του Κώστα Γκιώνη
Ο Μάης του ’68, αν και σχετικά μικρής διάρκειας, άφησε ανεξίτηλο το αποτύπωμά του στις καρδιές αυτών που συμμετείχαν, αλλά και σε μια ολόκληρη γενιά. Έγινε φως, ελπίδα κι ήρθε και φώλιασε σε εκατομμύρια νέους ή και λιγότερο νέους, γεννώντας αμφισβήτηση, ανυπακοή και όραμα. Αυτά που συνέβηκαν την Παρισινή Άνοιξη, είναι πρωτοποριακά ακόμα και για σήμερα. Ένας κόσμος έμαθε να ονειρεύεται με τα μάτια ορθάνοιχτα, και όχι μόνο. Έμαθε ότι, αν θέλουν οι πολλοί, τίποτα δεν είναι αδύνατο. Κανένας δεν μπορεί να σταματήσει το όνειρο να γίνει πραγματικότητα.
Τα γεγονότα
Το Γενάρη του ’68 γίνονται μεγάλες κινητοποιήσεις των εργατών και των οικοδόμων. Τον Μάρτη μια απόφαση του πρύτανη του πανεπιστημίου της Ναντέρ να μην έρχονται σε επαφή οι φοιτητές με τις φοιτήτριες γίνεται η θρυαλλίδα της ανυπακοής των φοιτητριών την νύκτα της 21ης προς 22 Μάρτη: αγνοώντας την απόφαση, ξημερώθηκαν στους κοιτώνες των φοιτητών. Tην επόμενη μέρα έγινε κατάληψη του πανεπιστημίου. Στις 28 Απριλίου γίνεται η μεγαλειώδης συγκέντρωση των αντιφασιστών φοιτητών, Ελλήνων, Ισπανών και Πορτογάλων, οι οποίοι με τη βοήθεια των Γάλλων ανεξάρτητων φοιτητών δημιουργούν τον προάγγελο των γεγονότων του Μάη, που δεν αργεί ν’ ανθίσει μετά από λίγες μέρες. Από τις 14 μέχρι τις 18 Μάη καταλήφθηκαν όλα τα εργοστάσια, οι τόποι εργασίας, η όπερα, τα θέατρα… τα πάντα ήταν στα χέρια των εργαζομένων, των επιτροπών δράσης και των εργατικών συμβουλίων.
Οι μαρτυρίες
Ο φίλος Γκαμπριέλ Κεβορκιάν, Αρμένιος γεννημένος και μεγαλωμένος στην Ελλάδα, βρίσκεται ως φοιτητής στο Παρίσι, όπου ζει 65 χρόνια και θυμάται:
«Ήμουν φοιτητής θυμάμαι στo Πανεπιστήμιο Paris III, στο Ινστιτούτο Θεάτρου. Είχαμε καταλάβει τις αίθουσες. Μέναμε μέσα 24 ώρες το 24ωρο, τρώγαμε μέσα, δεν αγοράζαμε ποτέ τίποτα: όλα μας ερχόντουσαν από τους γείτονες και τα καταστήματα τριγύρω. Ό,τι δεν είχαν πουλήσει μας τα έφερναν μόνοι τους, διότι κι αυτοί ήταν με τη δικιά μας πλευρά… Τρεις Παρασκευές το Καρτιέ Λατέν πήρε φωτιά: ξηλώναμε όλο το μπουλβάρ Σεν Μισέλ – που δεν ήταν άσφαλτος, ήταν φτιαγμένο με πέτρες μετά το πέρασμα των Γερμανών. Αυτό έγινε δύο Παρασκευές του Μάη και την πρώτη Παρασκευή του Ιουνίου… Όταν άνοιξε η Σορβόνη ο Πομπιντού ήταν πρωθυπουργός, αυτός είχε την ευθύνη. Ο Ντε Γκολ είχε πάει στη Γερμανία να δει ορισμένους στρατιωτικούς: εάν τα πράγματα γινόντουσαν χειρότερα, να ήταν έτοιμοι να έρθουν για “βοήθεια”! Θυμάμαι τη Σορβόνη με χιλιάδες κόσμο, να έχει όχι μόνο φοιτητές αλλά και πολιτικούς, φιλόσοφους κ.ά., όπως ο Μιτεράν, ο Ζαν Πολ Σαρτρ, ο Γκοντάρ… Το Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών έκλεισε τις πόρτες, διότι ο Γκοντάρ και ο Τριφό είπαν ότι δεν μπορούμε να συνεχίσουμε με όλα αυτά που ακούμε από το Παρίσι – κι έτσι έγινε. Από τα θέατρα, πολλά είχαν κλείσει, αλλά ευτυχώς τα σινεμά έμειναν ανοιχτά και μπόρεσα να δω το Θεώρημα του Παζολίνι και το Blow-Up του Αντονιόνι: δύο έργα που εντυπώθηκαν στο Μάρμαρο της Μνήμης μου… Όταν γράφω κάπου-κάπου για τον Μάη του ’68, το λέω στα γαλλικά: Le Joli Mois de Mai ’68, που σημαίνει “Ο ωραίος μήνας του Μάη ’68”. Εγώ ο Ξένος, που δεν ήξερα πολλά, ούτε πολιτικά ούτε από κουλτούρα, γεννήθηκα τότε για τα καλά. Μπροστά μου άνοιξε αυτή η πόρτα που ήταν ο Μάης του ’68. Νομίζω ότι καλώς ή κακώς μέχρι σήμερα ζω στην ίδια φιλοσοφία, στο ίδιο φως που ποτέ δεν σβήνει».
Άλλος ένας αγαπημένος μου φίλος, εικαστικός, συντηρητής έργων τέχνης, σκηνοθέτης και εξαιρετικός ποιητής, ο Λεωνίδας Τσιριγκούλης, ο οποίος έζησε τα γεγονότα που τόσο πολύ τον σημάδεψαν ως άνθρωπο και ως προσωπικότητα, μου εξιστορεί μερικά απ’ αυτά:
«Οι γενικές συνελεύσεις είχαν επεκταθεί σε όλη τη Γαλλία. Στα εργοστάσια, στα θέατρα, στις βιοτεχνίες, στα πανεπιστήμια, ακόμα και στα αστυνομικά τμήματα. Οι φοιτητές καταργήσανε τους καθηγητές. Οι τεταρτοετείς φοιτητές δίδασκαν τους νεότερους, όχι όμως από την έδρα, αλλά ανάμεσα στους συμφοιτητές τους. Οι Έλληνες φοιτητές είχαν καταλάβει το Ελληνικό Σπίτι στην πανεπιστημιούπολη. Στις τράπεζες οι εργαζόμενοι ανέλαβαν με τις συνελεύσεις τους τη διοίκηση. Οι ασθενείς είχαν αναλάβει τη διοίκηση των νοσοκομείων. Οι ποιητές στους δρόμους απάγγελλαν τα ποιήματά τους. Όλοι οι γνωστοί ηθοποιοί, και όχι μόνο, στήνανε αυτοσχέδιες παραστάσεις στις πλατείες. Η έλλειψη συγκοινωνιών λύθηκε από τους μεμονωμένους πολίτες, που πέρναγαν με τα ΙΧ τους και φώναζαν πού πάνε. Οι κλειστοί παιδικοί σταθμοί αντικαταστάθηκαν από τις μητέρες που είχαν διαφορετικές βάρδιες: κάνανε παιδικούς σταθμούς τα θυρωρεία. Οι μητέρες ήταν πιο τρυφερές, και τα παιδιά είχαν πιο γρήγορη κοινωνικοποίηση. Ο Έλληνας που ξεχώριζε στις διαδηλώσεις με την ενέργειά του, τον παθιασμένο λόγο του, αλλά και με το ιδιαίτερο περπάτημά του, ήταν ο τροτσκιστής δικηγόρος Θόδωρος Σταυρόπουλος. Όταν ρωτήθηκε ο Ντανιέλ Κον Μπεντίτ “από πού εμπνευστήκατε”, η απάντηση ήταν “από τον Έλληνα φιλόσοφο Κορνήλιο Καστοριάδη και το περιοδικό Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα”».
«Έλληνες στον Μάη του ’68»
Αυτός είναι ο τίτλος ενός ντοκιμαντέρ που παρουσίασε στην ΕΡΤ ο Δημήτρης Παπαχρήστος το 1988 για τα 20 χρόνια της εξέγερσης. Σ’ αυτό παρουσιάζεται σπάνιο οπτικοακουστικό αρχειακό υλικό, αλλά και συνεντεύξεις με σπουδαίους Έλληνες που ήταν εκεί: τον Κορνήλιο Καστοριάδη, τον Θόδωρο Σταυρόπουλο, τον Νίκο Κούνδουρο, τον Κώστα Φέρρη, τον Γιώργο Καραμπελιά, τον Σπύρο Βέργο και τον Μιχάλη Ράπτη (Πάμπλο). Παραθέτω ένα απόσπασμα απ’ όσα είπε ο Κορνήλιος Καστοριάδης:
«Με όλα τα κινήματα που υπήρχαν τότε, και ειδικά με τον Γαλλικό Μάη, αρχίζει να μετατοπίζεται η κριτική. Παύουν πια να λένε ότι ο καπιταλισμός καταδικάζει τον κόσμο να ζει στη μιζέρια, να μην έχει ψωμί να φάει, πράγμα που είχε πάψει να είναι αληθινό ή τόσο σημαντικό με την ανάπτυξη του καπιταλισμού μετά τον πόλεμο, και συγκεντρώνονται στο τι είναι η ζωή μέσα στο καπιταλισμό. Γιατί θέλουμε να ζούμε για να βλέπουμε τηλεόραση, να έχουμε καταναλωτικά αγαθά; Αυτό εμφανίζεται πιο έντονα στους νέους, και δεν είναι τυχαίο ότι η νεολαία παίζει σημαντικό ρόλο, γιατί είναι σε επαφή με τις αξίες που προσφέρει το σύστημα αυτό. Καταλαβαίνει ότι στην Αμερική αυτό που προσφέρει, εκτός από τα καταναλωτικά αγαθά, είναι ο πόλεμος στο Βιετνάμ. Στη Γαλλία αυτό που καταλαβαίνει είναι ότι αυτό που της προσφέρει το σύστημα είναι μια καριέρα χωρίς αξίες, μια κούρσα για να ανέβει στις ανώτερες θέσεις, για να έχει περισσότερα χρήματα, δεύτερη τηλεόραση και δεύτερο αυτοκίνητο. Έτσι φτάνει το κίνημα σε μια κριτική του καπιταλισμού σε πολύ βασικότερα σημεία απ’ ό,τι οι παραδοσιακές κριτικές. Αυτά που έγραφε από το 1959 το περιοδικό Σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα επικυρώθηκαν από το κίνημα».
Ο Παρισινός Μάης μας δίδαξε ότι υπάρχει ένας άλλος τρόπος να λειτουργούν οι κοινωνίες, χωρίς εξουσίες και αναθέσεις. Και, όπως ειπώθηκε μετά, τίποτα δεν είναι όπως πριν το Μάη!