Βαδίζουμε πλέον στον όγδοο χρόνο εφαρμογής μνημονιακών πολιτικών στη χώρα και πιο ειδικά στην εκπαίδευση. Ένα βασικό χαρακτηριστικό των πολιτικών που εφαρμόζονται όλα αυτά τα –πολλά πλέον– χρόνια είναι ότι απαραιτήτως συνοδεύονται από μια ρητορική που στοχεύει στην καλύτερη περίπτωση στη νουθεσία των ανθρώπων που θα δεχτούν αυτές τις πολιτικές, συχνά τους απευθύνεται ως εάν να ήταν ένοχοι για κάτι και ουκ ολίγες φορές καταλήγει και σε έναν απειλητικό λόγο απέναντι σε όσους διανοούνται να την αμφισβητήσουν ή δεν φέρονται όπως θα’ πρεπε.

Η τέτοιου τύπου ρητορική χρησιμοποιήθηκε από όλες τις μνημονιακές κυβερνήσεις, με διαφορές και αποχρώσεις, και απέκτησε ιδιαίτερο ρόλο επί αριστερής κυβέρνησης, μιας και για αυτήν η χειραγώγηση μέσω της διγλωσσίας ήταν πολύ πιο απαραίτητη. Για όσους ζούμε και εργαζόμαστε καθημερινά στους χώρους της δημόσιας εκπαίδευσης όλων των βαθμίδων, η τελευταία οκταετία δεν χαρακτηρίστηκε μόνο από περικοπές μισθών, από δραματική έλλειψη πόρων, από διάλυση των υποδομών. Όλα αυτά συνοδεύονται από μια επιθετική –σχεδόν τρομοκρατική– ρητορική που έχει στον πυρήνα της το λάθος και την ευθύνη για το λάθος που ανήκει στους εκπαιδευτικούς, τους μαθητές, τους φοιτητές, τους πανεπιστημιακούς. Επί πρώτων μνημονίων έπρεπε να συγχωνευτούν τα σχολεία και τα πανεπιστημιακά τμήματα γιατί είναι πολλά. Έπρεπε να αλλάξει ο τρόπος διοίκησης στα πανεπιστήμια γιατί η πολλή δημοκρατία είναι δυσλειτουργική και γιατί χωρίς επιστήμονες από το εξωτερικό δεν νοείται διεθνής αναγνωρισιμότητα.

***

Οι σύγχρονοι μνημονιακοί ακολουθούν εκλεπτυσμένη τεχνική. Δεν θέλουν να επιβάλουν τις συγχωνεύσεις, θέλουν να «ομολογούμε» οι ίδιοι ότι τις χρειαζόμαστε. Όπως στις καλές αστυνομικές ταινίες, ο αστυνομικός που κάνει την ανάκριση ωθεί τον ύποπτο στην ομολογία. Και εάν αυτός αποδειχτεί συνεργάσιμος, τότε θα επιβραβευτεί. Πρόσφατο τέτοιο παράδειγμα αποτελεί η συγχώνευση πανεπιστημίων και ΤΕΙ. Δεν επιβάλλεται πλέον από κάποιο σχέδιο «Αθηνά», όπως το 2013, αλλά το επιλέγουν μόνοι τους οι συγχωνευόμενοι. Πρώτοι-πρώτοι αυτοσυγχωνεύτηκαν τα ΤΕΙ Ιονίων Νήσων με το Ιόνιο Πανεπιστήμιο. Ως επιβράβευση έλαβαν πρόσθετη επιχορήγηση 1 εκατομμυρίου ευρώ κατά την πρωθυπουργική εξαγγελία. Και όπως δήλωσε και ο υπουργός σε σχετική συζήτηση: «Έχουμε λεφτά και θέσεις (σ.σ. προσωπικό) να δώσουμε. Αλλά δεν θα τα δώσουμε επειδή ο ένας σηκώνει μπαϊράκι, ο άλλος έτσι, ο τρίτος δε γουστάρει και πάει λέγοντας (sic)» (πηγή: esos).

Αν θέλουμε ένα διαφορετικό μέλλον για τα σχολεία και τα πανεπιστήμιά μας, χρειάζεται να αναστοχαστούμε επί αυτής της διαδικασίας και να υπερασπιστούμε την ταυτότητά μας ως δασκάλων της νέας γενιάς. Μόνο αγαπώντας αυτή την εργασία, την οποία επιτελούμε στα δημόσια σχολεία και πανεπιστήμια σε συνθήκες έκτακτης ανάγκης για σχεδόν οκτώ χρόνια, μπορούμε να ζήσουμε με αυτήν.

Τις ίδιες ακριβώς μέρες δημοσιοποιήθηκε η συμφωνία του υπουργείου Παιδείας με τους «θεσμούς» ως προς την αύξηση του ωραρίου παρουσίας των εκπαιδευτικών της δευτεροβάθμιας στους σχολικούς χώρους ώστε αυτή να φτάνει στις 30 ώρες εβδομαδιαίως (όπως προβλεπόταν και από νόμο του 1985). Το υπονόημα είναι σαφέστατο: δεν δουλεύουν οι εκπαιδευτικοί, είναι λίγες ώρες στο σχολείο. Κατά συνέπεια είναι και αυτοί τεμπέληδες. Ο υπουργός κατά τις δημοσιογραφικές πληροφορίες υπερασπίστηκε τον Έλληνα εκπαιδευτικό και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει και συμφώνησε στις 30 ώρες παρουσίας στο σχολείο εβδομαδιαίως, ανασύροντας εκείνον τον νόμο του 1985!

***

Αναρίθμητα άλλα παραδείγματα θα μπορούσε να αναφέρει κανείς αυτού του λόγου του έμμεσου και διεισδυτικού αυταρχισμού που διαπνέει τον κυβερνητικό λόγο και που προσφάτως αναβαθμίστηκε και πήρε υλική μορφή. Με λαμαρίνες έκλεισαν οι πύλες του υπουργείου Παιδείας για να αποφύγουν τις διαδηλώσεις των μαθητών.

Πριν όμως υποχρεωθεί και η σημερινή κυβέρνηση να καταφύγει στις λαμαρίνες και τα χημικά (στα ειρηνοδικεία ή στις διαδηλώσεις), χρησιμοποίησε και –χρησιμοποιεί ακόμη– κατά κόρον αυτό τον βαθιά προσβλητικό λόγο εναντίον των εκπαιδευτικών, των πανεπιστημίων και των σπουδών μας. Οι καθηγητικές σχολές δεν προσφέρουν παιδαγωγική και διδακτική επάρκεια κατά πρόσφατη πρόταση του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής και γιαυτό πρέπει μια ειδική δομή να την παράσχει μέσω ενός πιστοποιητικού. Άλλωστε η γνώση κατά τη σύγχρονη ρητορική μόνο μέσω των πιστοποιητικών επιβεβαιώνεται. Αυτοί οι αναχρονιστικοί όροι, όπως «πτυχίο», «μόρφωση», δεν ανήκουν στο New Speak των κυβερνώντων και του ΟΟΣΑ που ορίζει το πλαίσιο της ασκούμενης εκπαιδευτικής πολιτικής.

Ας επανέλθουμε, όμως, στο κύριο θέμα του σημερινού μας σημειώματος, τη ρητορική της ενοχοποίησης: αν θέλουμε ένα διαφορετικό μέλλον για τα σχολεία και τα πανεπιστήμιά μας, χρειάζεται να αναστοχαστούμε επί αυτής της διαδικασίας και να υπερασπιστούμε την ταυτότητά μας ως δασκάλων της νέας γενιάς. Μόνο αγαπώντας αυτή την εργασία, την οποία επιτελούμε στα δημόσια σχολεία και πανεπιστήμια σε συνθήκες έκτακτης ανάγκης για σχεδόν οκτώ χρόνια, μπορούμε να ζήσουμε με αυτήν. Μπορούμε να δούμε τους μαθητές και τις μαθήτριές μας να χαίρονται και να προοδεύουν μέσω της μόρφωσης. Και αυτό δεν το συζητάμε ούτε το διαπραγματευόμαστε με εκείνους που αγχώνονται να τοποθετήσουν τους κατάλληλους αριθμούς στα «κελιά» κάποιου υπολογιστικού προγράμματος, όπως προβλέπουν οι συμφωνίες. Έχουμε άλλους στόχους, είμαστε σε άλλη θέση. Διαλέξαμε «τούτο το αλωνάκι», όπως έγραφε ο Σολωμός αγναντεύοντας από τη Ζάκυνθο το πολιορκημένο Μεσολόγγι!

*Η Γιάννα Γιαννουλοπούλου είναι πανεπιστημιακός (ΕΚΠΑ)

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!