Του Γιώργου Κυριακού
«Η χριστιανική αγάπη δεν κάνει διακρίσεις»
Όταν ο Αναστάσιος έφτασε στην Αλβανία το καλοκαίρι του 1991 βρήκε χαλάσματα στη θέση των ναών, πείνα και εξαθλίωση να βολοδέρνουν τη χώρα, κύματα μεταναστών να περνούν τα σύνορα. Το κράτος που διαδέχτηκε τη δικτατορία συντήρησε σημαντικές πτυχές της απέναντι σε στοιχεία που θεώρησε ιδιαίτερα εχθρικά. Έτσι, ο Αναστάσιος από την πρώτη στιγμή δέχτηκε επιθέσεις, παρόλο που απάντησε σε δημοσιογράφους που του έκαναν την αφελή(;) ερώτηση αν θα είναι «νέος Παπαφλέσσας», ότι έχει ως πρότυπο τον Καποδίστρια – και χαμογελώντας πρόσθεσε πως ελπίζει να μην έχει το τέλος του.
Φωτογραφικά νομοσχέδια για την απομάκρυνση «ξένων» επικεφαλής θρησκευτικών κοινοτήτων δεν πέρασαν, όπως και το σχέδιο Συντάγματος του 1994, που απαιτούσε «οι αρχηγοί των θρησκευτικών Κοινοτήτων πρέπει να είναι Αλβανοί υπήκοοι, γεννημένοι στην Αλβανία και με μόνιμη διαμονή σ’ αυτήν τα τελευταία 20 έτη»[1]. Ο τότε πρόεδρος Σαλί Μπερίσα δήλωνε ότι ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος «ενδέχεται να εξαναγκασθεί να εγκαταλείψει την Αλβανία την επαύριον της έγκρισης του Συντάγματος». Τελικά, αυτό το σχέδιο Συντάγματος απορρίφθηκε με ποσοστό 54%.
Γιατί τόσο μίσος για τον Αναστάσιο, του οποίου το έργο δεν άφηνε την παραμικρή υπόνοια για θρησκευτικές ή εθνικές διακρίσεις; Τα έργα υποδομής που χρηματοδοτήθηκαν με την εγγύηση του Αναστασίου, τα οικοτροφεία στα οποία τα παιδιά ζουν, σιτίζονται και μαθαίνουν γράμματα και τέχνες, τα κέντρα νεότητας, τα γηροκομεία, οι ξενώνες, τα συσσίτια, οι εκπαιδευτικές δομές όλων των βαθμίδων, τα ιατρικά κέντρα, οι φιλανθρωπικές αποστολές για τρόφιμα σε όλη την Αλβανία, απέβλεπαν μόνο στον άνθρωπο και στην ανάγκη του. Ο Αναστάσιος καθιέρωσε τον διαθρησκευτικό διάλογο, και στην επίθεση του ΝΑΤΟ κατά της Γιουγκοσλαβίας, το 1999, βοήθησε δεκάδες χιλιάδες Κοσοβάρους πρόσφυγες. Γιατί συνεχίζονται οι κατηγορίες για «ελληνική» Εκκλησία; Διότι δίπλα στις παραπάνω φροντίδες για ανθρώπους, ανεξαρτήτως πίστης ή εθνότητας, ήταν κι οι διπλά καταπιεσμένοι Έλληνες, κι ακόμα περισσότερο οι αλλόφωνοι, οι οποίοι έβρισκαν στη γλώσσα της λειτουργίας και στο οικουμενικό πρόταγμα του Αναστασίου έναν προστάτη.
«Οι θρησκείες δεν πρέπει
να ρίχνουν λάδι στη φωτιά του πολέμου»
Άδηλο είναι το μέλλον της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Αλβανίας, ειδικά μετά την επίθεση που δέχτηκε ο Αναστάσιος από το Οικουμενικό Πατριαρχείο με προσβολές από το Φανάρι[2] και με τον εκδικητικό διορισμό του σχισματικού ιερέα Κόγια από τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο ως υπεύθυνου για τους Ορθόδοξους Αλβανούς των ΗΠΑ[3]. Ο Αναστάσιος κατηγορήθηκε επειδή παρενέβη εναντίον της επίδοσης του τόμου Αυτοκεφάλου στην Εκκλησία της Ουκρανίας, που ενέτεινε στις παραμονές του πολέμου την προετοιμασία του. Άραγε καλλιεργείται το έδαφος για τη μετατροπή της Εκκλησίας σε «αλβανική», προς χάριν της «σωστής» πλευράς; Τι θα συμβεί, πρώτον, με τη γλώσσα της θείας λειτουργίας, για την οποία δεν ρωτιούνται να απαντήσουν ελεύθερα οι πιστοί ανεξαρτήτως γλώσσας ή διαλέκτου στις ενορίες; Δεύτερον, τι θα γίνει με την κατασχεμένη εκκλησιαστική περιουσία και τη διαχείριση του υπάρχοντος έργου; Τρίτον, θα συνεχιστεί η έλλειψη διακρίσεων που καθιέρωσε ο Αναστάσιος; Το ελληνικό στοιχείο είναι ο ευάλωτος κρίκος, γεγονός που επιβεβαιώνεται από την κλιμάκωση πιέσεων που (διαχρονικά) ασκούνταν στον Αναστάσιο την τελευταία δεκαετία…
[1] Αυτή η διαβόητη παράγραφος 4 του άρθρου 7 ξεπερνούσε και τις διατάξεις των πρώτων χρόνων της δικτατορίας.
[2] «Ο Αλβανίας Αναστάσιος στη χοάνη του “ρωσικού κόσμου”» (ιστοσελίδα «Φως Φαναρίου», fosfanariou.gr, 11/8/2023).
[3] «Το Οικουμενικό Πατριαρχείο ακόλουθος του ΝΑΤΟ» (φύλλο 646) και «Ο ΝΑΤΟϊκός Πατριάρχης και η αγάπη του για το Κόσοβο» (φύλλο 648).
Αλβανικά έκτροπα και ελλαδικά ψεύδη
Το άρθρο του κ. Βασίλη Νέδου στην εφημερίδα Καθημερινή με τίτλο «Παράθυρο συνεννόησης με τα Τίρανα» (27/1/2025) αναφέρει για το ζήτημα του εθνικού αυτοπροσδιορισμού στην Αλβανία ότι «για πρώτη φορά δεν απαιτείται από τον αιτούντα να προσκομίσει ληξιαρχικά έγγραφα». Ο ισχυρισμός αυτός δεν ανταποκρίνεται στο περιεχόμενο του εφαρμοστικού νόμου της Δημοκρατίας της Αλβανίας που δημοσιεύτηκε, όπως αναφέρει η Καθημερινή, σε ΦΕΚ στις 27 και στις 30 Δεκεμβρίου, επί του Ν. 96/2017 «Για την προστασία των εθνικών μειονοτήτων στη Δημοκρατία της Αλβανίας». Οι μεταφρασμένες υπουργικές αποφάσεις, τις οποίες υπέγραψε ο Αλβανός πρωθυπουργός στις 26/12/2024, αναφέρονται ρητά –τουλάχιστον– στην προσκόμιση στοιχείων από ληξιαρχικά έγγραφα[1].
Το ίδιο άρθρο της Καθημερινής, που καλλιεργεί το επιθυμητό κλίμα για τους εγκεφάλους του ελλαδικού Υπουργείου Εξωτερικών, αναφέρει ότι «η Αθήνα βρισκόταν σε επαφή με τους εκπροσώπους της Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας καθ’ όλη τη διάρκεια των παρασκηνιακών διαβουλεύσεων για την υιοθέτηση των εφαρμοστικών νόμων, η οποία και συμφώνησε ότι με τον τρόπο αυτό εξασφαλίζεται ένα από τα πιο σημαντικά και πάγια δικαιώματα της Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας»… Είναι άκρως ανησυχητική αυτή η εξέλιξη, που αφορά στο μέλλον της Μειονότητας, και στην οποία είχαμε αναφερθεί σε προηγούμενο φύλλο[2]. Θα δούμε άραγε να πέφτει κι άλλο ένα φύλλο συκής;
[1] Βλ. τη μετάφραση των 3 υπουργικών αποφάσεων και την ανάλυση του εφαρμοστικού νόμου στο μπλογκ της Πρωτοβουλίας «Οι απ’ Έδω» (oiapedw.blogspot.com).
[2] «Η νέα εκτροπή του Ράμα: Θα περάσει;» (φύλλο 714).