Συνέντευξη της Marian Beitialarrangoitia, μέλος του SORTU και βουλευτίνας του συνασπισμού EHBILDU στο βασκικό Κοινοβούλιο στον Ερρίκο Φινάλη
Στην Ισπανία, όπως και αλλού, οι φυλακισμένοι δικαιούνται αποφυλάκιση εάν π.χ. έχουν εκτίσει το μεγαλύτερο μέρος της ποινής τους ή βρίσκονται στο τερματικό στάδιο ανίατης ασθένειας. Ωστόσο, μέχρι πριν από δύο μήνες υπήρχε μια κατηγορία φυλακισμένων που εξαιρούνταν απ’ αυτό. Η εξαίρεση αφορούσε τα μέλη της ΕΤΑ που διεξήγαγαν ένοπλο αγώνα από τη δικτατορία του Φράνκο έως το 2011, επιδιώκοντας την ανεξαρτησία της Χώρας των Βάσκων. Στην κατηγορία αυτή είχαν ενταχθεί, επιπλέον, και όσοι είχαν καταδικαστεί ως «απολογητές και συνεργάτες της τρομοκρατίας». Το καθεστώς αυτό διατηρήθηκε και μετά το 2011, παρά τη μονομερή διαρκή εκεχειρία που κήρυξε τότε η ΕΤΑ.
Η αδιαλλαξία της κυβέρνησης της Μαδρίτης δέχτηκε ισχυρό πλήγμα στις 21 Οκτωβρίου, όταν το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο του Στρασβούργου καταδίκασε τελεσίδικα την Ισπανία για τις εκδικητικές διακρίσεις σε βάρος των Βάσκων φυλακισμένων.
Μετά την απόφαση, η Μαδρίτη αναγκάστηκε να απελευθερώσει ήδη πολλούς Βάσκους φυλακισμένους – συνολικά αναμένεται να αποφυλακιστούν μέχρι το τέλος του χρόνου περίπου 40 άτομα. Με αφορμή αυτή την εξέλιξη, κι ενώ εντείνονται οι προσπάθειες για την ειρηνική επίλυση της σύγκρουσης, συζητήσαμε με την Marian Beitialarrangoitia, μέλος του SORTU και βουλευτίνα του συνασπισμού EHBILDU στο βασκικό Κοινοβούλιο.
Εδώ και μερικά χρόνια η βασκική ανεξαρτησιακή Αριστερά έχει αλλάξει την πολιτική της στρατηγική και ενεργοποιεί μια ειρηνευτική διαδικασία για να πετύχει την αναγνώριση του δικαιώματος των Βάσκων να αποφασίζουν οι ίδιοι. Ποιοι είναι οι στρατηγικοί στόχοι της πατριωτικής Αριστεράς; Γιατί υπήρξε αυτή η αλλαγή στρατηγικής;
Από την ίδρυσή της η πατριωτική Αριστερά παλεύει για την αναγνώριση των ιστορικών δικαιωμάτων του βασκικού λαού. Ο αγώνας για τον αυτοπροσδιορισμό του βασκικού λαού ήταν πάντα συνδεδεμένος με το δικαίωμα σε αξιοπρεπείς συνθήκες ζωής για τους πολίτες γενικά και για τους εργαζόμενους και εργαζόμενες ειδικά.
Αυτός ο ταξικός παράγοντας, αυτή η καίρια οπτική της διαδικασίας εθνικής απελευθέρωσης είναι ένα στοιχείο-κλειδί και αντικατοπτρίζεται στην ξεκάθαρη τοποθέτηση του βασκικού κινήματος για εθνική απελευθέρωση πάνω σε ζητήματα όπως η ριζοσπαστική κριτική ενάντια στο μοντέλο της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, ενάντια στην ιμπεριαλιστική λογική που το συνοδεύει και ενάντια στο μιλιταριστικό σύστημα που ενσαρκώνει το ΝΑΤΟ.
Αν δεν θυμόμαστε αυτές τις αξίες που αντιπροσωπεύει η πατριωτική Αριστερά, αν δεν δίνουμε σημασία στη σταθερή άρνησή της προς το μοντέλο της ισπανικής Μεταπολίτευσης του 1978 που δεν περιείχε καμιά δημοκρατική ρήξη και που σε σχέση με το καθεστώς των Αυτονομιών άφησε εκκρεμή την εθνική αναγνώριση του βασκικού λαού και το δικαίωμά του να αποφασίζει ελεύθερα για το μέλλον του, τότε δεν μπορεί να κατανοηθεί το πολιτικό σαμποτάζ στο οποίο επιδόθηκε η ισπανική κυβέρνηση μετά την αλλαγή στρατηγικής της πατριωτικής Αριστεράς.
Αν δεν ληφθεί υπ’ όψιν η νευρικότητα που προκαλεί στους διαχειριστές του status quo η ριζοσπαστική μεταμόρφωση που συνοδεύει από τη γέννησή της τη βασκική ανεξαρτησιακή Αριστερά δεν μπορεί να κατανοηθεί η απόλυτη άρνηση στο μοντέλο διαπραγματευτικής λύσης που αποσαφηνίζει η Διακήρυξη του Αϊέτε (Οκτώβριος 2011) και η ακόλουθη απόφαση της ΕΤΑ να δώσει τέλος σε πέντε δεκαετίες ένοπλης πάλης.
Κάποια πολιτικά αποτελέσματα της αλλαγής είναι ορατά: εκλογική υποστήριξη του Bildu, νομιμοποίηση του Sortu, διεθνής παρέμβαση… Αντίθετα, η Ισπανία και η Γαλλία αρνούνται έναν πολιτικό διάλογο για τις συνέπειες της σύγκρουσης (κρατούμενοι, αποστρατικοποίηση) και συνεχίζουν την επίθεση σε βασικά πολιτικά δικαιώματα των Βάσκων. Η νέα πολιτική στρατηγική της ανεξαρτησιακής Αριστεράς μπορεί να επιφέρει ένα πολιτικό μπλοκάρισμα χωρίς να καταφέρει να επιλύσει τις αιτίες και τις επιπτώσεις της σύγκρουσης; Ποια είναι η σημασία του προβλήματος των πολιτικών κρατουμένων;
Η πατριωτική Αριστερά ακολούθησε μια διαδικασία εσωτερικής αναζήτησης προορισμένης να υιοθετήσει μια νέα στρατηγική που θα αντιμετωπίσει καλύτερα τη διαδικασία της εθνικής και κοινωνικής απελευθέρωσης της χώρας μας. Τελικά επρόκειτο για την οικοδόμηση μιας πολιτικής στρατηγικής που θα απαντήσει με τρόπο αποτελεσματικότερο στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χώρα μας.
Δεν ήταν μόνο μια εσωτερική αλλαγή, παρ’ όλο που ξεκινούσε από μια εσωτερική σκέψη, αλλά μια ριζική μεταμόρφωση γιατί είχε τη φιλοδοξία να εξοπλίσει τους αριστερούς και τους οπαδούς της ανεξαρτησίας στη χώρα μας με νέα εργαλεία για να μπορέσουν να δώσουν την οριστική μάχη για τις δημοκρατικές συνθήκες που θα επιτρέψουν στο έθνος μας να είναι κυρίαρχο του μέλλοντός του, ξεπερνώντας τη λογική της αντίστασης στην οποία μας εγκλώβισαν οι επιθέσεις των δύο κρατών.
Αυτή η αλλαγή στρατηγικής επιβεβαιώθηκε στις κάλπες και η διαδικασία επίλυσης, όσο και να ενοχλεί την ισπανική και τη γαλλική κυβέρνηση, προσβλέπει εξίσου σε στέρεα και σταθερή υποστήριξη από τη διεθνή κοινότητα.
Η στήριξη των πολιτών και η διεθνής συμπόρευση είναι δύο θεμελιώδεις εγγυήσεις που δίνουν δύναμη στη δικιά μας δέσμευση, πολύ μακριά από την αποθάρρυνση που θέλουν να μας υποβάλουν οι εχθροί της ειρήνης.
Η υπομονή, όπως λένε, είναι επαναστατική αρετή. Και η πατριωτική Αριστερά με την υπεύθυνη στάση της δίνει μαθήματα πάνω σ’ αυτό. Είναι κάτι που δεν μπορούμε να αγνοήσουμε ώστε να διατηρήσουμε μια στάση σταθερής καταγγελίας σε σχέση με τις ενέργειες που φρενάρουν και μποϊκοτάρουν ανοιχτά την ελπίδα για μια δίκαιη και διαρκή ειρήνη, κάτι που συνεχίζει σήμερα όπως και χθες να είναι επείγουσα ανάγκη για τη χώρα μας.
Η πατριωτική Αριστερά θα συνεχίσει να εργάζεται για να ξεκαθαρίσουν τα προβλήματα που απειλούν την ειρηνευτική διαδικασία, γιατί ο στόχος εξακολουθεί ο ίδιος με πάντοτε: Να κλείσει ο κύκλος της ένοπλης σύγκρουσης, δίνοντας εδώ και τώρα απαντήσεις στις επιπτώσεις της σύρραξης, και να ανοίξει οριστικά και αμετάκλητα ο κύκλος του δικαιώματος απόφασης. Γιατί στον δικό μας ορίζοντα διακρίνεται μια χώρα ειρηνική αλλά και μια Χώρα των Βάσκων οργανωμένη ως ανεξάρτητο κράτος.
Νέο μοντέλο ευρωπαϊκής ενοποίησης με κυρίαρχους τους λαούς
Σε περιβάλλον συστημικής κρίσης, το Sortu αγωνίζεται για ένα κράτος ανεξάρτητο και σοσιαλιστικό. Ποια είναι η οπτική σας για την Ευρώπη και την Ευρωπαϊκή Ένωση;
Μέσω των θεσμικών οργάνων όπου κυριαρχεί το EHBILDU, ο συνασπισμός δυνάμεων της Αριστεράς και δυνάμεων υπέρ της ανεξαρτησίας στον οποίο συμμετέχει το Sortu, ακολουθεί μια πολιτική για την προστασία των πλέον ευάλωτων στρωμάτων από τις συνέπειες της συνταγής περικοπών βασικών υπηρεσιών και κοινωνικών δικαιωμάτων, συνταγή στην οποία αφιερώνεται η κυβέρνηση του Λαϊκού Κόμματος. Η δική μας πολιτική στα κοινωνικοοικονομικά και φορολογικά θέματα είναι ξεκάθαρα διαφορετική απέναντι στο μοντέλο τυφλής υπακοής στις επιταγές της τρόικας και της αποδοχής των κανόνων του παιχνιδιού του νεοφιλελεύθερου μοντέλου που επικρατεί στην Ε.Ε., ένα μοντέλο που το θεμέλιό του δεν το αμφισβητούν ούτε το Λαϊκό Κόμμα ούτε το Σοσιαλιστικό, ούτε ο βασκικός μετριοπαθής εθνικισμός που αντιπροσωπεύει το PNV. Έχουμε συνειδητοποιήσει την περιορισμένη δύναμη των τοπικών οργάνων, αλλά πιστεύουμε σταθερά ότι από αυτό το περιβάλλον, το πιο κοντινό στους πολίτες, πρέπει να ξεκινήσουν οι εναλλακτικές στο οικονομικό μοντέλο της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης που ευθύνεται για τη δυστυχία εκατομμυρίων ανθρώπων. Εργαζόμαστε για να αναπτύξουμε μοντέλα ενδογενούς ανάπτυξης με αποφασιστικό πρωταγωνιστικό ρόλο στο δημόσιο σύστημα, για την προώθηση αποτελεσματικών συστημάτων παραγωγής/χρήσης της ενέργειας ή της διαχείρισης των αποβλήτων. Πρόκειται να βάλουμε σε λειτουργία μηχανισμούς που να μας επιτρέπουν να σχεδιάζουμε μέρα τη μέρα πιο στέρεες πολιτικές που να υπηρετούν τη μετάβαση από ένα σύστημα εγωιστικό που αντιπροσωπεύει ο καπιταλισμός πάνω στον οποίο θεμελιώνεται η Ε.Ε., στο μοντέλο του σοσιαλισμού του 21ου αιώνα, βασισμένο στην αλληλεγγύη για την οποία θέλουμε να δουλέψουμε όχι μόνο στη Χώρα των Βάσκων αλλά επίσης, αν έτσι το αποφασίσει ο βασκικός λαός στις εκλογές του Μάιου του 2014 και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και σε πάρα πολλά άλλα φόρα στα οποία σίγουρα θα βρεθούμε με άλλες οργανώσεις της ευρωπαϊκής Αριστεράς, με το κοινό καθήκον να οικοδομήσουμε ένα νέο μοντέλο ενοποίησης στο οποίο θα κυριαρχεί η θέληση των λαών και τα δικαιώματα των εργαζομένων.