Παρουσιάζοντας την αναθεωρημένη βρετανική πολιτική, ο Τζόνσον ξεχώρισε ως κύρια απειλή τη Ρωσία, αλλά στο βάθος έβλεπε (και) την Κίνα. Δεν είναι τυχαίο το βάρος που έδωσε στην «πλέον φιλόδοξη ανάπτυξη της ναυτικής μας δύναμης εδώ και δεκαετίες» με αιχμή το νέο καύχημα του βρετανικού στόλου, το αεροπλανοφόρο Βασίλισσα Ελισάβετ, που θα ξεκινήσει την «περιοδεία» του στη Μεσόγειο και θα καταλήξει στη γειτονιά της Κίνας. «Θα προβάλλουμε την τελευταίας αιχμής στρατιωτική ισχύ μας σε υποστήριξη του ΝΑΤΟ και της διεθνούς ασφάλειας της ναυσιπλοΐας», είπε. Η στοχοποίηση του Πεκίνου, που διεκδικεί τον έλεγχο της Νότιας Σινικής Θάλασσας, είναι έμμεση αλλά σαφής. Βέβαια οι λέξεις που χρησιμοποιούνται για την Κίνα είναι προσεκτικά διαλεγμένες: οι Βρετανοί είναι αρκετά ρεαλιστές για να μην φαντασιώνονται ότι μπορούν να μιλούν και να συμπεριφέρονται στην Κίνα όπως στη Ρωσία…
Κατά τα άλλα, εύκολα διακρίνει κανείς πίσω από τα «πολιτικώς ορθά» λόγια που ακολουθούν μια σύγχρονη εκδοχή της πολιτικής των κανονιοφόρων, αποκαλυπτική των ανανεωμένων φιλοδοξιών του βρετανικού ιμπεριαλισμού: «Το ταξίδι του αεροπλανοφόρου μας θα βοηθήσει την κυβέρνηση της Αυτής Μεγαλειότητας να εμβαθύνει τους διπλωματικούς δεσμούς και την επιδίωξη κοινής ευημερίας με τους συμμάχους μας σε όλο τον κόσμο. Είμαι ιδιαίτερα αισιόδοξος για τη μελλοντική θέση του Ηνωμένου Βασιλείου στον κόσμο και για την ικανότητά μας να εκμεταλλευθούμε τις ευκαιρίες που παρουσιάζονται καθώς διαμορφώνουμε τον κόσμο του μέλλοντος». Τα μέσα που τίθενται στην υπηρεσία του σχεδίου πανηγυρικής επιστροφής της Βρετανίας στο διεθνές στερέωμα δεν είναι μόνο τα αεροπλανοφόρα και τα πυρηνικά όπλα. Μεταξύ άλλων, δεκάδες δισεκατομμύρια λίρες θα επενδυθούν στην ανάπτυξη τεχνολογιών αιχμής, στην ενεργητική «παρέμβαση» του Λονδίνου στον κυβερνοχώρο, αλλά και στην αντιπαράθεση που μαίνεται βουβά για τον έλεγχο των δύο πόλων της γης, όπως και του διαστήματος…

Την 1η Ιουλίου του 1968 υπογράφηκε ταυτόχρονα στην Ουάσιγκτον, τη Μόσχα και το Λονδίνο η Συνθήκη Μη Διάδοσης Πυρηνικών Όπλων. Σήμερα σε αυτήν συμμετέχουν όλα τα κράτη μέλη του ΟΗΕ πλην του Ισραήλ, της Ινδίας, του Πακιστάν, της Βόρειας Κορέας και του Νότιου Σουδάν. Μέχρι πρόσφατα, οι διαδοχικές βρετανικές κυβερνήσεις, Εργατικές και Συντηρητικές, λίγο-πολύ βάδιζαν στο πνεύμα της συμφωνίας, και είχαν ανακοινώσει τη σταδιακή μείωση των 200 πυρηνικών κεφαλών που διαθέτει η χώρα τους. Όχι πια. Με την υιοθέτηση μιας αναθεωρημένης ατζέντας σε ζητήματα «ασφάλειας, άμυνας, ανάπτυξης και εξωτερικής πολιτικής», την οποία παρουσίασε αυτήν την εβδομάδα ο πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον στη βρετανική βουλή*, όλα αλλάζουν. Το πυρηνικό οπλοστάσιο δεν αποτελεί εξαίρεση: ανακοινώθηκε η αύξησή του κατά 30%, με την πρόβλεψη οι βρετανικές πυρηνικές κεφαλές να αυξηθούν το αμέσως επόμενο διάστημα σε 260.

Πολλοί γράφουν για το πώς αυτή η απόφαση παραβιάζει τις διεθνείς συμφωνίες, υπηρετεί τα σχέδια των ΗΠΑ κ.ο.κ. Έχουν και δεν έχουν δίκιο. Καταρχήν, οι διεθνείς συμφωνίες δεν παραβιάζονται ξαφνικά τώρα από τη Βρετανία: έχουν γίνει κουρελόχαρτο εδώ και χρόνια, σε όλα τα επίπεδα, χωρίς να τηρούνται πια ούτε τα προσχήματα. Η διεθνής νομιμότητα, οι κανόνες του ΟΗΕ, οι προηγούμενες διευθετήσεις μεταξύ των Μεγάλων, όλα έχουν ανατιναχθεί. Ο κόσμος είναι πιο χαοτικός παρά ποτέ, οι κρίσεις που διαπερνούν το ενιαίο πλέον σύστημα κοινωνικών σχέσεων είναι μόνιμες, οι γενοκτονικές επεμβάσεις των ισχυρών σε τρίτες χώρες πολλαπλασιάζονται, η περιφρόνηση των ελίτ προς τις λαϊκές τάξεις έχει χτυπήσει κόκκινο, η δημοκρατία θεωρείται αναχρονισμός, οι ανταγωνισμοί παροξύνονται, και η υπονόμευση των όρων επιβίωσης του πλανήτη και της ανθρωπότητας επιταχύνεται. Όλοι στρέφονται εναντίον όλων, οι όποιες «συμμαχίες» είναι πρόσκαιρες, και αναδύονται νέες δυνάμεις, που δεν κρύβουν τις επεκτατικές φιλοδοξίες τους. Η πανδημία, απότοκο κι αυτή του παρατεταμένου βιασμού της φύσης, είναι απλά το κερασάκι στην τούρτα – κι άλλη μια ευκαιρία για λυσσαλέο διεθνή ανταγωνισμό και ταυτόχρονα καθυπόταξη των από κάτω.

Η βρετανική ελίτ δεν θα αφήσει ανεκμετάλλευτες τις νέες χαραμάδες-ευκαιρίες

Σε αυτό το τοξικό περιβάλλον, κι αφού έχει απαλλαγεί από μια Ε.Ε. την οποία θεωρούσε πλέον περιοριστικό βραχνά, ένα σημαντικό τμήμα της βρετανικής μεγαλοαστικής τάξης τώρα ξεδιπλώνει ανοιχτά τις φιλοδοξίες του. Μετά από σχεδόν ογδόντα χρόνια διαρκούς καθοδικής πορείας, που κατέστησαν την πάλαι ποτέ Βρετανική Αυτοκρατορία κολαούζο των ΗΠΑ και απλό συμπαίκτη των λοιπών ευρωπαϊκών ισχυρών κρατών, η άρχουσα τάξη θεωρεί ότι ήρθε η ώρα να καταστεί ξανά η Βρετανία παγκόσμια δύναμη. Βλέπει τις χαραμάδες που ανοίγονται μετά την κατάρρευση των παλιότερων διευθετήσεων, διαπιστώνει ότι οι ΗΠΑ έχουν βυθιστεί σε διαρκή κρίση και δίνουν μάχη για να κρατηθούν στον αφρό, γνωρίζει καλά ότι η πάλαι ποτέ ευρωπαϊκή ολοκλήρωση παραπαίει… και αποφασίζει ότι τώρα πρέπει και μπορεί το «θαλασσινό κράτος» να εκμεταλλευθεί την ευκαιρία.

Το Λονδίνο βάζει μπροστά ένα πρόγραμμα ανάλογο με τα αντίστοιχα άλλων αυτοκρατοριών που παρήκμασαν και τώρα διεκδικούν την αναβίωσή τους, σε βάρος πάντα των πιο αδύναμων

Αναπτύσσει λοιπόν μπροστά στα μάτια των δήθεν έκπληκτων αναλυτών το δικό της μεγαλοκρατικό σχέδιο, στην υπηρεσία του οποίου βάζει όλα τα όπλα που έχει: τις σχέσεις της με τα κράτη της Κοινοπολιτείας, το πυρηνικό της οπλοστάσιο και την πολεμική βιομηχανία της, το Σίτι του Λονδίνου και το «προαιώνιο» χώσιμο της στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα, τα κοιτάσματα πετρελαίου και αερίου που διαθέτει, τις βάσεις που διατηρεί σε ξένα εδάφη (δεν είναι τυχαίο που ο Τζόνσον διακηρύττει ότι είναι αναγκαίο να αναπτυχθεί δραστικά η «εμβέλεια» των βρετανικών βάσεων στην Κύπρο) κ.ο.κ. Για να στηρίξει αυτό το σχέδιο, προωθεί και στο εσωτερικό ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο, που υπόσχεται στις λαϊκές τάξεις ότι θα ωφεληθούν κι αυτές από την αναγέννηση του βρετανικού λέοντα.

Πρώην αυτοκρατορίες διεκδικούν την αναβίωσή τους στον χαοτικό σημερινό κόσμο

Το σχέδιο του Λονδίνου δεν είναι να επιβεβαιωθεί απλά ως παγκόσμιος λοχίας της Ουάσιγκτον, αλλά να ανέβει ξανά στο διεθνές στερέωμα ο βρετανικός ιμπεριαλισμός ως σεβαστή από όλους δύναμη, με παρουσία και «ζωτικά συμφέροντα» και σε γειτονιές πολύ απομακρυσμένες από την Ευρώπη. Βάζει λοιπόν μπροστά ένα πρόγραμμα, μέρος του οποίου είναι και η αύξηση του αριθμού των πυρηνικών κεφαλών που θα «περιπολούν» με υποβρύχια σε όλο τον κόσμο, ανάλογο με τα αντίστοιχα της Μόσχας, της Άγκυρας και άλλων αυτοκρατοριών που παρήκμασαν και τώρα διεκδικούν την αναβίωσή τους – σε βάρος πάντα των πιο αδύναμων, που μάταια επικαλούνται μια διεθνή νομιμότητα ντε φάκτο καταργημένη. Το ελάχιστο του μηνύματος που εκπέμπεται από τον Τζόνσον είναι ότι κανείς δεν θα μπορεί να θεωρεί πια τη Βρετανία υποδεέστερη δυνάμεων όπως η (επίσης πυρηνική, και με τις δικές της φιλοδοξίες) Γαλλία, ή η Γερμανία, πάλαι ποτέ αδιαμφισβήτητη ηγεμόνας της Ευρώπης.

Τελικά, οι νέες κατευθύνσεις του βρετανικού ιμπεριαλισμού, ναι, κουρελιάζουν ό,τι είχε απομείνει όρθιο από τη Συνθήκη Μη Διάδοσης Πυρηνικών Όπλων και από ανάλογες διεθνείς διευθετήσεις του παρελθόντος. Και με αυτόν τον τρόπο αποτελούν τροχιοδεικτικές βολές που αποκαλύπτουν τις δυναμικές τάσεις της διόλου θαυμαστής νέας εποχής στην οποία έχει μπει η ανθρωπότητα: ισχυρό τμήμα των αλληλοσπαρασσόμενων παγκόσμιων ελίτ εκτιμά ότι έχει παρέλθει η εποχή που οι προηγούμενες ολοκληρώσεις τις εξυπηρετούσαν. Τώρα, το σύνθημα για την επιβίωση στη ζούγκλα που οι ίδιες ελίτ δημιούργησαν είναι «ο καθένας για λογαριασμό του». Βρισκόμαστε ενόψει παγκόσμιου γεωπολιτικού αναδασμού, που πιθανότερο είναι να εντείνει τις επικίνδυνες ανισορροπίες παρά να δημιουργήσει μια νέα ισορροπία…

* Βλ. «Global Britain in a Competitive Age» (Παγκόσμια Βρετανία σε μια Ανταγωνιστική Εποχή) στον ιστότοπο της βρετανικής κυβέρνησης (www.gov.uk)

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!