Το Εθνικό Σύστημα Υγείας (ΕΣΥ) έχει καταρρεύσει τα τελευταία χρόνια, ειδικά μετά την πανδημία 2020-2021. Όσο η κυβέρνηση είχε ανάγκη το ανεπαρκές σε αριθμό ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό στη διάρκεια της πανδημίας, υμνούσε τις προσπάθειες και τις θυσίες του. Μόλις «πέρασε η μπόρα» αυτά τα ξέχασε και ανέθεσε στον Άδωνι Γεωργιάδη τη διαχείριση του τομέα της Υγείας. Ο κ. «υπουργός» αντί να σκύψει πάνω στα προβλήματα του χώρου φροντίζει να έρχεται με «τσαμπουκά» και με προκλητικό τρόπο σε άμεση αντιπαράθεση με τους γιατρούς και τους νοσηλευτές.
Τα προβλήματα είναι γνωστά και τα έχουμε αναλύσει κατά καιρούς στον Δρόμο. Συνοπτικά: υποχρηματοδότηση, υποστελέχωση σε ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό, συρρίκνωση μονάδων, κλείσιμο μονάδων και κλινικών με στόχο τη συγκέντρωση-συγκεντροποίηση, επιμέρους παράδοση κυρίως χειρουργικών υποδομών στην ιδιωτική πρωτοβουλία, ιδιωτικοποίηση δραστηριοτήτων των μεγάλων νοσηλευτικών μονάδων είτε αυτό αφορά γεύματα, καθαριότητα και φύλαξη είτε αφορά ανάθεση από τα νοσοκομεία σε ιδιωτικά εργαστήρια διαφόρων εξετάσεων κ.ά.
Το πρόβλημα των ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων
Ένα τεράστιο θέμα που υπάρχει στο ΕΣΥ και αφορά κύρια τα νοσοκομεία είναι το θέμα των ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων. Η Ελλάδα στο θέμα κατέχει τη θλιβερή πρωτιά στην Ευρώπη, μακράν από τα υπόλοιπα κράτη, σε θανάτους ετησίως από ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις. Οι θάνατοι από αυτή την αιτία υπολογίζονται σε 2.000 ετησίως. Κοινώς πηγαίνεις στο νοσοκομείο για ένα πρόβλημα, και πεθαίνεις τελικά επειδή προσβλήθηκες από κάποιο μικρόβιο που κόλλησες κατά τη νοσηλεία σου, το οποίο είναι ανθεκτικό στις αντιβιώσεις. Φυσικά οι θάνατοι είναι το τελικό αποτέλεσμα, όμως η αιτία εντοπίζεται στην επίσης αρνητική πρωτιά της Ελλάδας στην Ευρώπη στις νοσοκομειακές λοιμώξεις και στη μικροβιακή αντοχή.
Το πρόβλημα αυτό δεν είναι σημερινό, είναι διαχρονικό στο ΕΣΥ. Την άκρως προβληματική κατάσταση περιγράφει τόσο η Έκθεση του ΕΟΔΥ του Αυγούστου 2023 όσο και η πρόσφατη έκθεση για τα έτη 2022-2023 του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ECDC) μετά την επίσκεψή του στην Ελλάδα.
Το ECDC στην έκθεσή του χαρακτηρίζει τα ελληνικά νοσοκομεία «μη ασφαλές μέρος» για τους ασθενείς. Ο επιπολασμός (το ποσοστό του πληθυσμού που διαπιστώνεται ότι πάσχει από κάποια νόσο) ήταν σχεδόν διπλάσιος συγκριτικά με το μέσο όρο των υπόλοιπων χωρών της Ευρώπης (Ελλάδα 12,2%, Ευρώπη 6,8%). Παράλληλα, με το υψηλό ποσοστό των ατόμων που προσβάλλονται, τα μικρόβια είναι πολύ ανθεκτικά και διασπείρονται με ταχύτητα εντός των νοσοκομείων χωρίς διακρίσεις. Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης, στην προσπάθεια να αντιμετωπιστεί, είναι ο υψηλότερος δείκτης χρήσης αντιβιοτικών στην Ευρώπη. Με αυτή την κατάσταση το 55,3% των ασθενών στη διάρκεια της νοσηλείας τους σε νοσοκομείο λαμβάνουν τουλάχιστον ένα αντιβιοτικό.
Συνολικά η Ελλάδα είναι η δεύτερη χώρα σε κατανάλωση αντιβιοτικών στην Ευρώπη (στα νοσοκομεία και εκτός). Οι ημερήσιες καθορισμένες δόσεις (DDD) αντιβίωσης στην Ελλάδα είναι 32,9 ανά χίλιους κατοίκους, δηλαδή 70% πάνω από τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο, που είναι 19,4.
Σύμφωνα με την έρευνα του ΕΟΔΥ: Σχεδόν οι μισοί νοσηλευόμενοι σε ΜΕΘ (45,7%) παρουσίασαν μία τουλάχιστον ενδονοσοκομειακή λοίμωξη. Από το σύνολο των λοιμώξεων που καταγράφηκαν εντός των νοσοκομείων, το 69,6% εμφανίστηκε 48 ώρες μετά την εισαγωγή. Όσον αφορά το είδος των λοιμώξεων, το 28,9% είναι πνευμονία, 20% μικροβιαιμία, 13,1% λοίμωξη του ουροποιητικού. Η σταδιακή επιδείνωση της κατάστασης καταγράφεται από τις διαχρονικές στατιστικές. Οι ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις ήταν 10% το 2016-2017 και έφτασαν στο 12,1% το 2022. Η αύξηση αυτή είναι κύρια αποτέλεσμα της μη αντιμετώπισης του προβλήματος επί χρόνια, και πολύ λιγότερο αποτέλεσμα των άμεσων συνεπειών της Covid-19.
Οι αιτίες της προβληματικής κατάστασης
Ουσιαστικά είναι οι ίδιες που αφορούν και το σύνολο του τομέα της υγείας. Ορισμένες όμως στο χώρο των νοσοκομειακών λοιμώξεων έχουν ιδιαίτερη σημασία και οδηγούν στην κατάσταση που περιγράψαμε.
Βασικό στοιχείο η υποστελέχωση των νοσοκομείων, όχι μόνο λοιμωξιολόγων αλλά και γενικότερα ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού αλλά και η ελλιπής εκπαίδευσή του. Σύμφωνα με την έκθεση της ECDC, η αναλογία νοσηλευτών προς τον αριθμό κλινών είναι πολύ μικρή, ειδικά στις παθολογικές κλινικές. Ως γνωστόν η Ελλάδα έχει μία από τις χειρότερες αναλογίες νοσηλευτών προς κλίνες στην Ε.Ε. Ουσιαστικά το προσωπικό δεν επαρκεί για να κάνει στοιχειωδώς τη δουλειά του, με αποτέλεσμα κάτω από την πίεση των καταστάσεων να αγνοούνται τα πρωτόκολλα.
Φαινομενικά η κατάσταση είναι βελτιωμένη όσον αφορά το προσωπικό προς τις κλίνες στο χώρο των λοιμώξεων. Όμως η εικόνα αυτή είναι επίπλαστη. Το βελτιωμένο ποσοστό στηρίζεται στην προσωρινή χρηματοδότηση από ειδικά προγράμματα. Μετά τα προγράμματα δεν έχει ληφθεί μέριμνα για να συνεχίσει το προσωπικό, λόγω γενικότερης υποχρηματοδότησης. Επίσης λόγω έλλειψης παθολόγων, σε πολλές περιπτώσεις οι λοιμωξιολόγοι εργάζονται ως παθολόγοι. Όλα αυτά οδηγούν στην πράξη σε 0.00 (μηδέν!) γιατρούς που ασχολούνται αποκλειστικά με την πρόληψη και τον έλεγχο των λοιμώξεων ανά 250 κλίνες.
Η έλλειψη άλλων επιλογών για τους ασθενείς ώστε να μην μένουν μεγάλα διαστήματα στις ΜΕΘ επιτείνει το πρόβλημα στο χώρο. Ειδικότερα, λείπουν μονάδες αυξημένης φροντίδας και μακροχρόνιας φροντίδας μετά από νοσηλεία σε ΜΕΘ.
Μεγάλες ελλείψεις στις υποδομές. Η σημαντικότερη αφορά τα ελάχιστα, όταν υπάρχουν, μονόκλινα δωμάτια. Οι μονόκλινοι θάλαμοι, ουσιαστικά απομόνωσης, είναι μόνο 4,5% στην Ελλάδα έναντι 11,3% στην Ευρώπη.
Ο τρόπος λειτουργίας των νοσοκομείων λόγω των πάσης φύσεως ελλείψεων έχει ως αποτέλεσμα πολλοί ασθενείς να υποχρεώνονται να αποχωρήσουν χωρίς να έχουν αποθεραπευτεί. Εάν χρειαστεί να πάνε σε σύντομο χρονικό διάστημα σε άλλο εφημερεύον νοσοκομείο, τότε έχουμε τη μεταφορά μικροβίων από νοσοκομείο σε νοσοκομείο.
Τέλος, δεν υπάρχει μια κεντρική βάση δεδομένων με πρόσβαση από όλες τις μονάδες υγείας όπου θα καταγράφονται οι ασθενείς, τα πολυανθεκτικά μικρόβια και τα μέτρα προφύλαξης, ώστε να λαμβάνουν σε όλες τις νοσηλευτικές μονάδες τα αναγκαία μέτρα προστασίας για τέτοιους ασθενείς.
Λύσεις υπάρχουν αλλά δεν ακολουθούνται
Για όλα τα παραπάνω προβλήματα υπάρχουν οι λύσεις. Τόσο ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) όσο και η ECDC παρέχουν οδηγίες και προτάσεις με λύσεις. Όμως δεν ακολουθούνται, αφού δεν υπάρχει η αναγκαία χρηματοδότηση. Το Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την αντιμετώπιση της μικροβιακής αντοχής 2019-2023 εγκαταλείφθηκε με αιτιολογία την πανδημία. Μετά το 2023 ξεκίνησαν κάποιες προσπάθειες, αλλά όταν ήρθε η ECDC δεν υπήρχε ούτε ένα πρώτο σχέδιο! Γίνονται συζητήσεις και «σχεδιασμοί» χωρίς χρονοδιαγράμματα και χωρίς προϋπολογισμό. Ένα νέο σχέδιο που παρουσιάστηκε το καλοκαίρι από τον ΕΟΔΥ μόνο για τις ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις, που δεν έχει ενσωματωθεί στο Εθνικό Σχέδιο Δράσης, λόγω της χαμηλής χρηματοδότησης (μόλις 16,5 εκατ. ευρώ), και γενικότερα της δομής του, δεν ενθουσίασε τους λοιμοξιωλόγους.
Η ECDC στην έκθεση που συνέταξε για την επίσκεψή της στην Ελλάδα έχει συμπεριλάβει εκτός από τις διαπιστώσεις και μια σειρά από προτάσεις για την αντιμετώπιση της κατάστασης. Οι προτάσεις είναι πολύ συγκεκριμένες (δεν υπάρχει εδώ ο χώρος για να τις παρουσιάσουμε), όμως απαιτούν μια άλλη νοοτροπία όσον αφορά την αντιμετώπιση του θέματος. Η νοοτροπία αυτή συνοψίζεται στα ακόλουθα: απαιτούνται α) ο τομέας της υγείας να είναι στις προτεραιότητες της κυβέρνησης, β) σημαντική χρηματοδότηση, γ) σημαντική αύξηση του νοσηλευτικού προσωπικού γενικά και των αρμοδίων για τις λοιμώξεις ειδικότερα, δ) διαφορετική οργάνωση των νοσοκομείων τουλάχιστον στο θέμα αντιμετώπισης των λοιμώξεων, ε) βελτίωση υποδομών (αύξηση μονόκλινων, συστήματα ηλεκτρονικής καταγραφής, αυτοματοποιημένη επιτήρηση ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων, μονάδες νοσηλείας και αποκατάστασης μετά τη ΜΕΘ κ.λπ.).
Φυσικά όλα αυτά, όπως έχει αποδειχθεί με έργα μετά το 2019 από την παρούσα κυβέρνηση, είναι έξω από τη νοοτροπία και τις πολιτικές επιλογές, γι’ αυτό και πάνε να κάνουν κάποια επιφανειακά ημίμετρα που δεν θα λύσουν φυσικά το πρόβλημα. Συνεπώς η Ελλάδα της υπογεννητικότητας και της γήρανσης του πληθυσμού θα συνεχίζει να χάνει 2.000 πολίτες της ετησίως από τις ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις. Εν δυνάμει θύματα είμαστε όλοι εμείς…