Στους περισσότερους εξωτερικούς παρατηρητές, η απόπειρα του Νοτιοκορεάτη προέδρου να επιβάλει στρατιωτικό νόμο προκάλεσε έκπληξη. Ακόμη και η φρασεολογία θύμιζε σκηνή από φτηνή προπαγανδιστική ταινία της δεκαετίας του 1970, καθώς στο νυχτερινό τηλεοπτικό διάγγελμά του ο Γιουν Σοκ-γιολ είπε ότι ο στρατιωτικός νόμος ήταν αναγκαίος «για να διασφαλιστεί η φιλελεύθερη Νότια Κορέα από την κομμουνιστική απειλή του Βορρά» και «να εξαλειφθούν οι ξεδιάντροπες φιλοβορειοκορεατικές αντικρατικές δυνάμεις»(1). Εννοούσε την αντιπολίτευση! Αυτά, μαζί με τις εικόνες στρατιωτών να σπάνε τα μεσάνυχτα τα τζάμια στο κτίριο της βουλής για να μπουν μέσα, ήταν ένα δυσάρεστο φλας μπακ στις μαύρες δεκαετίες των παλιότερων αμερικανοκίνητων πραξικοπημάτων.
Έκπληξη λοιπόν εκτός Κορέας, αλλά όχι και τόσο μεγάλη εντός: ήδη από τον Αύγουστο τα κόμματα της αντιπολίτευσης υποψιάζονταν ότι μεθοδεύεται μια τέτοια εξέλιξη. Αιτία ήταν ότι ο διεφθαρμένος και ακραία φιλοαμερικάνος πρόεδρος Γιουν Σοκ-γιολ διόρισε ως υπουργό Άμυνας τον έως τότε επικεφαλής της Προεδρικής Υπηρεσίας Ασφαλείας – κι αυτός με τη σειρά του έβαλε «δικούς του» ανθρώπους σε θέσεις-κλειδιά (στρατιωτική υπηρεσία πληροφοριών, ειδικές δυνάμεις κ.λπ.). Οι εκτιμήσεις για επικείμενο «θεσμικό» πραξικόπημα, με την απαραίτητη έγκριση των ΗΠΑ βέβαια, έφτασαν έτσι να συζητηθούν και εντός της βουλής.
Θεατρινισμοί και πραγματικότητα
Οργίλες ήταν οι αντιδράσεις της προεδρικής εκπροσώπου και του νέου υπουργού Κιμ Γιονγκ-χιουν, οι οποίοι μίλησαν για «ψευδείς φήμες που προκαλούν κοινωνική αναταραχή εις βάρος της εθνικής ασφάλειας» και «πολιτικές ανοησίες που βιάζουν την κοινή λογική», φτάνοντας τελικά να κατηγορήσουν την αντιπολίτευση ότι «κινδυνολογεί για να δικαιολογήσει μια πρόταση μομφής κατά του προέδρου». Το αποκορύφωμα των θεατρινισμών ήταν η ακρόαση του υπουργού Άμυνας από τη βουλή στις 2/9, στην οποία είπε: «Εάν κηρύσσαμε στρατιωτικό νόμο, ποιος πολίτης θα το αποδεχόταν; Θα το αποδεχόταν ο στρατός μας; Δεν νομίζω. Ούτε εγώ δεν θα το αποδεχόμουν!»(2).
Κατά πόσο επρόκειτο για «ανοησίες» φάνηκε τη νύχτα της Τρίτης προς Τετάρτη, όταν ο ίδιος υπουργός Άμυνας έστελνε τις ειδικές μονάδες να εμποδίσουν την είσοδο των βουλευτών στη βουλή – ώστε να μην απορρίψουν, όπως έχουν το δικαίωμα από το Σύνταγμα, τον στρατιωτικό νόμο. Οι ΗΠΑ (δίχως το πράσινο φως των οποίων ο Γιουν Σοκ-γιολ δεν τολμά ούτε να βήξει) αρχικά περιορίστηκαν να δηλώσουν ότι «παρακολουθούν την κατάσταση». Κι όταν διαπίστωσαν δυναμική αντίδραση από την αντιπολίτευση και τον λαό, δήλωσαν ότι «δεν είχαν ενημερωθεί», κι άφησαν τους πραξικοπηματίες να βγάλουν μόνοι τους τα κάστανα από τη φωτιά.
Τελικά οι περισσότεροι βουλευτές της αντιπολίτευσης κατάφεραν να μπουν στη βουλή, όπου έχουν πλειοψηφία, και απέρριψαν το σχετικό προεδρικό διάταγμα με 190 ψήφους σε σύνολο 300. Από τους 108 βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος, ούτε ένας δεν εμφανίστηκε για να υποστηρίξει τον στρατιωτικό νόμο – υπήρξαν όμως λίγοι που μπήκαν και καταψήφισαν το πραξικόπημα (αυτό, όπως θα δούμε, έχει σημασία για το τι μέλλει γενέσθαι το επόμενο διάστημα). Έτσι μέσα σε λίγες ώρες ο Γιουν Σοκ-γιολ υποχρεώθηκε να ακυρώσει το σχετικό διάταγμα, με χιλιάδες λαού να πανηγυρίζουν και τον υπουργό Άμυνας να παραιτείται, σε μια απόπειρα εκτόνωσης της λαϊκής οργής.
«Απονενοημένο διάβημα»;
Υπάρχουν δύο μεγάλα ερωτήματα: Πρώτον, γιατί το νοτιοκορεατικό καθεστώς προέβη σε αυτό που εκ των υστέρων φάνηκε ως «απονενοημένο διάβημα»; Και δεύτερον, τι θα γίνει από εδώ και πέρα; Όσον αφορά το γιατί: όπως έδειξαν και οι πρόσφατες βουλευτικές εκλογές, το κόμμα του δεξιού προέδρου είναι πια εντελώς μειοψηφικό. Οι βασικές αιτίες είναι: α) Η αντιλαϊκή πολιτική της προεδρίας, που έχει φτωχοποιήσει μεγάλο μέρος της κοινωνίας, περιλαμβανομένων μεσαίων στρωμάτων. β) Η τεράστια διαφθορά των κυβερνώντων, περιλαμβανομένου του Γιουν Σοκ-γιολ και της οικογένειάς του, διαπλεκόμενων με την ολιγαρχία των «τσαεμπόλ», των πανίσχυρων νοτιοκορεατικών επιχειρηματικών ομίλων. γ) Η φιλοπόλεμη διάθεση της προεδρίας που, μαζί με τις ΗΠΑ, χορογραφεί σειρά προκλήσεων κατά του Βορρά, σε αντίθεση με το πλειοψηφικό φιλειρηνικό λαϊκό αίσθημα.
Ένα μόνο παράδειγμα, πέρα από τις γιγάντιες ετήσιες ασκήσεις ΗΠΑ-Νότιας Κορέας με στόχο τον Βορρά(3), ήταν η αποστολή drones πάνω από τη βορειοκορεατική πρωτεύουσα Πιονγκγιάνγκ. Το Δημοκρατικό Κόμμα, το μεγαλύτερο της αντιπολίτευσης, κατηγόρησε τον Γιουν Σοκ-γιολ ότι με τέτοιες ενέργειες θέλει να οδηγήσει σε σύρραξη με τη Βόρεια Κορέα. Επιπλέον, αλγεινή εντύπωση στην πλειοψηφία των Νοτιοκορεατών έχει προκαλέσει η κατ’ εντολήν των ΗΠΑ διατεταγμένη φιλία με την Ιαπωνία – την οποία απεχθάνονται οι περισσότεροι κάτοικοι της κορεατικής χερσονήσου. Η καλοκαιρινή συνάντηση του Γιουν Σοκ-Γιολ με τον Μπάιντεν και τον τότε Ιάπωνα πρωθυπουργό Φούμιο Κισίντα στο Καμπ Ντέιβιντ, όπου ο Αμερικανός πρόεδρος διακήρυξε την είσοδο σε μια «νέα εποχή τριμερούς συνεργασίας», ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι σε μια χώρα που δεν ξεχνά ότι υπέστη γενοκτονία από τη γιαπωνέζικη κατοχή (1910-1945).
Ο ρόλος των ΗΠΑ
Δεν είναι ακραίο να υποτεθεί ότι η Ουάσιγκτον ήταν διατεθειμένη να προχωρήσει σε «έκτακτα μέτρα» προκειμένου να μην χάσει έναν από τους βασικούς πυλώνες της στη γειτονιά της Κίνας. Άλλωστε το έχει πράξει πρόσφατα και στην περίπτωση της Ταϊλάνδης, ενορχηστρώνοντας τα μοναρχικά-στρατιωτικά πραξικοπήματα του 2006 και του 2014 και το ημιστρατιωτικό καθεστώς που τα διαδέχθηκε(4). Οπωσδήποτε το τελευταίο που θα ήθελαν οι Αμερικάνοι ενώ κλιμακώνουν την αντιπαράθεση με το Πεκίνο, είναι να ξαναβρεθούν με έναν «ουδετερόφιλο» πρόεδρο σαν τον Μουν Τζάε-ιν, ο οποίος είχε εκλεγεί θριαμβευτικά το 2017, μετά τον λαϊκό ξεσηκωμό που ανέτρεψε τη διεφθαρμένη φιλοδυτική πρόεδρο Παρκ Γκεούν-χιε(5) – και δημόσια συκοφαντήθηκε ως «φιλοκινέζος» από τον νυν πρόεδρο.
Είναι λοιπόν εξηγήσιμη η αρχική σιωπή της αμερικανικής πρεσβείας στη Σεούλ, κι έπειτα οι «ουδέτερες» δηλώσεις της. Ας μην ξεχνάμε ότι οι ΗΠΑ διατηρούν στην Κορέα 9 μεγάλες στρατιωτικές, ναυτικές και αεροπορικές βάσεις (και δεκάδες μικρότερες), στις οποίες σταθμεύουν μόνιμα πάνω από 30.000 ετοιμοπόλεμοι Αμερικανοί στρατιωτικοί όλων των κλάδων – περιλαμβανομένης της «Διαστημικής Δύναμης των ΗΠΑ»! Επιπλέον, οι νοτιοκορεατικές ένοπλες δυνάμεις βρίσκονται υπό «κοινή διοίκηση» με τις ΗΠΑ. Όλα αυτά μεταφράζονται σε ένα «ειδικό βάρος» των ΗΠΑ στην πολιτική ζωή της Νότιας Κορέας, την οποία αντιμετωπίζουν ως βασικό κρίκο ενός «ολοένα και πυκνότερου πλέγματος στην περιφέρεια της Κίνας»(6). Άρα οι δημόσιες τοποθετήσεις της Ουάσιγκτον, που για μια ακόμη φορά αποκαλύπτεται ως βαθιά αποσταθεροποιητική δύναμη, έχουν όση αξία θέλει να τους δώσει ο καθένας…
(1) Εφημερίδα Ηankyoreh, 4/12/2024 (www.hani.co.kr).
(2) Voice of People, 4/12/2024 (www.vop.co.kr).
(3) «Πρόβα ολοκαυτώματος» (φύλλο 632).
(4) «Ασιατικά ζιγκ ζαγκ» (φύλλο 696).
(5) «Ανησυχούν οι ΗΠΑ» (φύλλο 359).
(6) The Economist, 15/6/2023 (www.economist.com).
Τι μέλλει γενέσθαι
Όσον αφορά το τι θα γίνει: η αποτυχία του Γιουν Σοκ-γιολ να επιβάλει στρατιωτικό νόμο ενθάρρυνε τόσο την αντιπολίτευση όσο και τα κινήματα διαμαρτυρίας, που καιρό τώρα επιδιώκουν την εκδίωξή του και την παραπομπή του στη δικαιοσύνη. Σύμφωνα με προχθεσινή δημοσκόπηση, πλέον το 74% των Νοτιοκορεατών συμφωνεί με αυτό. Ήδη το απόγευμα της Τετάρτης τα έξι κόμματα της αντιπολίτευσης (που συνολικά διαθέτουν 192 έδρες στις 300) κατέθεσαν κοινή πρόταση μομφής, που θα τεθεί σε ψηφοφορία σήμερα. Η αποδοχή της απαιτεί 200 ψήφους, άρα μένει να φανεί εάν το τμήμα των δυσαρεστημένων βουλευτών του κυβερνητικού κόμματος θα τολμήσει σήμερα μία επιπλέον κρίσιμη κίνηση. Πάντως η ηγεσία του κυβερνώντος κόμματος δηλώνει ότι κανείς βουλευτής του δεν θα υποστηρίξει την αποπομπή «αν και διαφωνούμε με την κήρυξη στρατιωτικού νόμου». Από την άλλη, πολλοί κυβερνητικοί αξιωματούχοι παραιτήθηκαν αμέσως μετά το προεδρικό διάγγελμα – μεταξύ αυτών ο Γενικός Επιθεωρητής Δικαιοσύνης, ο οποίος δήλωσε ότι «δεν θα υπακούσω μια παράνομη απόφαση, μιμούμενος όσους υπάκουαν τους ναζί».
Πέρα όμως από τις αβέβαιες «θεσμικές» διαδικασίες (ακόμη και αν περάσει η πρόταση μομφής, πρέπει να επικυρωθεί από ένα αμφίβολης αντικειμενικότητας Συνταγματικό Δικαστήριο), το σίγουρο είναι πως ευρεία λαϊκά στρώματα ριζοσπαστικοποιούνται και απαιτούν την τιμωρία του Γιουν Σοκ-γιολ και των συνενόχων του. Μιλώντας την Τετάρτη στο πλήθος που παρέμενε συγκεντρωμένο έξω από τη βουλή, ο πανεπιστημιακός Χαν Σανγκ-χι, εκπρόσωπος της «Λαϊκής Αλληλεγγύης για τη Συμμετοχική Δημοκρατία», είπε χαρακτηριστικά ότι «με την αποτρόπαιη απόπειρα να σηκώσουν όπλα εναντίον του λαού, μας υποχρέωσαν να ξαναζήσουμε μια σκοτεινή ιστορία γεμάτη αίμα και δάκρυα, και γι’ αυτό ο εγκληματίας πρέπει να φυλακιστεί». Ακολούθησε ο Γιανγκ Κιουνγκ-σου, ηγέτης της εργατικής συνομοσπονδίας KCTU (που κήρυξε απεργία διαρκείας), λέγοντας «Προδότη, σταμάτα να παριστάνεις τον πρόεδρο. Εάν δεν σε συλλάβει η δικαιοσύνη, θα σε συλλάβουμε εμείς». Δύσκολα θα ξανακλείσουν οι ολιγάρχες και οι Αμερικάνοι το τζίνι του λαϊκού θυμού στο λυχνάρι μιας κανονικότητας ψευδούς, και επικίνδυνης για τη δημοκρατία και την ειρήνη.