«Η μόνη αληθινή μνήμη είναι η συλλογική, η οποία αποτελεί στοιχείο συνοχής και ταυτότητας. Δεν υπάρχει ατομική μνήμη έξω από τα όρια της κοινωνίας μέσα στην οποία ζει το άτομο»
Φωτεινή Καϊμάκη
Κλεισμένος στο σπίτι, βγαίνοντας μόνο κάποιους περιπάτους στη γειτονιά μου, ταξίδια ονειρεύομαι. Και χάνομαι στις σελίδες μιας πραγματικά πολύτιμης έκδοσης: «Με τη φτερούγα του ταξιδιού – Τα ημερολόγια της Πούλιας και της Καλαβρίας 1994-2015/ Πρόσωπα, μνημεία, γλώσσα, λαϊκός πολιτισμός» (εκδόσεις Εν πλω).
Η συγγραφέας του, Φωτεινή Καϊμάκη, μας μεταφέρει μέσα από εκπληκτικά κείμενα και φωτογραφίες τις εμπειρίες της από τα ταξίδια είκοσι ετών στη «Μεγάλη Ελλάδα». Επισκέπτεται σπίτια, χωριά, πόλεις, ναούς, περπατά σε απάτητα μονοπάτια, κουβεντιάζει, σημειώνει, ηχογραφεί. Να σημειώσω ότι το βιβλίο το συνοδεύει ένα CD με συζητήσεις, απαγγελίες ποιημάτων, τραγούδια και μουσικές. Κι από μόνο του αυτό το υλικό έχει μοναδική αξία.
O Turco egapese mia romea bulla (ρωμιοπούλα)
Ma I romea bulla en’ egapese ton Turco
I schilla (σκύλα) manati tin epοrcinae (προσκύναε)
-Pire ton Turco, ettuno celepidi (καλό παιδί)
ti su costimati (φέρει) ce chrisomondili
-Manamu, manamu ton Turco
En ton perro
Ti perdicuddha ghenome
Ce ta plaja (δάση) perro
Η Περδικούλα/perdicuddha που της τραγουδάει κάποια στιγμή ένας ηλικιωμένος από τη συντροφιά δείχνει με ανάγλυφο τρόπο το πόσο κοντινή είναι όχι μόνο η γλώσσα που μιλιέται καθώς και οι παραδόσεις. Η Περδικούλα είναι ένα τραγούδι που ακούγεται σε πολλές παραλλαγές σε όλη την Ελλάδα…
Το βιβλίο έχει τη μορφή ημερολογίου κι έτσι ακολουθούμε βήμα βήμα τη συγγραφέα στις εξερευνήσεις της, σε στιγμές που μοιάζουν μαγικές – όπως η βραδιά της Ανάστασης στην ερειπωμένη εκκλησία, μέσα στην ερημιά. Οι άνθρωποι είναι βεβαίως οι μεγάλοι πρωταγωνιστές του βιβλίου και οι μαρτυρίες τους. Σε αυτή τη φτωχή κι απομονωμένη περιοχή της Ιταλίας. Με μια γλώσσα που κόντεψε να σβήσει καθώς κάποτε ήταν υποτιμητικό να τη μιλάς… Στην ουσία υπήρξε ένα κενό, αλλά τα τελευταία χρόνια γίνονται μεγάλες προσπάθειες, κι από νέους ανθρώπους, όπως έχουμε γράψει παλιότερα σε αυτήν εδώ τη στήλη.
Για να γυρίσουμε όμως στο βιβλίο, είναι χιλιάδες οι ιστορικές πληροφορίες που γνωρίζει, ανακαλύπτει και μας παραθέτει η συγγραφέας. Το κάθε εύρημα, το κάθε μνημείο τοποθετείται στο ιστορικό του πλαίσιο, αφήνοντας όμως και μεγάλο χώρο για το συναίσθημα. Έτσι δεν έχουμε να κάνουμε με μια εξ αποστάσεως μελέτη, αλλά με μια πραγματικά βιωματική αφήγηση.
Η συγγραφέας με έναν μοναδικό τρόπο καταφέρνει να μοιραστεί μαζί μας πολλές στιγμές που μοιάζουν πυγολαμπίδες στο σκοτάδι.
«Tutin orian glossa–ma, pu simeni apo tris chiliades chronus ta meri ma, ce cacosirni tin zoin –tifrechi, limonimmeni, polles fores ivrimmeni, ene I pleon oria, I pleon mali, h pleon doxammeni glossa tu cosmu…», λέει σε κάποια στιγμή ο Domenicano Tonti από το Τζολλίνο, ενώ ένας άλλος συγχωριανός του θυμίζει πως οι γονείς κάποτε μιλούσαν τη γλώσσα αυτή κρυφά για αν μη τη μάθουν τα παιδιά τους και μπουν στο κοινωνικό περιθώριο.
Βεβαίως τα πράγματα έχουν αλλάξει και η γλώσσα χρησιμοποιείται και ως τουριστική ατραξιόν, ενώ υπάρχει και διχογνωμία σε ό,τι αφορά τόσο στην καταγωγή, όσο και στη σημερινή της χρήση.
Ωστόσο το βιβλίο μάς παραθέτει έναν τεράστιο πλούτο στοιχείων και ντοκουμέντων, ώστε να μπορέσει ο αναγνώστης να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα.
Αλλά υπάρχουν και στιγμές όπως αυτή που περιγράφεται στο βιβλίο με την επίσκεψη στη «Σπηλιά της Ποίησης» στη Roca Vecchia του Οτράντο, όπου αρκεί πράγματι να ανέβεις πάνω στη φτερούγα του ταξιδιού.
Όταν περάσουν πανδημίες, καραντίνες κτλ., αν μας έχουν μείνει έστω και λίγα χρήματα, νομίζω αξίζει ένα μεγάλο ταξίδι στην Απουλία και στην Καλαβρία. Όπου δεν θα χρειαστούμε άλλον οδηγό πέραν αυτού του εξαιρετικού βιβλίου…
Κλείνω με την πρώτη στροφή από ένα ποίημα του Kokkaluto –ενός φτωχού, αναλφάβητου αγρότη– από τους τελευταίους τροβαδούρους του 19ου αιώνα. Ήταν απράλυτος και σκάρωνε στίχους, όπως γράφει η συγγραφέας και το παρατσούκλι –που σημαίνει κόκαλο– το πήρε από το μεγάλο του κεφάλι:
Fsunna, furtuna, fsunna
Ce kanoscio to ftecho
Ka panta polema
Ce mai toriete ‘mbro
(Ξύπνα, τύχη, ξύπνα
Και κοίταξε τον φτωχό
Που ολοένα δουλεύει
και ποτέ δεν πάει επρός )