Τα προσχήματα της συγκυβέρνησης και η αλήθεια για τις Συνθήκες
Του Πέτρου Ι. Μηλιαράκη*
Η υπόθεση του κρατικού Προϋπολογισμού επανέρχεται κατά το μήνα Οκτώβριο πάντοτε στο προσκήνιο, καθόσον το προσχέδιό του κατατίθεται από τον υπουργό Οικονομικών στην αρμόδια διαρκή Κοινοβουλευτική Επιτροπή την πρώτη Δευτέρα του Οκτωβρίου. Ο Προϋπολογισμός, δε, συζητείται και ψηφίζεται από την Ολομέλεια, σύμφωνα με όσα ορίζει ο Κανονισμός της Βουλής, ο οποίος (όπως επιτάσσει η παρ. 3 του άρθρου 79 του Συντάγματος) «εξασφαλίζει το δικαίωμα να εκφράζουν τις απόψεις τους όλες οι πολιτικές μερίδες της Βουλής».
Περαιτέρω ο Προϋπολογισμός συνιστά θεμελιώδη έννοια του Δημοσιονομικού Δικαίου. Η πολιτειακή, δε, τάξη αποδίδει στον Προϋπολογισμό ιδιαίτερη νομικοπολιτική βαρύτητα. Και τούτο γιατί με τον Προϋπολογισμό πηδαλιουχούνται τα κράτος και η κοινωνία. Αναμφισβήτητο είναι, δε, ότι ο Προϋπολογισμός αφορά και ταξικό εργαλείο, καθόσον στην κυριολεξία συγκροτεί τη συνολική άσκηση πολιτικής της εκάστοτε κυβέρνησης. Κατ’ ουσίαν, δηλαδή, αφορά επιβολή πολιτικής της εκάστοτε άρχουσας ιδεολογίας.
Σύμφωνα με τα προεκτεθέντα ο κρατικός Προϋπολογισμός αποτελεί «υπέρτατο Νόμο», εξού λόγου και η πολιτική και συνταγματική ιστορία συναρτούν την ψήφισή του με ψήφο εμπιστοσύνης προς την εκάστοτε κυβέρνηση.
Τα προαναφερόμενα είναι αναγκαία προκειμένου να καταδειχθεί η σημασία της ψήφισης του Προϋπολογισμού, αλλά και για να αποδειχθεί ότι η πρόσφατη διαδικασία που επιζήτησε η συγκυβέρνηση προκειμένου να λάβει ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή, επιεικώς αποτελούσε έμπνευση πολυπραγμοσύνης για την επίλυση εσωτερικών προβλημάτων των κομματικών σχηματισμών που συγκυβερνούν (Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ) αλλά και των επικεφαλής αυτών.
Η ουσία της υπόθεσης και η ευρωπαϊκή ενωσιακή έννομη τάξη
Είναι σαφές ότι όποιες και όσες προσπάθειες και εάν καταβάλλει η συγκυβέρνηση να «πείσει» ότι ο υπό ψήφιση Προϋπολογισμός πολιτεύεται προς τη «σωστή κατεύθυνση», δεν πείθει. Και δεν μπορεί να πείσει καθόσον είναι δεδομένες οι πολιτικές επιλογές και οι δεσμεύσεις της συγκυβέρνησης ως προς τα συμφέροντα που υπηρετεί και τις «ανάγκες» που καλείται να καλύψει.
Έτσι, ο Προϋπολογισμός ως ταξικό εργαλείο συνυπάρχει μ’ ένα άλλο ταξικό εργαλείο, το Μνημόνιο. Αμφότεροι οι μηχανισμοί αυτοί υπηρετούν προδήλως τα συμφέροντα των δανειστών και αγνοούν την ανθρωπιστική κρίση που μαστίζει την ελληνική κοινωνία.
Η συγκυβέρνηση μπορεί να «οχυρωθεί» στο προσχηματικό «επιχείρημα», πως ισχύουν στο πλαίσια των Συνθηκών της ενωσιακής έννομης τάξης και τα εξής: α) το Δημοσιονομικό Σύμφωνο (Fiscal Pact -FP) και β) το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης (Stability and Growth Pact-SGP).
Ανεξαρτήτως όμως των προαναφερομένων, για όσους γνωρίζουν τα «επίδικα ζητήματα», σαφές είναι ότι: Ο σκοπός και τα μέσα κατάρτισης των κρατικών Προϋπολογισμών ως προς την κατανομή των κονδυλίων αφορούν εσωτερική υπόθεση. Ο τρόπος δηλαδή διανομής του εσωτερικού πλούτου, η κοινωνική πολιτική, η στήριξη έννομων αγαθών όπως η Υγεία και η Παιδεία, αφορούν επιλογές του κράτους-μέλους, και όχι οποιουδήποτε ενωσιακού Οργάνου.
Το πρόσφατο παράδειγμα της Γαλλίας υπερβαίνει το δικαίωμα αυτό, δηλαδή το δικαίωμα το κράτος-μέλος να αποφασίζει για την κατανομή των κονδυλίων. Η Γαλλία προσφάτως διακήρυξε ότι δεν δεσμεύεται για μια περίπου τριετία να καλύψει το έλλειμμα του Προϋπολογισμού ως προς το 3%, αγνοώντας την ευρωπαϊκή ενωσιακή έννομη τάξη!
Η κατανομή των πόρων και η εσωτερική έννομη τάξη
Κυρίαρχο αξίωμα στο Δημοσιονομικό Δίκαιο είναι: α) η Αρχή της Καθολικότητας και β) η δυνατότητα της εσωτερικής έννομης τάξης (ως προαναφέρθηκε) να καθορίσει εκείνη τις προτεραιότητες των πολιτικών της, ως προς την κατανομή των πόρων. Τη δυνατότητα, όμως, αυτή που έχει το κράτος-μέλος να κατανέμει τους πόρους, η συγκυβέρνηση των μνημονίων, έχει εκχωρήσει στην τρόικα.
Με βάση την Αρχή της Καθολικότητας που αφορά το μη ειδικό προορισμό των εσόδων, το σύνολο των εσόδων εισρέει σ’ ένα «κοινό ταμείο». Τούτο σημαίνει ότι το άθροισμα των εσόδων δεν σχετίζεται ως προς την ανταπόδοσή τους με την πηγή προέλευσής τους. Τα έσοδα αθροίζονται συνολικώς και χρησιμοποιούνται για να καλύπτουν δαπάνες, σύμφωνα με τις προτεραιότητες και τις επιλογές της πολιτικής εξουσίας. Εδώ, δηλαδή, έχει σημασία το «ποιος» κυβερνά.
Με βάση τα προαναφερόμενα θα πρέπει να γίνει συνείδηση ότι οι δοκιμαζόμενες από τη λιτότητα κοινωνίες, μπορούν να αλλάξουν τη ροή των γεγονότων και των πολιτικών χωρίς, μάλιστα, την τροποποίηση των Συνθηκών! Ως εκ τούτου, επίκληση από τη συγκυβέρνηση δεσμεύσεων που της επιβάλει η ευρωπαϊκή ενωσιακή έννομη τάξη είναι απολύτως απαράδεκτη, καθόσον ο Προϋπολογισμός κατ’ ουσίαν αφορά ζήτημα της εσωτερικής έννομης τάξης.
Η επικυρίαρχη ελίτ
Με βάση τα προαναφερόμενα, η όποια παρέμβαση στην επιλογή κατανομής εσόδων και δαπανών των κρατικών Προϋπολογισμών, αφορά από καθέδρας επιβολή πολιτικής που σκοπό έχει την επιβεβαίωση της επικυριαρχίας μιας κεντρικής ελίτ του Βορρά η οποία επιδιώκει να μονοπωλήσει την άσκηση εξουσίας από τις Βρυξέλλες και το Βερολίνο.
Την από καθέδρας, όμως, παρέμβαση σε ζητήματα κυριαρχικών πολιτικών που συνδέονται αρρήκτως με την επιβίωση λαών και κρατών, πρέπει να αρνηθούν οι λαοί και οι δημοκρατικές κυβερνήσεις τους. Ειδικότερα αναφέρομαι στις χώρες εκείνες στις οποίες επιχειρείται «διδασκαλία υποταγής»(!) και αναγνώριση του «Δημοσιονομικού Συμφώνου» ως του υπέρτατου Νόμου!
Η συγκυβέρνηση εάν θέλει να συμπολιτεύεται το Ευρωπαϊκό Ενωσιακό Δίκαιο και εάν τολμά, θα πρέπει να καταστήσει σαφές στην επικυρίαρχη ελίτ ότι οι Συνθήκες έχουν εγκαθιδρύσει ύψιστα έννομα αγαθά που αφορούν: στην «ανθρώπινη αξιοπρέπεια», στην «ευημερία των λαών», στην «πολιτική της ασφάλειας και δικαιοσύνης», στην «κοινωνική συνοχή» και στην «αλληλεγγύη μεταξύ των κρατών-μελών». Αρκεί η συγκυβέρνηση να επικαλεσθεί διατάξεις της Συνθήκης της Λισσαβώνας! Δηλαδή, μπορεί η συγκυβέρνηση (αλλά δεν το πράττει) να αντιγυρίσει στο «Δημοσιονομικό Σύμφωνο», διατάξεις που αφορούν κοινωνικά δικαιώματα. Ιδού, λοιπόν, για «ποιο λόγο» δεν μπορεί να πείσει η συγκυβέρνηση, ότι ο Προϋπολογισμός που κατέθεσε στη Βουλή πολιτεύεται προς την κατεύθυνση δικαιωμάτων της κοινωνίας. Σε κάθε περίπτωση, η Ελλάδα θα πρέπει να καταστήσει σαφές στην επικυρίαρχη ελίτ:
1. Ότι η κοινωνία βιώνει ανθρωπιστική κρίση.
2. Ότι η λιτότητα δεν μπορεί να αναπαράγεται.
3. Ότι ο άνεργος δεν μπορεί να συμβάλει στην αποπληρωμή του χρέους.
4. Ότι ο άνεργος επιχειρηματίας δεν μπορεί να συμβάλει στην ανάπτυξη.
5. Ότι οι άνεργοι εργαζόμενοι και οι άεργοι επιχειρηματίες δεν μπορούν να συντηρήσουν το κοινωνικοασφαλιστικό σύστημα.
6. Ότι το ισχύον Φορολογικό Δίκαιο αντί να προσελκύει αποθαρρύνει επενδύσεις.
Τα παραπάνω όμως ζητήματα επ’ ευκαιρία της ψήφισης του Προϋπολογισμού δεν φαίνεται να απασχολούν τη συγκυβέρνηση, η οποία ζει με το άγχος της τετράμηνης παράτασης του βίου της στην «εξουσία». Στην «εξουσία» που ελέγχεται απολύτως από την επικυρίαρχη ελίτ.
Τα προαναφερόμενα που αφορούν τη ζοφερή κατάσταση και το βεβαρυμμένο πολιτικό περιβάλλον που βιώνει η χώρα μας επιβάλουν την προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία το συντομότερο δυνατόν! Οι επόμενοι Προϋπολογισμοί θα είναι ευθύνη της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ!
* Ο Πέτρος Μηλιαράκης δικηγορεί στα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια (ECHR /GC-EU). Ανήκει στην Οργάνωση Μελών ΣΥΡΙΖΑ Βιάννου και είναι μέλος του Τμήματος Ευρωπαϊκής Πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ