερα για αυτόν, να συνεχίζει ο ΣΥΡΙΖΑ να πληρώνει το κόστος των επιλογών του, κρατώντας τον «μουτζούρη» της διακυβέρνησης, από το να πιάσει εκείνος τώρα την καυτή πατάτα και να έχει να αντιμετωπίσει έναν (ξανά αντιμνημονιακό;) ΣΥΡΙΖΑ στην αντιπολίτευση. Μύλος…
Αλλά και τα κόμματα του αντιπολιτευόμενου Κέντρου (ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι κυρίως και λιγότερο ο -φέρων και το σχετικό brand name- Β. Λεβέντης) πολιτεύονται φοβούμενοι όπως ο διάολος το λιβάνι τη συμμετοχή σε κεντροαριστερά σχήματα υπό τον Αλέξη Τσίπρα, που θα οδηγούσε σε αποδοχή της δικής του πρωτοκαθεδρίας στο χώρο.
Χωρίς τον ξενοδόχο;
Έτσι, έχουμε και λέμε: Οικουμενική με Τσίπρα δεν φαίνεται να θέλει κανείς εκτός από τον ίδιο (άντε και τον Λεβέντη…) που όμως δεν μπορεί να την κάνει μόνος του. Οικουμενική χωρίς Τσίπρα δεν θέλει εκείνος και δεν μπορούν εύκολα να του την επιβάλουν ακόμα. «Κεντροαριστερή» κυβέρνηση γίνεται μόνο με κυρίαρχο τον ΣΥΡΙΖΑ αλλά δεν την θέλει η υπόλοιπη «κεντροαριστερά». Και τέλος, εκλογές δεν θέλει κανείς εκτός ίσως από τον σημερινό πρωθυπουργό και κάποιους στο περιβάλλον του, περισσότερο ως λύση διαφυγής και διατήρησης ενός πολιτικού κεφαλαίου προς αξιοποίηση στο μέλλον.
Δεν είναι, όμως, τόσο βελούδινο και το σενάριο της προσφυγής στις κάλπες. Έχει το αβαντάζ της δραπέτευσης από μια δύσκολη κατάσταση. Αλλά μην ξεχνάμε ότι όλο το κυβερνητικό story βασίστηκε στο «εμείς δεν δραπετεύουμε από την πραγματικότητα». Χώρια που, αν ο λαός σύρθηκε μια φορά με μεγάλη απροθυμία στις εκλογές του Σεπτεμβρίου και η αποχή γιγαντώθηκε, τι θα συμβεί στην περίπτωση νέων εκλογών που θα μοιάζουν ακόμα περισσότερο χωρίς κανένα άλλο νόημα πέρα από την εξυπηρέτηση «πολιτικάντικων» παιχνιδιών;
Σε κάθε περίπτωση, υπάρχει ένας παράγοντας που είναι καθοριστικός για τις εξελίξεις, πολύ περισσότερο από όσους παίζουν την κολοκυθιά για το τι θα γίνει και ποιος θα επωμιστεί το κόστος του Μνημονίου που όλοι μαζί ψήφισαν. Ο παράγοντας αυτός δεν είναι φυσικά άλλος από τους σχεδιασμούς και τις επιδιώξεις των «μεγάλων συμμάχων» στην Ευρώπη αλλά και στην απέναντι μεριά του Ατλαντικού. Στην περίπτωση του Σεπτεμβρίου, είναι φανερό ότι ειδικά το Βερολίνο «έκλεισε το μάτι» ή έστω έκανε τα στραβά μάτια για να στηθούν κάλπες. Αυτές όμως θα γίνονταν για ευθυγράμμιση με το τρίτο Μνημόνιο, ενώ τώρα θα σήμαιναν οριακά παιχνίδια με την σταθερότητα που επιδιώκουν οι «δανειστές». Θα μείνει σε αυτές τις συνθήκες χώρος για πρωτοβουλίες και αιφνιδιασμούς από τους εγχώριους διαχειριστές; Σε κάθε περίπτωση, βρισκόμαστε εν αναμονή εξελίξεων και αποφάσεων διάφορων παραγόντων και ταυτόχρονα η πολιτική αποσταθεροποίηση εξακολουθεί να δίνει τον τόνο, έξι περίπου χρόνια μετά την είσοδο της χώρας σε ειδικό καθεστώς.