Τα αλλεπάλληλα συγκρουσιακά γεγονότα μας κρύβουν τη μεγάλη εικόνα
του Σωτήρη Ρούσσου*
Η ανάλυση των λεγόμενων γεωπολιτικών εξελίξεων της συγκυρίας μας εμποδίζει να δούμε την ευρύτερη εικόνα. Στην περίπτωση του πολιτικού Ισλάμ, της Μέσης Ανατολής και της τζιχαντιστικής πολιτικής βίας τα γεγονότα είναι τόσο πυκνά (και τόσο, δυστυχώς, αιματηρά) που μας οδηγούν στην ανάλυση των άμεσων αιτιών, στην κοινωνική και πολιτική σκιαγράφηση των πρωταγωνιστών, ατόμων και οργανώσεων. Αυτό μας στερεί τη μικρή ρωγμή του χρόνου όπου θα αναστοχαστούμε πάνω στα γεγονότα και θα αρχίσουμε τις μικρές εκείνες συνδέσεις για να φτάσουμε στη μεγάλη εικόνα. Τα όσα συμβαίνουν στην Μέση Ανατολή, αλλά και σε άλλες περιοχές του κόσμου, μας οδηγούν στην ανάδειξη τριών τύπων αμφισβήτησης του νεωτερικού status quo.
Πρώτον, διακρίνουμε την αμφισβήτηση του έθνους-κράτους με τη μορφή που το είδαμε να δημιουργείται κατά τον 19ο και 20ό αιώνα, είτε ως πρόταγμα κοινωνικο-πολιτικής χειραφέτησης είτε ως ιμπεριαλιστικό, αποικιακό και μετα-αποικιακό πρόγραμμα. Μέχρι τις πρόσφατες αραβικές εξεγέρσεις, η διαπίστωση αυτή αφορούσε τη διάβρωση του έθνους-κράτους από υπερεθνικούς μη κρατικούς δρώντες, το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο, πολυεθνικές εταιρείες, μη κυβερνητικές οργανώσεις, υπερεθνικές εγκληματικές οργανώσεις, ισχυρές προσωπικότητες, υπερεθνικά κινήματα κοινωνικής αντίστασης ή καλύτερα κοινωνικού «βέτο» (με την έννοια ότι έχουν πολύ περισσότερο χαρακτήρα αντίδρασης παρά ολοκληρωμένης στρατηγικής για μια άλλη οργάνωση της κοινωνίας). Η εσωτερική αμφισβήτηση του έθνους-κράτους έρχεται επίσης από την κατάρρευση των δομών κοινωνικής προστασίας που είχαν διαμορφωθεί ως βασικοί θεματοφύλακες της κοινωνικής τάξης (order) και, ως εκ τούτου, και της ισχυρής εσωτερικής κυριαρχίας. Η κοινωνική κατάρρευση στην Ελλάδα των μνημονίων, μεγάλες θεομηνίες και λοιμοί σε άλλες χώρες, δείχνουν τον τρόπο με τον οποίο η αποδυνάμωση του κοινωνικού κράτους «προσκαλεί» εξωτερική παρέμβαση που διαβρώνει την εσωτερική κυριαρχία.
Αμφισβήτηση του έθνους-κράτους
Τα παραδείγματα όμως των συγκρούσεων στη Συρία, στο Ιράκ, στη Λιβύη, στην Υεμένη μας οδήγησαν σε μια άλλη, πολύ πιο πρακτική και χειροπιαστή αμφισβήτηση του έθνους-κράτους. Εδώ τα κράτη κονιορτοποιούνται σε επάλληλα μεγαλύτερα ή μικρότερα κρατικά και πολιτικο-στρατιωτικά υβρίδια, που συνδέονται μεταξύ τους είτε από πρωταρχικούς θρησκευτικούς δεσμούς (Συρία, Ιράκ) είτε από τη νομή πλουτοπαραγωγικών πηγών (Λιβύη). Η αμφισβήτηση εδώ γίνεται εντονότερη επειδή είχαμε ως δεδομένο και αυτονόητο ότι τα περισσότερα κράτη της Μέσης Ανατολής, ιδιαίτερα κράτη στον πυρήνα του αραβικού περιφερειακού συστήματος, όπως η Συρία και το Ιράκ, χαρακτηρίζονταν από πανίσχυρη και εμπεδωμένη ιδεολογικά εσωτερική κυριαρχία. Ακόμη και η Αίγυπτος βρίσκεται σήμερα αντιμέτωπη με μια ισχυρή και δύσκολη στην αντιμετώπισή της τζιχαντιστική εξέγερση στο Σινά, κάτι αδιανόητο για το πανίσχυρο αιγυπτιακό κράτος πριν από μια δεκαετία.
Το πιο σοβαρό στοιχείο αυτής της αμφισβήτησης του έθνους-κράτους υπάρχει κυρίως στη δημιουργία του «Ισλαμικού Κράτους» και της εμπέδωσης της κυριαρχίας του με υβριδικές κρατικές δομές για ένα αξιόλογο χρονικό διάστημα. Ο τρόπος συγκρότησής του χαρακτηρίζεται από ενδιαφέροντα νέα στοιχεία. Είναι ίσως η πρώτη φορά που ένα κράτος συγκροτείται από ένα πολυεθνικό πολιτικό σώμα χωρίς κυρίαρχη εθνοτική ομάδα. Επίσης, πρόκειται για ένα κράτος που εμπεδώνει τη νεο-μεσαιωνική οργάνωση του κόσμου, όσον αφορά τα σύνορα και την κυριαρχία, υπερβαίνοντας τις σταθερές των εθνών-κρατών.
Αμφισβήτηση της παγκόσμιας τάξης
Η δεύτερη αμφισβήτηση είναι αυτή της παγκόσμιας τάξης. Για πρώτη φορά αντιμετωπίζουμε την αδυναμία, ανικανότητα ή έλλειψη ενδιαφέροντος από τη μόνη υπερδύναμη να παρέμβει έμμεσα ή άμεσα για να αποκαταστήσει την περιφερειακή τάξη σε περιοχές που συνήθως αποτελούσαν προνομιακό πεδίο επιρροής της. Στο ψυχροπολεμικό περιβάλλον οι δύο υπερδυνάμεις ανταγωνίζονταν για επιρροή στον κόσμο πέρα από τους συνασπισμούς τους. Όποια χώρα αποδεχόταν την επιρροή της μιας ή της άλλης υπερδύναμης, τότε ανέμενε και συνήθως απολάμβανε την «προστασία» αυτής της υπερδύναμης.
Στην πρώτη μεταψυχροπολεμική περίοδο οι ΗΠΑ είχαν τόση διαφορά ισχύος και είχαν καταγάγει τέτοιας κλίμακας πολιτικο-ιδεολογική νίκη που κανείς δεν αμφισβητούσε τις επιλογές τους. Ακόμη και αν αυτό συνέβαινε, τότε η Ουάσιγκτον έσπευδε όχι μόνο να «τιμωρήσει» τον παρασπονδούντα αλλά και να προχωρήσει σε κατάλυση της κυριαρχίας του για να την «οικοδομήσει» εκ νέου από έξω και από τα πάνω. Με αυτόν τον τρόπο αποδυνάμωνε την εσωτερική κυριαρχία του έθνους-κράτους, του βασικού δηλαδή στηρίγματος του διεθνούς συστήματος. Είχαμε δηλαδή το οξύμωρο ο ηγεμόνας του διεθνούς συστήματος να πριονίζει μεθοδικά τα στηρίγματα του συστήματος αυτού.
Αυτή η στάση της υπερδύναμης, κυρίως στις προεδρίες Κλίντον και Μπους, άλλαξε με το δόγμα Ομπάμα για «στρατηγική υπομονή» απέναντι στις βασικές εστίες κρίσης στη Μέση Ανατολή και αλλού. Αυτή η αλλαγή αυτή έδωσε την εικόνα απραξίας ή αδυναμίας και δημιούργησε σε φίλους και ανταγωνιστές την αίσθηση της ανασφάλειας για τους πρώτους (π.χ. Αίγυπτος, αραβικές μοναρχίες του Κόλπου, κράτη του Καυκάσου) και της ευκαιρίας για μερική αμφισβήτηση της αμερικανικής ηγεμονίες για τους δεύτερους (Ρωσία, Κίνα, Ιράν, Τουρκία).
Αμφισβήτηση των αξιωμάτων της νεωτερικότητας
Η τρίτη και εξίσου σημαντική αμφισβήτηση είναι περισσότερο ανθρωπολογικού χαρακτήρα και σχετίζεται με τις βασικές παραδοχές της νεωτερικότητας και της υπεροχής της σε ολόκληρο τον πλανήτη. Πρόκειται για το αξίωμα ότι ο ορθός λόγος και η επιστημονική/τεχνολογική πρόοδος δεν έχει όρια και ότι το άτομο, απελευθερωμένο από οποιαδήποτε παραδοσιακά δεσμά, σε συνδυασμό με τον ορθολογισμό αποτελεί τη βάση για συνεχή πρόοδο και ευτυχία. Το αξίωμα αυτό, και το πρότυπο της θέσης του ανθρώπου και της εξέλιξης/προορισμού του, αμφισβητούνται σοβαρά από πολλές και αντιφατικές πλευρές.
Η θριαμβευτική επάνοδος της θρησκείας στη δημόσια σφαίρα, όχι μόνο στην περίπτωση του Ισλάμ αλλά και άλλων θρησκειών (του Χριστιανισμού και του Ινδουισμού, ακόμη και του Βουδισμού), δείχνει την αποδυνάμωση των βασικών παραδοχών της νεωτερικότητας και του τρόπου που αυτή οργανώνει τον κόσμο. Η ανάπτυξη μιας έντονης συζήτησης για την επάνοδο της κοινότητας και των προταγμάτων της έναντι του ατόμου και των ατομικών αναγκών και δικαιωμάτων είναι επίσης μια πολύ σημαντική αλλαγή στον τρόπο που κατανοούμε την οργάνωση του κόσμου.
Είναι ενδιαφέρον επίσης το γεγονός ότι αμφισβητείται, από αντιφατικές αφετηρίες, το αλάθητο της επιστημονικής/τεχνολογικής προόδου. Συζητήσεις για την αποανάπτυξη, για την ανάπτυξη στη βάση της κοινότητας, για το τεράστιο κόστος για το μέλλον του πλανήτη και της ανθρωπότητας, έρχονται σήμερα πολύ περισσότερο στο προσκήνιο. Αλλά αμφισβήτηση της επιστημονικής/τεχνολογικής ορθότητας έρχεται και από νεοπαραδοσιακές πλευρές. Η απαξίωση των επιστημονικών δεδομένων για την Κλιματική Αλλαγή από τον πρόεδρο Τραμπ δεν απηχεί μόνο αμερικανικά οικονομικά συμφέροντα, αλλά και την άνοδο νεοπαραδοσιακών θέσεων των συντηρητικών Ευαγγελικών – όπως άλλωστε και οι θέσεις τους εναντίον της Θεωρίας της Εξέλιξης.
Το λιμάνι φεύγει;
* Αναπληρωτής Καθηγητής του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου και υπεύθυνος του Κέντρου Μεσογειακών, Μεσανατολικών και Ισλαμικών Σπουδών, www.cemmis.edu.gr