«Είμαστε πολλοί, για ν’ αποτύχουμε» φωνάζουν οι αγανακτισμένοι των ΗΠΑ
Της Αλίκης Βεγίρη.
«Πόσο πρέπει ν’ ανησυχούμε, και πόσο πολύ κινδυνεύουμε», φέρονται ν’ αναρωτιούνται οι «περίκλειστοι» τραπεζίτες και παρατρεχάμενοι της Wall Street, βλέποντας τον κόσμο που συρρέει στη γειτονιά τους όλο και να πληθαίνει, και το βουητό του πλήθους ολοένα και να δυναμώνει.
«Δεν πρόκειται να κρατήσουν για καιρό», φέρεται να προφητεύει ο φιλικός τους τύπος, δηλαδή ο περισσότερος, «οι διαμαρτυρόμενοι έχουν πολλά παράπονα, μα δεν έχουν συγκεκριμένη ατζέντα. Πού θα πάει, το κύμα θα καταλαγιάσει, αν όχι από μόνο του, τουλάχιστον με βοήθεια έξωθεν, και όλα θα ξαναγίνουν όπως και πριν».
Πράγματι, οι φράσεις «απουσία αιτήματος», «απουσία ατζέντας» αποτελούν το πλέον προσφιλές επιχείρημα όσων θέλουν να δικαιολογήσουν πόθους ευσεβείς και να προεξοφλήσουν την αποτυχία κάθε κινήματος αμφισβήτησης, που πάει να σηκώσει λίγο παραπάνω κεφάλι, πέρα από τα γνωστά και τα καθιερωμένα.
Το κίνημα «Occupy Wall Street», ξεκίνησε αυθόρμητα, όπως όλα τα ομοειδή του, από τα κάτω, και παρά το γεγονός ότι δεν έχει ένα συγκεκριμένο αίτημα, παρά το γεγονός ότι δεν έχει δομή, δεν έχει οργάνωση, ούτε μηχανισμό και ιεραρχία, εν τούτοις συντονίζεται με την αγανάκτηση, και το αδιέξοδο της πλειονότητας της εργαζόμενης Αμερικής, που βλέπει να υποβαθμίζεται οικονομικά, και να εξορίζεται από το πολιτικό γίγνεσθαι με ασυνήθιστη βιαιότητα. Συνθήματα όπως, «Είμαστε το 99%», ή «Είμαστε πολλοί, για ν’ αποτύχουμε», κατ’ αναλογία του «Too Big to Fail» των τραπεζών, συμπυκνώνουν αφ’ ενός την επίγνωση της σημερινής κατάστασης, αφ’ ετέρου τη θέληση και την αποφασιστικότητα για την αλλαγή της, για την επανόρθωση της δικαιοσύνης, και της δημοκρατίας μέσα από τη συλλογική και άμεση δράση όλων των πολιτών.
Το 2011 ευτύχησε να δει την άνθιση πολλών παρόμοιων αυθόρμητων κινημάτων, καθένα εξ αυτών με τη δική του ιδιαιτερότητα, προϊστορία, δυναμική και κατάληξη. Κανένα όμως απ’ αυτά δεν ξεπήδησε από παρθενογένεση, αλλά πάτησε σε παλιότερο υλικό. Και το κίνημα της Wall Street έχει πίσω του τα αντιπολεμικά κινήματα του ’60, αλλά και τα νεότερα των αρχών του 2000, με τη δυναμική αντίθεση στον πόλεμο του Ιράκ, αλλά ακόμα και πιο πρόσφατα, το μικρότερο σε όγκο κίνημα ενάντια στην εγκατάσταση του αγωγού Κeystone XL, και σίγουρα, ακόμα κι αν σβήσει προσωρινά, θ’ αποτελέσει παρακαταθήκη για ένα μελλοντικό, που δεν θ’ αργήσει να ’ρθει, αν λάβει κανείς υπόψιν του τη δεινή κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η αμερικάνικη κοινωνία, το 99% δηλαδή, των Αμερικανών και την εμπειρία που θα έχει εν τω μεταξύ αποκτηθεί. Κι η σημασία καμιά φορά δεν είναι τόσο στο περιεχόμενο, όσο στη διαδικασία, στην απόπειρα εγκαθίδρυσης του νέου.
Αδυναμία και… πλεονέκτημα
Πόσο μακριά όμως μπορεί να πάει ένα τέτοιο κίνημα, που απαρτίζεται από χιλιάδες μοναδικές φωνές και ιδέες, ένα κίνημα που δεν έχει δομή, που δεν έχει ιεραρχία, που δεν έχει οργάνωση; Πόσο βαθειά μπορεί να εισχωρήσει μέσα στην κοινωνία; Πόσο μπορεί η σπίθα που άναψε να γίνει εν τέλει φωτιά; Όλα αυτά αποτελούν πολύ εύλογα ερωτήματα, και κάθε απάντηση, που ουσιαστικά είναι δυο και διαμετρικά αντίθετες, έχει το δίκιο της. Με δεδομένη την αποξένωση της νέας γενιάς, και όχι μόνο, από τα συνδικάτα και το οργανωμένο εργατικό κίνημα, γεγονός που εν πολλοίς οφείλεται στα δεύτερα και όχι στην πρώτη, οι εμβρυικές αυτές κινήσεις, της εσκεμμένης έλλειψης οργάνωσης, του προκαθορισμένου σχεδίου ή πολιτικής πλατφόρμας, αποτελούν προσπάθειες χειραφέτησης και επινόησης νέων και πιο χαλαρών οργανωτικών δομών, στα πλαίσια των οποίων ο καθένας μπορεί να προσέλθει ελεύθερα, να μιλήσει για τα προβλήματα που αντιμετωπίζει και να ακουστεί. Και είναι αυτή η έλλειψη προκαθορισμένου σχήματος που τα κάνει όχι μόνο ελκυστικά σε περισσότερο κόσμο, αλλά και βιώσιμα, με το να αποτρέπονται τα σχίσματα και οι διαλυτικές αντιπαλότητες. Τα κινήματα τύπου Occupy Wall Street, ή Occupy Boston, ή October 2011, (ανάλογο κίνημα που ξεπήδησε στην Ουάσινγκτον), καταλαμβάνοντας ένα δημόσιο χώρο, στην πραγματικότητα τον μετασχηματίζουν από φυσικό, σε ανοιχτά κοινωνικό και πολιτικό.
Από την άλλη μεριά, το παραδοσιακό εργατικό κίνημα, μπορεί να διαθέτει πόρους, οργάνωση και μέλη, εν τούτοις χάνει τη νεολαία και εξ αυτού, υπολείπεται σε δυναμισμό, ζωτικότητα, και ριζοσπαστισμό. Και οι καιροί, χρειάζονται και τα τρία.
Αναγκαίο το «πάντρεμα»
Άρα, το ιδανικό θα ήταν μια σύμφυση των δυο αυτών εκδοχών οργάνωσης, με τρόπο ώστε ο καθένας, διατηρώντας την αυτονομία του, να διδάσκεται από την εμπειρία και να επωφελείται από τα πλεονεκτήματα που έχει περίσσεια ο άλλος.
Αυτή τη στιγμή, κάτι τέτοιο φαίνεται όντως να συμβαίνει στο Μανχάταν με πρωτοβουλία που πήραν οι ίδιες οι εργατικές ενώσεις. Με ένα σωρό ενδοιασμούς στην αρχή, κυρίως εξ αιτίας της αντικαπιταλιστικής χροιάς του κινήματος και ενδεχόμενων παρεκτροπών ή επεισοδίων, οι επικεφαλής μεγάλων συνδικάτων όπως των δασκάλων, των εργαζομένων στον τομέα των μεταφορών της Ν. Υόρκης, των εργαζομένων στην υγεία, στη μεταλλουργία, στις οικοδομές, στην αυτοκινητοβιομηχανία, ακόμα και μέλη της μεγαλύτερης συνομοσπονδίας βιομηχανικών οργανώσεων, AFL-CLO, αποφάσισαν ομόφωνα, να κάνουν ένα σημαντικό βήμα προσέγγισης, να υποστηρίξουν τους διαδηλωτές της Wall Street και να συμμετάσχουν στις διαδηλώσεις. Και όντως αυτό συνέβη.
Και ήταν μια σημαντική κίνηση, την οποία καλωσόρισαν οι καταληψίες, στο βαθμό βέβαια, που δεν θα προβάλλονταν αξιώσεις ηγεσίας και καθοδήγησης. Ως προς αυτό δεν έχουν και πολύ άδικο να είναι δύσπιστοι.
Παρόμοια σύμφυση συνέβη και στη Βοστόνη. Το μεγαλύτερο εργατικό συμβούλιο της πόλης, το οποίο αντιπροσωπεύει 154 ενώσεις με 90.000 μέλη έδωσε το παρόν, επαινώντας μάλιστα το αντίστοιχο Occupy Boston για την πρωτοβουλία του.
Αν τίποτε απρόοπτο δεν συμβεί στο μεσοδιάστημα, η 15η Οκτωβρίου θα είναι η επόμενη ημερομηνία-σταθμός. Για την ημέρα αυτή έχει προγραμματιστεί μεγάλη αντιπολεμική διαδήλωση, στην οποία έχουν δηλώσει συμμετοχή εκτός των άλλων και διάφορες περιβαλλοντικές οργανώσεις, ή οργανώσεις γύρω από τα τρόφιμα, ένδειξη ότι η «Κατάληψη» έχει ήδη καταστεί το τεράστιο μεγάφωνο της οργής του κόσμου ενάντια στην αποτυχημένη οικονομία, ενάντια στους αποτυχημένους πολιτικούς αρχηγούς, ενάντια στα κυρίαρχα Μέσα, και ενάντια στην Αστυνομία.
Και ο ιός της κατάληψης εξαπλώνονται μέρα τη μέρα. Το Ώστιν στο Τέξας, το Τενεσί, το Σικάγο, το Ντένβερ, η Καλιφόρνια, η Φλόριδα, τον έχουν ήδη αρπάξει. Και μέχρι αύριο, ποιος ξέρει πόσες άλλες πόλεις…