της Μάργκαρετ Κίμπερλι*

Η παρακμή των υπό ολιγαρχική διακυβέρνηση Ηνωμένων Πολιτειών αποκαλύπτεται βάναυσα κάθε τέσσερα χρόνια, καθώς τα δύο κυρίαρχα κόμματα συμφωνούν ότι οι ανάγκες του λαού πρέπει να μένουν μακριά από την πολιτική ατζέντα. Οι εκλογές του 2024 δεν διαφέρουν. Η ποιότητα των υποψηφίων συνεχίζει την καθοδική της πορεία: από τη μια έχουμε έναν πρώην πρόεδρο τον οποίο μισεί η μισή χώρα, αλλά αγαπούν εκατομμύρια άλλοι, κι από την άλλη μια νυν αντιπρόεδρο την οποία κανείς δεν ψήφισε ως υποψήφια πρόεδρο. Το ντιμπέιτ της 10ης Σεπτεμβρίου ήταν πολυαναμενόμενο, αλλά όχι για πολύ καλούς λόγους.

Η Καμάλα Χάρις μπήκε στο ντιμπέιτ μία ημέρα αφότου έβαλε επιτέλους μερικές πρόχειρες πληροφορίες για την πολιτική της πλατφόρμα στον ιστότοπό της – ο οποίος επί πενήντα ημέρες είχε μόνο μπλουζάκια και άλλα αξεσουάρ προς πώληση, συν μερικά κουμπιά οικονομικής ενίσχυσης της καμπάνιας της. Είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς γιατί χρειάστηκε τόσο πολύ χρόνο για να κάνει copy-paste την ιστοσελίδα της προεκλογικής εκστρατείας του Τζο Μπάιντεν…

Η υποστήριξη του Ντικ Τσέινι

Μόλις τέσσερις ημέρες πριν το ντιμπέιτ, ο Ρεπουμπλικάνος πρώην αντιπρόεδρος Ντικ Τσέινι δήλωσε την υποστήριξή του για τη Χάρις. Ο Τσέινι ήταν κάποτε κόκκινο πανί για τους φιλελεύθερους, καθώς θεωρούνταν ο ντε φάκτο πρόεδρος πίσω από τον Τζορτζ Μπους, και η κινητήρια δύναμη της εισβολής στο Ιράκ το 2003. Έτσι όχι μόνο βοήθησε να σκοτωθούν 1 εκατομμύριο άνθρωποι, αλλά επωφελήθηκε και προσωπικά από αυτόν τον πόλεμο χάρη στις διασυνδέσεις του με την εταιρία Halliburton, έναν μεγάλο στρατιωτικό εργολάβο.

Ο Τσέινι ήταν λοιπόν μια φιγούρα απεχθής – μέχρι τις 6 Ιανουαρίου 2021, όταν ο ίδιος και η κόρη του, η επίσης Ρεπουμπλικάνα Λιζ Τσέινι, καταδίκασαν αρκετά έντονα τον Τραμπ. Τότε οι φιλελεύθεροι υπέστησαν ξαφνικά συλλογική αμνησία, και ανακήρυξαν αξιοσέβαστη την εν λόγω δεξιά οικογένεια. Ούτε τώρα η Χάρις αποποιήθηκε την υποστήριξή τους. Αντίθετα, δήλωσε ότι «είναι τιμή της». Φυσικά, ο Ντικ Τσέινι δεν θα υποστήριζε ποτέ κάποιον που δεν έχει δεσμευτεί να συνεχίσει το νεοφιλελεύθερο και ιμπεριαλιστικό σχέδιο. Αλλά δεν έχει σημασία: οι φανς της Καμάλα δεν θέλουν να ακούνε τίποτα αρνητικό γι’ αυτήν, και τα μεγάλα ΜΜΕ είναι πλήρως στο πλευρό της.

Πίσω στο ντιμπέιτ

Ο Ντόναλντ Τραμπ ενίοτε φλυαρεί ασυνάρτητα, δίνοντας την εντύπωση ότι τα χάνει – όπως συνέβαινε με τον Τζο Μπάιντεν. Η Καμάλα Χάρις από την άλλη είναι νεότερη και πιο υγιής, αλλά έχει προαχθεί σε μια θέση που εμφανώς υπερβαίνει τις ικανότητές της, και γελάει νευρικά ή έχει περίεργα ξεσπάσματα όταν δεν είναι σίγουρη για τον εαυτό της. Ο Τραμπ συχνά ξεφεύγει από το σενάριο, και η Χάρις παραπαίει όταν μιλάει εκτός κειμένου. Έτσι, ενόψει ντιμπέιτ υπήρχε αγωνία – όχι τόσο για τις πολιτικές απόψεις των δύο υποψήφιων, όσο για το ποιος θα αποσπάσει την καλύτερη εντύπωση. Τελικά αποδείχθηκε ότι η «σωστή προετοιμασία» είναι αρκετή για τη νίκη: οι λεγόμενοι συντονιστές από το ABC News απέφυγαν κάθε προσπάθεια για πραγματική συζήτηση, υποβάλλοντας στημένες ερωτήσεις που βασίζονταν στο αξίωμα ότι οι ενέργειες των ΗΠΑ σε όλο τον κόσμο είναι υπεράνω οιασδήποτε αμφισβήτησης.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν μια δημοσιογραφική αποστροφή που σαφώς υποστήριζε ότι οι ΗΠΑ πρέπει να παραμείνουν η ηγεμονική και μονοπολική δύναμη του κόσμου: «Κύριε Πρόεδρε, ήταν θέση της κυβέρνησης Μπάιντεν ότι πρέπει να υπερασπιστούμε την ουκρανική κυριαρχία και τη δημοκρατία από τη Ρωσία, από τον Βλαντιμίρ Πούτιν, και ότι αυτό είναι προς το συμφέρον της Αμερικής, διότι αλλιώς ο Πούτιν μπορεί να πάρει θάρρος και να επιτεθεί και σε άλλες χώρες». Ο Τραμπ απάντησε σωστά ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία μπορεί και πρέπει να τελειώσει με διαπραγματεύσεις. Η Χάρις όμως αναβίωσε τους ισχυρισμούς για το Russiagate, λέγοντας ότι, αν ο Τραμπ ήταν πρόεδρος, «ο Πούτιν θα καθόταν στο Κίεβο».

Ο Τραμπ ανταπάντησε ότι οι ενέργειες του Μπάιντεν σχετικά με την Ουκρανία θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε Γ΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ενώ αναφέρθηκε και στην πολύ πραγματική απειλή των πυρηνικών όπλων. Ωστόσο ξέχασε ότι ο ίδιος, όπως κάθε πρόεδρος των ΗΠΑ τα τελευταία 20 χρόνια, απέσυρε μονομερώς τις ΗΠΑ από μακροχρόνιες πυρηνικές συμφωνίες με τη Ρωσία, και συνέβαλε έτσι στη δημιουργία της σημερινής πολύ επικίνδυνης κατάστασης.

Σκίτσο του Τομ Γιάνσεν

Από το κακό στο χειρότερο;

Ενώ οι συντονιστές επιδίδονταν σε τρομολαγνεία για τον Πούτιν, τόσο η Χάρις όσο και ο Τραμπ έκαναν τα πάντα για να εκφράσουν την αφοσίωσή τους στο Ισραήλ. Η Χάρις ισχυρίστηκε ότι εργάζεται για την κατάπαυση του πυρός στη Γάζα, ενώ ταυτόχρονα υποσχέθηκε ότι θα συνεχίσει να παρέχει όπλα και χρήματα στο Ισραήλ. Επανέλαβε τις εκκλήσεις για λύση δύο κρατών (την οποία το Ισραήλ έχει απορρίψει) και πρόσθεσε κάμποσες απειλές κατά του Ιράν. Ο Τραμπ, χωρίς προσχήματα, είπε ότι είναι και θα παραμείνει «ο άνθρωπος του Ισραήλ», προσθέτοντας ότι, εάν εκλεγεί η Χάρις, «το Ισραήλ δεν θα υπάρχει σε δύο χρόνια από τώρα». Συμπέρασμα: η στήριξη του Ισραήλ θα είναι στόχος υψηλής προτεραιότητας είτε με Χάρις είτε με Μπάιντεν.

Ο Πούτιν παρουσιάστηκε ως ο εφ’ όλης της ύλης κακός, ενώ η Χάρις κατηγόρησε και τον Σι Τζινπίνγκ ως υπεύθυνο για την εξάπλωση του Covid. Η υπεκφυγή των υποτιθέμενων διαφορών δεν περιορίστηκε στο Ισραήλ, τη Ρωσία ή την Κίνα. Για παράδειγμα, η Χάρις έσπευσε να διαβεβαιώσει ότι δεν θα απαγορεύσει την εξόρυξη πετρελαίου με τη μέθοδο της υδραυλικής ρωγμάτωσης – η οποία φυσικά πρέπει να απαγορευτεί επειδή μεταξύ άλλων μολύνει τα αποθέματα νερού και προκαλεί ακόμη και σεισμούς. Αμέσως μετά, ισχυρίστηκε ότι οι Δημοκρατικοί νοιάζονται για το περιβάλλον – αλλά οι δημοσιογράφοι απέφυγαν να επισημάνουν την αντίφαση…

Πώς μπορεί να νικήσει η Χάρις

Συνολικά το ντιμπέιτ ήταν μια πολύ θλιβερή υπόθεση. Ο Τραμπ έκανε τη μετανάστευση κεντρικό θέμα, υποστηρίζοντας ότι η εγκληματικότητα έχει αυξηθεί στις ΗΠΑ –παρόλο που αυτό δεν ισχύει– επειδή βρίσκονται ανάμεσά μας εγκληματίες αλλοδαποί. Επανέλαβε τους διαψευσμένους ισχυρισμούς ότι οι μετανάστες τρώνε σκυλιά και γάτες, και ότι είναι έμποροι ναρκωτικών και τρομοκράτες. Ήταν ντροπιαστικός. Αλλά το μόνο που βρήκε να του αντιτάξει η Χάρις ήταν ότι η ίδια υποστήριξε το διακομματικό νομοσχέδιο για τη μετανάστευση, το οποίο ενσωμάτωνε τις χειρότερες πτυχές της πολιτικής του Τραμπ – με αποτέλεσμα να πραγματοποιηθούν περισσότερες απελάσεις επί προεδρίας Μπάιντεν παρά επί προεδρίας Τραμπ!

Ίσως έχουν δίκιο οι σύμβουλοι επικοινωνίας της Καμάλα Χάρις. Αρκεί δηλαδή να μιλά πρόσχαρα, ενώ ο Τραμπ ωρύεται ότι οι διαδηλωτές έκαψαν τη Μινεάπολη (η οποία, παρεμπιπτόντως, υπάρχει ακόμα). Ίσως είχαν δίκιο και οι μεγάλοι χρηματοδότες των Δημοκρατικών που, όπως λέει ο Τραμπ, «πέταξαν τον Μπάιντεν έξω από την προεκλογική εκστρατεία σαν σκυλί». Διότι φαίνεται ότι αρκετά χρήματα και ένας καλόβολος Τύπος μπορεί να αρκούν για να βάλουν την Καμάλα Χάρις στον Λευκό Οίκο.

* Η Μάργκαρετ Κίμπερλι είναι βραβευμένη δημοσιογράφος, αρχισυντάκτρια του Black Agenda Report, όπου το παρόν άρθρο της δημοσιεύθηκε στις 11/9/2024. Εδώ αποδίδεται ελαφρά συντετμημένο, με μεσότιτλους της Σύνταξης.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!