Του Γιώργου Κοροπούλη.

Η πρόσφατη έκκληση του Γιάννη Χουβαρδά να κάνουν κάτι η Αστυνομία κι ο Δήμος για το συνονθύλευμα ναρκομανών, μεταναστών χωρίς χαρτιά, μικρομαφιόζων και μαύρων ντίλερ (έτσι τους είδε, συνδυάζοντας μάλλον Κολτές και Ζενέ) που περισφίγγει το Εθνικό Θέατρο, επανέφερε στο προσκήνιο το διάχυτο αίτημα της απόσυρσης. Πολλοί, πάρα πολλοί κατ’ ουσίαν ζητάνε να αποσύρουν αυτόν τον εξαθλιωμένο κι απειλητικό συρφετό οι Αρχές, να καθαρίσουν και να περιφρουρήσουν την πόλη. Δηλαδή; Τι ζητάμε ακριβώς; Πού θα βρίσκονται οι δίχως χαρτιά μετανάστες, ας πούμε, όταν δεν θα τους βλέπουμε πια;

Ο εκάστοτε υπουργός επί θεμάτων Ασφαλείας και Τάξεως υπόσχεται μια τελική λύση, που μερικές μόνο και ήδη ντροπιαστικές εκφάνσεις της επί του παρόντος υλοποιήθηκαν: Τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, τα οποία προκάλεσαν την έμπρακτη αποδοκιμασία ως και του Ύπατου Αρμοστή του ΟΗΕ, και κάτι σχολεία τύπου Φρειδερίκης όπου μεταφέρθηκαν όσα παιδιά συνελήφθησαν, όταν πυρπολήθηκε κι εκκενώθηκε ο καταυλισμός έξω απ’ την Πάτρα… Όμως, αυτές οι ποικιλίες Πανοπτικού είναι συγχρόνως και ζώνες εκτός ορατότητας: κάτι σαν το μηχανισμό της απώθησης, στον οποίον οφείλονται, λέει, οι νευρώσεις. Το κράτος επιτηρεί, ενώ οι πολίτες του δεν θέλουν να βλέπουν.
Για να το πετύχουν, βεβαίως, δεν θα αρκεί, σε λίγο, να είναι νευρωτικοί. Πολλοί πρόσφυγες του καταυλισμού σκόρπισαν στα γύρω χωράφια. Όταν όμως εκκενώθηκε το παλιό Εφετείο, πλάι στο Εθνικό, οι κυνηγημένοι διαχύθηκαν, μες στον αστικό ιστό αυτή τη φορά, ανάμεσα στο ανώνυμο πλήθος. Κι εδώ πια – η απλή απώθηση μοιάζει ατελέσφορη. Εδώ πια  –πρέπει να συμπέσουμε όλοι με τον Φιλόνου του επίσκοπου Μπέρκλεϊ, για τον οποίο η πραγματικότητα, εφόσον δεν την συνελάμβαναν οι αισθήσεις μας, θα μπορούσε να μην υπάρχει. Κι αν ένας άμορφος, υπόκωφος θρήνος φτάνει στ’ αφτιά μας, μήπως ακούμε τις αιτίες του ήχου; Ο αναπαλμός του αέρα βλέπεται, δεν ακούγεται: έτσι επιχειρηματολογούσε ο εν λόγω Φιλόνους, που δεν ήθελε να ξέρει αν, όταν απέστρεφε το πρόσωπό του, ο κόσμος διατηρούσε κάποιαν υπόσταση. Κι ούτε εμείς θέλουμε. Η Αθήνα που ονειρεύεται ν’ αποστρέφει το πρόσωπό της (μέσω επιχειρήσεων επιπέδου κι εκτάσεως «εθνοκάθαρσης», σαν να ‘ταν ο ίδιος ο αστικός ιστός πια η υφή ενός γενικευμένου Πανοπτικού), είναι μια πόλη σολιψιστών – ή, νέτα-σκέτα, ψυχωτικών, που η απότομη επαφή με την πραγματικότητα είναι μοιραίο να τους συντρίψει.

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!