Α. Ντινόπουλος: Ποια είναι η στιγμή που αισθάνεσαι περισσότερο, ας πούμε, να εκφράζεσαι πιο δυνατά, πιο έντονα;
Τάκης: Να κάθομαι και να κοιμάμαι.
-Εδώ πέρα ε;
-Ναι.
-Πώς κοιμάσαι εδώ;
-Πώς κοιμάμαι; Κλείνω τα μάτια μου και κοιμάμαι.
-Και βλέπεις κάποια όνειρα; Τι είναι;
-Βλέπω, ναι.
-Σαν τι;
-Κύκλους.
-Οι οποίοι γυρνάνε πώς;
-Τι;
-Γυρνάνε οι κύκλοι αυτοί; Τι ακριβώς…
-Έτσι (σ.σ. με χορευτική κυκλική κίνηση του χεριού)
Το παραπάνω απόσπασμα είναι από τη θρυλική συνέντευξη (με την οποία, να ‘ναι καλά οι άνθρωποι, έχει γελάσει χιλιάδες κόσμος) του Αργύρη Ντινόπουλου, νυν υπουργού Εσωτερικών της ταλαίπωρης χώρας μας, με έναν «ρέιβερ», εν έτει 1995. Και προκύπτει αβίαστα το ερώτημα: Γιατί έγινε υπουργός ένα τέτοιο άτομο; Και βέβαια, για να μην αδικούμε κανέναν, έχουν δει τα μάτια μας απίστευτα μπουμπούκια (και μπουμπούκους) σε υπουργικές, βουλευτικές, προεδρικές (μέχρι και πλανητάρχες!) και άλλες πολλές θέσεις ευθύνης, τα ονόματα τα ξέρουμε όλοι. Και το πρόβλημα είναι ακριβώς αυτό, ότι είναι σε θέσεις ευθύνης. Δεν με ενοχλούν σαν άνθρωποι γενικώς, με ενοχλεί που παίρνουν αποφάσεις από τις οποίες επηρεάζεται η ζωή όλων μας. Και το κυριότερο ότι μεταφέρουν τη γελοιότητα στην επίσημη πολιτική του κράτους. Διότι, θα μπορούσε ένας άνθρωπος στην παρέα του ή στο καφενείο (σε έναν χώρο που δεν πειράζει δηλαδή) να είναι γελοίος και να είναι όλα εντάξει. Όταν όμως η γελοιότητα μεταφράζεται σε πολιτικές αποφάσεις και νόμους τότε έχουμε μεγάλο πρόβλημα.
Και έρχεται το δεύτερο ερώτημα: γιατί αγαπητέ μου συνάνθρωπε αφήνεις (ή ακόμα χειρότερα, προκρίνεις) να μας κυβερνούν άνθρωποι που είναι ακατάλληλοι για κάτι τέτοιο; Που δεν θα τους εμπιστευόσουν ούτε να πάνε μέχρι το περίπτερο να σου πάρουν τσιγάρα; Διότι όλους αυτούς κάποιους τους εκλέγει, σαφώς υπάρχουν οι καλπονοθευτικοί νόμοι αλλά κάποιοι τους στηρίζουν.
Αυτό που περιγράφουμε είναι κομμάτι του σύνθετου κοινωνικού μας προβλήματος. Τόσα χρόνια παρακολουθούμε σαν κοινωνία να επαναλαμβάνονται τα ίδια μοτίβα (δείτε την ομοιότητα των κραυγών τρομοκράτησης της σημερινής κυβέρνησης με τις αντίστοιχες αφίσες του Λαϊκού Κόμματος τη δεκαετία του ’50) κι όμως αυτά συνεχίζονται με αμείωτη ένταση!
Ποια είναι η λύση; Καθόλου εύκολη. Καταρχάς η συνειδητοποίηση της κατάστασης (με όσο πόνο και θλίψη αυτό μπορεί να επιφέρει), ώστε στη συνέχεια να προχωρήσει η παράλληλη και αλληλοεμπλεκόμενη διαδικασία της ατομικής και συλλογικής χειραφέτησης. Μιας και κάτι τέτοιο χρειάζεται χρόνο, ένα καλό πρώτο βήμα, για το θέμα που συζητάμε, θα ήταν να προσέχουμε πάρα πολύ ποιους επιλέγουμε να μας εκπροσωπούν και διοικούν, σε όλα τα επίπεδα της κοινωνικής ζωής. Δεν είναι απλά θέμα επιλογής κόμματος ή κυβέρνησης. Άλλωστε η γελοιότητα, καθώς και η βλακεία όπως ορθά και απολαυστικά αναλύει ο Cipolla στο Δοκίμιο περί ανθρώπινης βλακείας, είναι διαταξική και διαπαραταξιακή. Άπειρα παραδείγματα έχει ο καθένας μας από τους χώρους που κινείται. Ας προωθήσουμε λοιπόν παντού μια συμμαχία σοβαρών και λογικών ανθρώπων. Μπορούμε να την ονομάσουμε -έτσι για να βοηθήσουμε και τις εταιρίες δημοσκοπήσεων- «Κανένας».