Συσπειρώνονται στη διάσωση του ευρώ, ρισκάρουν τραπεζικές αναδιαθρώσεις και οραματίζονται να γίνουν Κίνα… της Ευρώπης. Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου.
Ακούστηκε σαν κακόγουστο ανέκδοτο, αλλά δεν ήταν. Η ηγεσία της Ε.Ε. καθόρισε τον φιλόδοξο στόχο να «βγάλει» από τη φτώχεια 20 εκατομμύρια Ευρωπαίους μέχρι το 2020! Πώς θα συντελεστεί αυτό το θαύμα δεν το εξήγησαν οι 27 ηγέτες, οι περισσότεροι από τους οποίους εφαρμόζουν προγράμματα σκληρής λιτότητας και «μεταρρυθμίσεις» που κατεδαφίζουν το «κοινωνικό συμβόλαιο» της μεταπολεμικής Ευρώπης, οδηγώντας δεκάδες εκατομμύρια κάτω από το κατώφλι της φτώχειας. Εκτός αν η ευρωπαϊκή ελίτ ανακάλυψε το θαύμα της ομοιοπαθητικής…
Σ’ ένα ακόμη σόου υποκρισίας και αντιπαραθέσεων για το… φύλο των αγγέλων, οι 27 ηγέτες, χωρίς καν να απολογηθούν για την παταγώδη αποτυχία της «στρατηγικής της Λισσαβόνας» (η οποία θα αναδείκνυε την Ε.Ε. ως την πιο ανταγωνιστική οικονομία του κόσμου μέχρι φέτος!) ανακοίνωσαν τη νέα «στρατηγική του 2020». Ρητορικοί στόχοι, η αύξηση των κρατικών επενδύσεων στην έρευνα, η καινοτομία, η πράσινη ανάπτυξη καθώς και η αύξηση της απασχόλησης στις ηλικίες 20-64 ετών από το 69% σήμερα, στο 75% το 2020. Η κουτοπονηριά της ευρωκρατίας απέκρυψε βεβαίως το γεγονός ότι η αύξηση αυτή θα προκύψει εκ των πραγμάτων, λόγω της συντονισμένης αύξησης των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης σε όλες τις χώρες.
Οικονομική διακυβέρνηση
Κατά τα λοιπά, η σύνοδος κορυφής προσέγγισε μόνον επί χάρτου τον βασικό της στόχο: την επίτευξη μιας συμφωνίας για τη μορφή της οικονομικής διακυβέρνησης. Ο πολυδιαφημισμένος στόχος μετατίθεται για επόμενη σύνοδο κορυφής τον Οκτώβριο, ωστόσο, έχει ήδη χάσει την πιο προωθημένη του έκφραση. Η πρόταση Σαρκοζί για δημιουργία οικονομικής κυβέρνησης των 27 της Ε.Ε. απορρίφθηκε άνευ επαίνων, καθώς επικράτησε η γερμανική γραμμή που ήθελε όλες οι αλλαγές στους κανόνες δημοσιονομικής πειθαρχίας να κτιστούν γύρω και πάνω στο Σύμφωνο Σταθερότητας.
Τα κίνητρα απόρριψης της γαλλικής πρότασης δεν είναι ούτε φιλολαϊκά, ούτε δημοκρατικά. Η ευρωπαϊκή ελίτ βγάζει φλύκταινες στην ιδέα μιας χρονοβόρας διεργασίας μεταρρύθμισης των ευρωπαϊκών συνθηκών που αναγκαστικά ενεργοποιεί κάποιες στοιχειώδεις δημοκρατικές διαδικασίες (εθνικά Κοινοβούλια, δημοψηφίσματα κ.λπ.).
Έτσι, προκρίθηκε μια διαδικασία που παρακάμπτει κάθε δημοκρατικό φίλτρο στις χώρες μέλη. Η Κομισιόν θα πρέπει να επεξεργαστεί μέχρι το τέλος του μήνα προτάσεις για το είδος των κυρώσεων που θα επιβάλλονται στους δημοσιονομικά απείθαρχους (στέρηση ψήφου, κοινοτικών κονδυλίων, πρόστιμο), ενώ από την άνοιξη του 2011 στην Κομισιόν θα κατατίθενται προς αξιολόγηση τα σχέδια προϋπολογισμών πριν πάνε στα εθνικά Κοινοβούλια («λαμβάνοντας υπόψη τις εθνικές Κοινοβουλευτικές διαδικασίες» είναι η φράση της απόφασης των 27, που μπήκε για να διασκεδαστούν κυρίως οι βρετανικές αντιρρήσεις). Επίσης, οι στόχοι της δημοσιονομικής πειθαρχίας θα πρέπει να περάσουν στις εθνικές νομοθεσίες.
Τραπεζική αναδιάρθρωση
Παρότι οι 27 δεν έκαναν βήμα πίσω από την απόφασή τους να στηρίξουν μέχρι τέλους το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο με χρήμα και αίμα των ευρωπαϊκών κοινωνιών, μυστηριωδώς εμφανίζονται πρωτοπόροι στην ενίσχυση των κανόνων εποπτείας των αγορών. Έτσι, στην προχθεσινή σύνοδο αποφάσισαν: α) να υιοθετήσουν την γαλλογερμανική πρόταση για απαγόρευση των ανοικτών πωλήσεων κερδοσκοπικών προϊόντων β) να προωθήσουν στη σύνοδο του G20 στις 25 και 26 Ιουνίου στον Καναδά την πρόταση για ένα παγκόσμιο τραπεζικό φόρο (0,02%) και γ) να θέσουν άμεσα σε εφαρμογή τη διαφάνεια και τη δημοσιότητα για τα λεγόμενα stress tests, στα οποία υποβάλλονται οι ευρωπαϊκές τράπεζες.
Φαίνεται αντιφατικό την ώρα που διαθέτουν εκατοντάδες δισ. ευρώ για να σώσουν τις εκτεθειμένες σε κρατικό χρέος τράπεζες, την ίδια ώρα να τις εκθέτουν σε θανάσιμο κίνδυνο με στοιχεία που δεν θα αρέσουν καθόλου στις κανιβαλικές αγορές. Μια ερμηνεία αυτής της αντιφατικής στάσης φέρει τον σκληρό πυρήνα της ευρωπαϊκής ελίτ να δελεάζεται από την ιδέα ενός νέου γύρου «δημιουργικής καταστροφής» στον τραπεζικό τομέα, με λιγότερους και μεγαλύτερους παίκτες, όπως περίπου συνέβη μετά το ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2007. Παραδόξως, το ίδιο σενάριο δελεάζει και τους ίδιους τους μεγαλύτερους τραπεζικούς ομίλους, που ενδιαφέρονται και διαθέτουν το αναγκαίο «συστημικό μέγεθος» ώστε να είναι αναπόφευκτη η διάσωσή τους με κρατικό χρήμα σε περίπτωση μιας νέας κρίσης.
Ο κυνισμός αυτής της θεωρίας καταλήγει στο συμπέρασμα ότι στα stress tests του Ιουλίου (που με πραγματικό δέος περιμένουν οι ελληνικές τράπεζες), ίσως υπάρξουν «θύματα». Σε ανάλογη, άλλωστε, επιλογή έχει καταλήξει και η κυβέρνηση Ομπάμα που έχει κάνει όπισθεν ολοταχώς στην προώθηση νομοθετικής ρύθμισης που θα έθετε πλαφόν μεγέθους στα τραπεζικά ιδρύματα. Έτσι, οι ναοί της Πίστης μπορούν ανενόχλητα να ρισκάρουν την επόμενη κρίση, είτε αφορά το ευρώ είτε τις ίδιες τις τράπεζες.
Γιάννης Κιμπουρόπουλος