Η Μαρία Ράπτη έχει την ικανότητα όχι μόνο να δημιουργεί έναν δικό της κόσμο στα βιβλία της, αλλά σε κάνει να βυθιστείς σε αυτόν.

Διάβασα τα «Παιδικά τραγουδάκια» και μετά «Το σπίτι της» που κυκλοφορούν από τις εκδόσεις BELL. Ειδικά στο πρώτο σου δημιουργείται η εντύπωση πως έχεις να κάνεις με λογοτεχνία του φανταστικού, κάτι που διαψεύδεται στη συνέχεια. Ένα μοναστήρι με σκοτεινό παρελθόν, χαμένο στην ερημιά των βουνών πρόκειται να μετατραπεί σε σχολείο.

Η ηρωίδα φθάνει εκεί για να αναλάβει τη διεύθυνσή του, όμως όχι μόνο φαίνεται πως κάποιοι δεν θέλουν καθόλου τα σχολείο, αλλά και την ίδια κάτι μυστηριώδες τη συνδέει με τον τόπο και την ιστορία του.

Θα αγγίξει σταδιακά ακόμα και τα όρια της τρέλας, θα κινδυνέψει θανάσιμα. Και η λύση θα είναι κάτι που δεν περιμένει κανείς.

Στο «Σπίτι της» η ηρωίδα επιστρέφει στον γενέθλιο τόπο, όπου έχει να αντιμετωπίσει το δράμα της εξαφάνισης της αδερφής της κάτω από πολύ παράξενες συνθήκες. Αν κι έχουν περάσει χρόνια κανείς δεν μπορεί να εξηγήσει τι ακριβώς είχε συμβεί, κι αυτό τη στοιχειώνει.

Κι εδώ η ηρωίδα θα αγγίξει την τρέλα. Θα νιώσει ενοχές. Έχουν άραγε βάση; Κάποια γράμματα που ανακαλύπτει δίνουν μια εντελώς διαφορετική τροπή στην υπόθεση.

Μυστήριο και σασπένς με αφηγηματική δεινότητα από τη συγγραφέα που αποδεικνύει πως όλα μπορεί να συμβούν.

Ακόμη και στις καλύτερες οικογένειες!

Με ενδιαφέρει πολύ η σχετικότητα στη ζωή μας και προσπαθώ να την παρατηρώ όσο μπορώ. Η βιωμένη εμπειρία του καθενός μας μπορεί για ίδια γεγονότα να διαφέρει ριζικά και αυτό είναι τρομακτικό όσο και συναρπαστικό

Τα «Παιδικά τραγουδάκια» μοιάζει να ανήκουν καθώς τα διαβάζεις στην αρχή στη λεγόμενη «λογοτεχνία του φανταστικού». Όμως τελικά η πραγματικότητα ξεπερνά τη φαντασία;

Η πραγματικότητα πράγματι ξεπερνά τη φαντασία, δυστυχώς. Η φαντασία του ανθρώπου είναι ανεξάντλητη, όμως το ίδιο φοβάμαι ότι ισχύει και για τη σκληρότητά του. Παρόλα αυτά, χαίρομαι που τα «Παιδικά Τραγουδάκια» παραπλανούν έστω και πρόσκαιρα τον αναγνώστη. Ήταν από αυτά που ήθελα να πετύχω, για να μπορέσω να τον προσγειώσω αργότερα στον ρεαλισμό.

Και στο «Σπίτι της» είναι πολλές οι ανατροπές. Έχετε εμπνευστεί από πραγματικά γεγονότα σε αυτή την περίπτωση;

Ναι, υπάρχει μια σύνδεση με πραγματικά γεγονότα που συνέβησαν κάποια χρόνια νωρίτερα, όμως δεν πρόκειται για μια πιστή αποτύπωσή τους, αποτέλεσαν θα έλεγα την έμπνευσή μου ‒αν μπορούμε να ονομάσουμε έμπνευση τόσο φριχτά συμβάντα. Πάντως, όπως αναφέρω και στο βιβλίο, τα πραγματικά γεγονότα είναι πολύ χειρότερα, πολύ πιο βίαια και ακραία από αυτά που επέλεξα να συμπεριλάβω τελικά.

Και στις δυο περιπτώσεις οι ηρωίδες σας βρίσκονται σε ένα μεταίχμιο, όπου φαίνεται σα να τρελαίνονται, νιώθουν ενοχές και δεν γνωρίζουν τι μπορεί να έχουν κάνει. Πώς μπορέσατε να παρουσιάσετε τόσο πειστικά αυτά τα παιχνίδια του μυαλού;

Με ενδιαφέρει πολύ η σχετικότητα στη ζωή μας και προσπαθώ να την παρατηρώ όσο μπορώ. Η βιωμένη εμπειρία του καθενός μας μπορεί για ίδια γεγονότα να διαφέρει ριζικά και αυτό είναι τρομακτικό όσο και συναρπαστικό. Και, βέβαια, μπορεί εύκολα να γίνει αντικείμενο εκμετάλλευσης (άλλωστε, όποιος ελέγχει την πραγματικότητα έχει απόλυτη εξουσία πάνω στον άλλον). Μου αρέσει να το εντάσσω αυτό στη γραφή μου γιατί είναι κάτι που θέλω να αναδεικνύω. Έτσι οι ηρωίδες μου ‒για διαφορετικούς λόγους‒ αμφιβάλλουν για την πραγματικότητα. Και, φυσικά, η αβεβαιότητά τους αυτή δημιουργεί αγωνία, ανεβάζει την ένταση στην αφήγηση.

Τι είναι αυτό που οδήγησε εσάς στο αστυνομικό μυθιστόρημα; Ποιες θεωρείτε ως επιρροές σας;

Θεωρώ πως κινούμαι περισσότερο στον χώρο του ψυχολογικού θρίλερ, καθώς συνήθως τα βιβλία μου δεν περιέχουν αστυνομική έρευνα. Τα θρίλερ και οι τρομακτικές ιστορίες ανήκουν στις μεγάλες μου αγάπες, για εμένα είναι μια μορφή ψυχαγωγίας, οπότε μάλλον μοιραία οδηγήθηκε σε αυτά. Ακόμη, το είδος του ψυχολογικού θρίλερ απαιτεί σχολαστική επεξεργασία της πλοκής, κάτι που με ενδιαφέρει και με γοητεύει πολύ. Έχω διαβάσει όλα τα είδη λογοτεχνίας, αλλά σίγουρα έχω επηρεαστεί από τους κλασικούς του τρόμου, τον Λάβκραφτ, τον Πόε, την Τζάκσον, αλλά από πιο σύγχρονους όπως η Άντγουντ και φυσικά ο «βασιλιάς» Κινγκ. Όμως νομίζω ότι κάθε ανάγνωσμα επηρεάζει το γράψιμό μου: η ελληνική δημώδης ποίηση, η δυστοπική λογοτεχνία, το κλασικό μυθιστόρημα, το θέατρο.

Πιστεύετε πως η αστυνομική λογοτεχνία γνωρίζει άνθιση στη χώρα μας;

Σαφώς. Κάθε χρόνο πληθαίνουν τα βιβλία από Έλληνες συγγραφείς του είδους, τα περισσότερα από τα οποία μάλιστα είναι πολύ αξιόλογα. Άλλωστε υπάρχει παγκόσμια άνθιση του αστυνομικού βιβλίου. Ίσως αυτό να οφείλεται στο γεγονός ότι το θρίλερ και η αστυνομική λογοτεχνία ταιριάζει με την γρήγορη και στοχοκεντρική εποχή που ζούμε: βασίζεται σε γρήγορη εναλλαγή γεγονότων και συνήθως στο τέλος οδηγεί σε λύσεις, οπότε μας προσφέρει την αίσθηση της ολοκλήρωσης.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!