Της Ματίνας Παπαχριστούδη
Έφτασε αυτό το διάστημα για να καταρρεύσει η “εγκυρότητα” και “αξιοπιστία” του Mega και μαζί της γελοιοποιήθηκαν οι τηλε-αστέρες κάθε καναλιού που αβασάνιστα υιοθέτησαν τις κακογραμμένες ατάκες-διαρροές της κρατικής ασφάλειας
Σοβαρές ρωγμές δέχθηκε η θεαματική real life -για να είμαστε και στη μόδα της τηλεοπτικής πραγματικότητας- επιχείρηση των κρατικών κατασταλτικών μηχανισμών να στήσουν την παράσταση της μεγάλης επιτυχίας του Μιχάλη Χρυσοχοϊδη στην εξάρθρωση της τρομοκρατίας, τη στιγμή ακριβώς που χρειαζόταν ένα αντίπαλο δέος στην πραγματική και άμεσα χειροπιαστή τρομοκρατία, που ασκεί η αγορά και θα επιβάλλει το ΔΝΤ στην ελληνική κοινωνία. Το μακρύ χέρι της κρατικής προπαγάνδας και χειραγώγησης (τα «έγκριτα» ηλεκτρονικά ΜΜΕ), δαγκώθηκε και πόνεσε από την αντίδραση δικτύων αντιπληροφόρησης αλλά και την αντίσταση (έστω και χαλαρή) από τους «είλωτες»- κατά τον Πιερ Μπουρντιέ- του ρεπορτάζ. Δυο μέρες άντεξε η κακο-σκηνοθετημένη παράσταση στη σύλληψη των έξι κατηγορούμενων για συμμετοχή στον «Επαναστατικό Αγώνα». Έφτασε, όμως, αυτό το διάστημα για να καταρρεύσει η «εγκυρότητα» και «αξιοπιστία» του Mega, του ισχυρότερου σταθμού της πολιτικο-μιντιακής διαπλοκής. Και μαζί της γελοιοποιήθηκαν οι τηλε-αστέρες κάθε καναλιού που αβίαστα και αβασάνιστα, χωρίς καν σκέψη αυτοπροστασίας τους, υιοθέτησαν και υποστήριξαν μαχητικά στον αέρα, τις κακογραμμένες ατάκες – διαρροές της κρατικής ασφάλειας. Μετέδωσαν και υποστήριξαν τα κατασκευασμένα στοιχεία, έστω και αν αυτά προσέκρουαν στην κοινή λογική.
Είναι βέβαιο πως εντός των καναλιών δόθηκαν μικρές μάχες στις περίφημες συσκέψεις των ειδήσεων για το αν πρέπει να μεταδοθούν αυτούσιες οι διαρροές της ασφάλειας ή εάν πρέπει να υιοθετηθεί το ασφαλές μοντέλο της δημοσιογραφικής δεοντολογίας με λέξεις όπως «φέρονται», «κατηγορούνται» και λοιπά. Συνηθισμένοι, όμως, οι σχολιαστές και τα τηλε-στελέχη στην υπεροψία της εξουσίας τους, θολωμένοι από την ανάγκη να προσφέρουν γρήγορα και άμεσα υπηρεσίες στον εκλεκτό υπουργό Προστασίας τους, έδωσαν απεριόριστο τηλεοπτικό χρόνο στη μετάδοση της κατευθυνόμενης και σκηνοθετημένης πληροφόρησης.
Έκαναν την επιλογή τους και δεν μπορούν να επικαλεστούν κανένα άλλοθι σαν αυτό που προσπάθησαν ορισμένοι να ψελλίσουν. Αυτά έλεγε το ρεπορτάζ, τι να κάναμε… Όταν το ρεπορτάζ λέει για αντιδράσεις του κόσμου, για απεργίες, για αντίσταση στο φόβο και τον πανικό, τότε με αποφασιστικότητα κόβεται, αφού δεν βολεύει.
Το έργο που προσέφεραν οι συντάκτες του αστυνομικού ρεπορτάζ, κυρίως στα τηλεοπτικά κανάλια, ήταν το σύνηθες. Είναι βέβαιο πως θα συμφωνήσουν με τις υπηρεσίες της ασφάλειας να τραβήξουν πλάνα σε ύστερο χρόνο, σε ένα σκηνοθετημένο «ντου» της ασφάλειας στις «γιάφκες των τρομοκρατών», έστω και αν γνωρίζουν πως το σκηνικό κατασκευάστηκε εκ νέου για τις ανάγκες του κρατικού σόου πληροφόρησης.
Δεν είναι, άλλωστε, η πρώτη φορά που οι δημοσιογράφοι ενεργούν ως βραχίονας εκτέλεσης του κρατικού μηχανισμού τρομοκράτησης των πολιτών.
Είναι αποκαλυπτική, όμως, της κατάντιας ενός ολόκληρου κλάδου εργαζομένων και ενδεικτικό για την ανοχή που επιδεικνύουν οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι, η εικόνα του Πάνου Σόμπολου στο παράθυρο του Mega, να αισθάνεται περήφανος επειδή ο αξιωματικός της ασφάλειας του είπε (με ακρίβεια) ποια πληροφορία πρέπει να μεταφέρει και ντροπή γιατί την ξέχασε!
Είναι, επίσης, λυπηρό που η αντίδραση των αντιεξουσιαστών, οι οποίοι κατέλαβαν για λίγο το κτίριο της ΕΣΗΕΑ, την περασμένη Τρίτη, αντιμετωπίστηκε από τους εργαζόμενους δημοσιογράφους σε επίπεδο πλάκας. «Πόσα θέλουν να κρατήσουν όμηρο τον Σόμπολο;», ρωτούσαν χαριτωμένα(!) στους χώρους της σκληρής εργασίας στα ΜΜΕ.
Την επόμενη μέρα η πλειονότητα από τη μάζα των ειλώτων του ρεπορτάζ δήλωνε ντροπή για τα «παπαγαλάκια» της δημοσιογραφίας. Είναι το λιγότερο που μπορεί κάποιος να πει. Μάλλον ήρθε ο καιρός της αφύπνισης και της ιδεολογικής μάχης για το περιεχόμενο της ενημέρωσης. Στο κάτω-κάτω, κάποιοι κανόνες που υπάρχουν ακόμη στη μνήμη μας μπορεί να ανασυρθούν στην επιφάνεια.