Η σύγκρουση μιας ασθμαίνουσας Δύσης με το ανερχόμενο μπλοκ δυνάμεων BRICS+ αποκτά όλο και πιο επιθετικά χαρακτηριστικά. Τον τόνο τον δίνει η Δύση. Οι ΗΠΑ και από πίσω ακολουθούν προσδεμένες καλά στο αμερικανικό άρμα, οι ευρωπαϊκές μεγάλες δυνάμεις. ΗΠΑ και ευρωατλαντισμός βρίσκονται σε στρατηγικό αδιέξοδο ως προς τη διαχείριση της απομείωσης τής μέχρι πρότινος αδιαμφισβήτητης παγκόσμιας κυριαρχίας τους. Δεν φαίνονται τρόποι και περιθώρια μιας κάποιας συντεταγμένης αναδίπλωσής τους και αναπροσαρμογής τους στους νέους συσχετισμούς δυνάμεων που πλέον γίνονται εμφανείς. Δεν είναι βέβαια η πρώτη φορά ιστορικά που μια απερχόμενη ηγεμονική δύναμη και το μπλοκ γύρω απ’ αυτήν βρίσκονται σε παρόμοια κατάσταση και επιλέγουν ή καταλήγουν από τα ίδια τα αδιέξοδά τους σε έναν γενικευμένο πόλεμο. Όμως σήμερα, οι δυνατότητες ολοκληρωτικής αμοιβαίας καταστροφής από τα πυρηνικά οπλοστάσια και όχι μόνο (επίσης από βιολογικά και χημικά όπλα στο συνδυασμό τους με τις δυνατότητες διηπειρωτικών βαλλιστικών πληγμάτων σε μεγάλα αστικά κέντρα) δημιουργούν μια «νέα ποιότητα». Έτσι η εικόνα είναι διττή. Από την μια οι πάντες καλούν σε «αυτοσυγκράτηση» και είναι φανερό ότι υπάρχουν εγκατεστημένες πολλαπλές γραμμές διαύλων επικοινωνίας και εκτόνωσης ανάμεσα στις αντιμαχόμενες πλευρές. Όλη η χορογραφία των τελευταίων ημερών γύρω από τις προαναγγελόμενες κινήσεις αντιποίνων από πλευράς Ιράν και Ισραήλ, με εμπλοκή όλων των μεγάλων παικτών δίνει σαφή τέτοια δείγματα. Από την άλλη πλευρά εντείνεται συστηματικά η ροπή προς την γενίκευση του πολέμου. Τόσο ως προς το πλάτεμα της περιμέτρου του όσο και ως προς την μεγάλη διελκυστίνδα γύρω από το ποιά πλευρά θα έχει τον έλεγχο και την πρωτοβουλία των κινήσεων κλιμάκωσης. Στο μέτωπο της Ουκρανίας, η όλο και πιο άμεση εμπλοκή του ΝΑΤΟ, στο μεσανατολικό μέτωπο με επίκεντρο την προσπάθεια του Ισραήλ να «σβήσει από το χάρτη» τους Παλαιστίνιους, η λυσσασμένη επιδίωξη του διεθνούς μπλοκ που έχει στην αιχμή του την ισραηλινή ηγεσία, να βγει από τα αδιέξοδά του επιβάλλοντας μια απευθείας σύγκρουση με το Ιράν και ξεκαθαρίζοντας «μια και καλή» τους λογαριασμούς μαζί του για το ποιός εν τέλει μπορεί να ελέγξει όλη την περιοχή της Μέσης Ανατολής.

Εν τούτοις η εικόνα είναι πιο σύνθετη και δεν εξαντλείται στο σχήμα των ανταγωνισμών και των συγκρούσεων μεταξύ μεγάλων δυνάμεων. Σ’ ένα δεύτερο επίπεδο, η επιλογή του πολέμου συνδέεται με τις αγωνιώδεις προσπάθειες αντιμετώπισης των παροξυσμών της σοβούσας και όλο και βαθύτερης συστημικής, πολυοργανικής κρίσης που δεν αφήνει  εκτός της καμία από τις πλευρές του παγκόσμιου συστήματος. Αυτή η κρίση που βεβαίως εκδηλώνεται αξεχώριστα από την κρίση ηγεμονίας της Δύσης (την δύση της Δύσης) και την άνοδο της Ευρασίας, αφενός ωθεί προς την «πολεμική οικονομία» ως βάση για την πυροδότηση (και την απρόσκοπτη νομιμοποίηση) τεράστιων καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων (ψηφιακών, «πράσινων»-ενεργειακών, βιοτεχνολογικών-φαρμακευτικών και των συνδυασμών τους) και αφετέρου τροφοδοτεί την επιβολή ολοκληρωτικών πολιτικών μεθοδεύσεων κάτω από τον μανδύα της επιβολής «πολεμικών καθεστώτων έκτακτης ανάγκης». Πέρα από τα στρατιωτικά μέτωπα, λέει πολλά για ένα άλλο εξίσου πολεμικό μέτωπο, το πρόσφατο πολυήμερο ταξίδι στην Κίνα, της Τζ. Γιέλεν, υπουργού Οικονομικών των ΗΠΑ, με το μείγμα απειλών και αδυναμίας από αμερικανικής πλευράς που το συνόδευσε (στο ταξίδι αυτό που δείχνει να είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτικό στρατηγικών εξελίξεων θα επανέλθουμε σε άλλο σημείωμα).

Πριν προχωρήσουμε με τη σκιαγράφηση κάποιων σημαντικών χαρακτηριστικών των εξελίξεων στα δύο μεγάλα θέατρα πολέμου –αυτό της Ευρώπης με εστία την Ουκρανία, και το άλλο της Μ. Ανατολής με την επιθετικότητα του σιωνιστικού μπλοκ απέναντι σε όποιον του προβάλλει αντίσταση– είναι απαραίτητο στο σημείο αυτό να σημειώσουμε τη ζωτική, υπαρξιακή για τους λαούς, ανάγκη μιας τριπλής αντίστασης απέναντι στον «πόλεμο»: 1) κινητοποίηση για την ειρήνη και την αποστρατιωτικοποίηση, 2) αντιστάσεις απέναντι στις αντικοινωνικές, προγραμματικές επιδιώξεις των προωθούμενων μεγάλων αναδιαρθρώσεων με όχημα την «πολεμική οικονομία» 3). πάλη για την υπεράσπιση της δημοκρατίας και την αντιμετώπιση του τεχνοδεσποτικού «πολεμικού» ολοκληρωτισμού.

Στη Μέση Ανατολή οι αντιφάσεις οδηγούν σε οριακές καταστάσεις που αγγίζουν απευθείας τον πυρήνα των κέντρων αποφάσεων των ΗΠΑ μέσω του ειδικού βάρους που ασκεί το ισραηλινοσιωνιστικό λόμπι / σύμπλεγμα. Δοκιμάζονται τα όρια θραύσης όλων των πλευρών. Των Δυτικών και όλων των άλλων

Η Δύση στο πλευρό του Ισραήλ ενάντια στο Ιράν

Σε αυτό το πολεμικό θέατρο οι αντιφάσεις οδηγούν σε οριακές καταστάσεις που αγγίζουν απευθείας τον πυρήνα των κέντρων αποφάσεων των ΗΠΑ μέσω του ειδικού βάρους που ασκεί το ισραηλινοσιωνιστικό λόμπι / σύμπλεγμα. Δοκιμάζονται τα όρια θραύσης όλων των πλευρών. Των Δυτικών και όλων των άλλων. Από τη μια βρίσκονται τα κέντρα που προωθούν πορεία μετωπικής σύγκρουσης του Ισραήλ με το Ιράν παίζοντας με «τα σπίρτα» της άμεσης εμπλοκής των ΗΠΑ και της παράσυρσης Ρωσίας και Κίνας στη δίνη ενός μεγάλου ξεκαθαρίσματος λογαριασμών που δεν θα άφηνε τίποτα όρθιο. Από την άλλη, πιο προσγειωμένες προσεγγίσεις που πάνε να κατευθύνουν μια πορεία που τείνει να εξελιχθεί σε ανεξέλεγκτη κλιμάκωση. Μέσα στο δαιδαλώδες πλέγμα πολυεπίπεδων αντιθέσεων, θα αρκεστούμε σε δύο σχετικά υποφωτισμένες αλλά πολύ σημαντικές πλευρές: Προωθείται η ταχεία επαναστρατιωτικοποίηση της Ιαπωνίας και η ένταξή της στο AUKUS. Οι ΗΠΑ οργανώνουν την αντιπαράθεση με την Κίνα στον Ινδοειρηνικό, επιχειρώντας ανακατανομές καθηκόντων εντός Δύσης και επειγόμενες καθόσον βλέπουν ότι δεν μπορούν να απεμπλακούν από το βάλτωμά τους στη δίχως τέλος μεσανατολική σύγκρουση. Κατά δεύτερον, οι καθοριστικές επιπτώσεις που θα μπορούσε να έχει για την ευστάθεια του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος μια γενίκευση του πολέμου με το Ιράν που θα οδηγούσε στο κλείσιμο των Στενών του Ορμούζ (από όπου περνάει το 20% της παγκόσμιας διακίνησης πετρελαίου). Απέναντι σ αυτό τον κίνδυνο, η Ευρώπη είναι η πιο άμεσα εκτεθειμένη, η Κίνα επίσης έχει σοβαρούς λόγους ανησυχίας και προσπαθεί να κάνει αντιστάθμιση του κινδύνου μέσα από το τρίγωνο Κίνα / Ρωσία, με Ιράν και Σ. Αραβία. Η Ρωσία ως παραγωγός υδρογονανθράκων θα έβγαινε το πιθανότερο κερδισμένη από μια εκτόξευση της τιμής του πετρελαίου. Και πάει λέγοντας σ’ ένα γαϊτανάκι που για την ώρα δείχνει χωρίς τέλος. Θα επανερχόμαστε.


Θα παρασυρθεί η Ευρώπη στη δίνη ενός γενικευμένου πολέμου ΝΑΤΟ-Ρωσίας;

Τα αδιέξοδα από τη δυσμενή για τη Δύση τροπή του πολέμου στην Ουκρανία, επιταχύνουν τη δημιουργία πολιτικοκοινωνικού κλίματος για γενίκευση του πολέμου μεταξύ ΝΑΤΟ-Ρωσίας και για εξάπλωσή του στον ευρωπαϊκό χώρο. Οι ευρωπαϊκές ηγεσίες με συνεχείς δηλώσεις και πολιτικές κινήσεις, στήνουν σκηνικό παγίωσης της απομόνωσης της Ρωσίας και της αντιπαράθεσης μαζί της, και στροφής προς την «πολεμική οικονομία».

Ο Μακρόν βρίσκεται αυτή την περίοδο στην εμπροσθοφυλακή –τα στραπάτσα του γαλλικού ιμπεριαλισμού στην Αφρική εξηγούν πολλά ως προς αυτό– δηλώνοντας έτοιμος να στείλει μονάδες της Λεγεώνας των Ξένων στην Ουκρανία. Οι Ρώσοι από την πλευρά τους απαντούν καταφέρνοντας ισχυρά πλήγματα με μεγάλες απώλειες σε Γάλλους στρατιώτες που βρίσκονται ήδη σε ουκρανικό έδαφος. Ο μηχανισμός της Κομισιόν –η απερίγραπτη Φον Ντερ Λάιεν και ο εξίσου απερίγραπτος Μπορέλ– πρωτοστατούν στη γραμμή μονιμοποίησης της αντιπαράθεσης με τη Ρωσία. Το ίδιο και η πολωνική / ανατολικοευρωπαϊκή (αμερικανοκινούμενη με πληρεξούσιο τη Βρετανία) πλευρά της «νέας Ευρώπης», με τον Πολωνό πρωθυπουργό (και μέχρι πρότινος πρόεδρο της Ε.Ε.) Ντ. Τούσκ να δηλώνει ότι πρέπει να συνηθίσουμε ότι εφεξής θα ζούμε σε εποχή πολέμων.

Η γερμανική πλευρά εμφανίζεται να εσωτερικεύει μεγάλες αντιθέσεις χωρίς να παύει να κινείται προς την πλήρη επαναστρατιωτικοποίηση (εξοπλιστικό πακέτο 100 δισ.). Ενώ το πιο επιθετικό ευρωατλαντικό της κομμάτι –η «πράσινη ως δολάριο» γερμανίδα ΥΠΕΞ Α. Μπέρμποκ, και οι Δημοκράτες / φιλελεύθεροι εταίροι της κυβέρνησης συνασπισμού– κτυπάνε τα τύμπανα του πολέμου και της επιθετικής γραμμής απέναντι σε Ρωσία και Κίνα, ο σοσιαλδημοκράτης πολιτικά ελλιποβαρής καγκελάριος Σόλτς επείγεται να εξασφαλίσει το ζωτικό για τις προοπτικές της Γερμανίας, ζήτημα της διατήρησης και διεύρυνσης των οικονομικών σχέσεων με την Κίνα (εμπορικές εξαγωγικές διέξοδοι αλλά και καταφυγή γερμανικών κεφαλαίων που ασφυκτιούν μέσα στο πλαίσιο της εξελισσόμενης πορείας αποβιομηχάνισης της Γερμανίας). Συνολικά, πληθαίνουν και βαθαίνουν τα ρήγματα εντός «Ευρώπης». Το σκηνικό τροφοδοτείται από την άδηλης έκβασης, βαθειά ενδόρρηξη στις κορυφές του πολιτικού συστήματος των ΗΠΑ ανάμεσα σε Δημοκρατικούς / Μπάιντεν και Ρεπουμπλικανούς / Τράμπ.

Γίνεται φανερό ότι ετερογενή κέντρα, εκκινούντα από διαφορετικές αφετηρίες, προωθούν μεγάλες και πολύ βίαιες ανακατατάξεις στον «καταμερισμό εργασίας» εντός Δύσης, με την «Ευρώπη» να αναλαμβάνει καθήκοντα μαζικής βιομηχανικής στρατιωτικής παραγωγής αλλά και μακρού βραχίονα επιχειρήσεων απέναντι στη Ρωσία αλλά και στο χώρο της Μ. Ανατολής (Ερυθρά Θάλασσα) και ίσως της Αφρικής. Οι τέτοιοι σχεδιασμοί φαίνονται να προσκρούουν σε σημαντικά εμπόδια. Αφενός χρηματοδοτικά σε συνδυασμό με τις μεγάλες συγχωνεύσεις-εξαγορές ένθεν κακείθεν του Ατλαντικού και με τα «μεγάλα μαχαίρια» που έχουν βγει για το ποιός θα ελέγχει τι και πόσο εντός Δύσης και αφετέρου στη μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, απομάκρυνση των ευρωπαϊκών κοινωνιών από μια πολεμική κινητοποίηση (οι περισσότερες ευρωπαϊκές δυνάμεις δεν διαθέτουν στρατούς κληρωτών υποχρεωτικής θητείας). Με αυτά τα δεδομένα γίνεται αβέβαιη η πορεία και με σημαντικούς τους πειρασμούς των δυτικών ελίτ για μεγάλες πολιτικές προβοκάτσιες προκειμένου να αλλάξει βιαίως το κλίμα. Επίσης έρχονται στην ημερήσια διάταξη τα παίγνια κλιμάκωσης του πολέμου προκειμένου να μην καταγραφούν οι νέοι διαμορφούμενοι δυσμενείς συσχετισμοί δυνάμεων (η αποτυχία καθυπόταξης της Ρωσίας σε πρώτο πλάνο). Το ίδιο και ένας νεο-μακαρθισμός που επελαύνει εν όψει ευρωεκλογών, απέναντι σε οποιαδήποτε φωνή αμφισβητεί τη στρατιωτικοποίηση, επισείοντας όλο το απειλητικό φορτίο της ταύτισης όσων πρόκειται να διαφωνήσουν, με τον «αντίπαλο εν πολέμω».

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!