Εύλογη ανησυχία προκαλούν οι αυξημένες ροές μεταναστών και προσφύγων που φτάνουν τις τελευταίες μέρες στα παράλια της Νότιας Κρήτης και της Γαύδου. Περισσότερα από 2.000 άτομα έφτασαν μόλις την τελευταία εβδομάδα, με την απουσία οποιουδήποτε σχεδίου συνεργασίας με τις αρχές της Λιβύης να προκαλεί φόβο για συνέχιση της τάσης αυτής το επόμενο διάστημα. Συνολικά από την αρχή του 2025, σύμφωνα με τα στοιχεία που δίνει το Λιμενικό και το Υπουργείο Μετανάστευσης, έφτασαν στην Κρήτη και τη Γαύδο περισσότεροι από 9 χιλιάδες άνθρωποι: αύξηση που ξεπερνά το 350% σε σχέση με τις περίπου 2 χιλιάδες αφίξεις του ίδιου διαστήματος το 2024. Η μεγάλη πλειοψηφία αυτών έκαναν το ταξίδι με εκκίνηση από το Τομπρούκ της Αν. Λιβύης, φτάνοντας σε ποσοστό 80% στη Γαύδο (που δέχεται και τη μεγαλύτερη πίεση). Όσον αφορά τις χώρες καταγωγής τους, σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία είναι κυρίως η Αίγυπτος και το Σουδάν, και σε μικρά ποσοστά άλλες χώρες όπως το Μπανγκλαντές ή το Πακιστάν.

Κυβερνητική επικοινωνιακή διαχείριση

Ο κρατικός μηχανισμός βρέθηκε απροετοίμαστος για τη διαχείριση αυτού του κύματος. Αναφερόμαστε εδώ τόσο στις σπασμωδικές κινήσεις εντυπωσιασμού με τις φρεγάτες στην ανοιχτή θάλασσα που δήθεν θα ελέγξουν τα δουλεμπορικά δίκτυα, ή τις απειλές για αναστολή των εξετάσεων ασύλου και επιστροφές στη Λιβύη (όπως παλιότερα στην Τουρκία…), όσο και στην απουσία των μηχανισμών υποδοχής που θα έπρεπε να έχει το αρμόδιο υπουργείο. Έτσι το βάρος διαχείρισης έπεσε στους συνήθεις υπόπτους: το Λιμενικό και τους Δήμους. Η εικόνα εκατοντάδων ανθρώπων στοιβαγμένων σε ακατάλληλους χώρους όπως το λιμάνι του Ρεθύμνου, το γήπεδο της Αγίας Γαλήνης ή ο εκθεσιακός χώρος στα Χανιά, είναι πραγματικά απάνθρωπη και ντροπιαστική. Αν μάλιστα τη συνδυάσουμε με το δόγμα Πλεύρη «θα τους κάνουμε τη ζωή δύσκολη», αλλά και με τη χρήση της έκτακτης κατάστασης από την πλευρά της κυβέρνησης ως μοχλού πίεσης προς την τοπική κοινωνία να αποδεχτεί τη δημιουργία μόνιμων δομών υποδοχής μεταναστών και προσφύγων στο νησί, τότε δεν έχουμε απλά κυβερνητική αμέλεια. Έχουμε πραγματικό έγκλημα απέναντι τόσο στους μετανάστες όσο και στην ίδια την τοπική κοινωνία.

Ποια η αιτία;

Λαμβάνοντας υπόψη τα δεδομένα που παρατέθηκαν παραπάνω, δύο είναι οι λόγοι της τρέχουσας αύξησης των ροών μέσω της συγκεκριμένης διαδρομής. Ο πρώτος είναι αναμφίβολα η συνεχιζόμενη εμφύλια σύγκρουση στο Σουδάν (με τουρκικό και αμερικανικό δάκτυλο), για την οποία λίγα μαθαίνουμε από τα δυτικά ΜΜΕ, και η οποία έχει προκαλέσει τεράστιο κύμα φυγής από αυτή τη χώρα της ανατολικής Αφρικής. Ο δεύτερος λόγος –εξίσου αναμφίβολα– είναι η υβριδική πίεση γκριζαρίσματος της περιοχής νότια της Κρήτης, την οποία επιδιώκει να ασκήσει ο τουρκολιβυκός άξονας στη χώρα μας. Πώς; Με την προσπάθεια νομιμοποίησης του τουρκολιβυκού μνημονίου, τα ενεργειακά τετελεσμένα, τις διαρκείς διπλωματικές παρενοχλήσεις, ως μέρος των οποίων μπορεί να ειδωθούν και οι καραβιές των προσφύγων και μεταναστών που φεύγουν από το ελεγχόμενο από τον Χαφτάρ Τομπρούκ προς τη χώρα μας.

Να μην γίνει η Κρήτη αποθήκη ψυχών

Η Κρήτη βρίσκεται το τελευταίο διάστημα στο προσκήνιο για όλους τους λάθος λόγους. Το νησί γίνεται το επίκεντρο των ΝΑΤΟϊκών πολεμικών επιχειρήσεων στη Μέση Ανατολή, υποδέχεται κατά χιλιάδες «τουρίστες» από το Ισραήλ εν μέσω γενοκτονίας, ταΐζεται από τον υπερτουρισμό χάνοντας κάθε έλεγχο πάνω στη γη της, γίνεται το επίκεντρο για το μεγάλο φαγοπότι του ΟΠΕΚΕΠΕ που στήριξε και στηρίχθηκε στην επιτελική φαμίλια Μητσοτάκη. Τώρα φαίνεται να σχεδιάζεται ετεροχρονισμένα (σε σχέση με τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου και τη Β. Ελλάδα) να γίνει χώρος ελέγχου των μεταναστευτικών και προσφυγικών ροών από τη Λιβύη. Η δε «ευρωπαϊκή αλληλεγγύη» εξαντλείται σε κονδύλια προς το κράτος και τις ΜΚΟ, θεωρώντας δεδομένο τον ρόλο φράχτη και αποθήκης ψυχών για τη χώρα μας. Η άρνηση της τοπικής κοινωνίας για μια τέτοια εξέλιξη πρέπει να θεωρείται δεδομένη. Οι μειοψηφικές ακραίες διαμαρτυρίες, όπως η επίθεση με φωτοβολίδες στους μετανάστες στην Αγία Γαλήνη, προβάλλονται ως εργαλείο διχασμού και καταστολής της τοπικής κοινωνίας, προκειμένου να επιβληθούν τα κυβερνητικά μέτρα ως τα μόνα «ρεαλιστικά (το ζήσαμε το έργο και στα νησιά του Αν. Αιγαίου, και στον Έβρο).

Πίσω όμως από τη βιτρίνα της τουριστικής ανάπτυξης, η τοπική κοινωνία της Κρήτης έχει ακόμη πολλαπλές ανοιχτές –αν και αποσιωπημένες– προκλήσεις να αντιμετωπίσει. Μία από αυτές θύμισε ο Δήμαρχος Μίνωα Πεδιάδας, κ. Κεγκέρογλου, αναφερόμενος στους 7 καταυλισμούς σεισμόπληκτων που συνεχίζουν –τέσσερα χρόνια μετά τον σεισμό του Αρκαλοχωρίου!– να λειτουργούν στο Δήμο του. Μία δεύτερη πρόκληση είναι τα νόμιμα σκλαβοπάζαρα, με τη σφραγίδα των Υπουργείων Μετανάστευσης και Εργασίας: αντί για δουλεμπόρους, εμπλέκουν δικηγορικά γραφεία και διακρατικές συμφωνίες με το Μπανγκλαντές και το Πακιστάν για να επανδρώσουν με υποαμοιβόμενες θέσεις εργασίας τη βαριά βιομηχανία του Τουρισμού ή τα θερμοκήπια στα νότια του νησιού… Δύσκολο και μπλεγμένο το κουβάρι, που αναζητά ουσιαστικές πολιτικές ανάταξης και όχι ένθεν κακείθεν επικοινωνιακά πυροτεχνήματα.


Διαρκές το παζάρι Ε.Ε.-δουλεμπόρων σε Τρίπολη και Βεγγάζη 

Είναι πολλά τα λεφτά. Και αυτό το έχουν καταλάβει όλοι, εντός και εκτός Ε.Ε. Η οικονομία του μεταναστευτικού, και στις δύο της όψεις (των νόμιμων και παράνομων δικτύων διευκόλυνσης αυτής από τη μία, και των αντιμεταναστευτικών μέτρων ανάσχεσής της από την άλλη), είναι μια μεγάλη και κερδοφόρα επιχείρηση. Το έκανε ξεκάθαρο τα προηγούμενα χρόνια ο Ερντογάν, που απειλούσε ανοιχτά την Ευρώπη με άνοιγμα της στρόφιγγας των μεταναστευτικών ροών αν δεν έπαιρνε τα δισ. ευρώ των συμφωνιών, ή μια στήριξη για τις γεωπολιτικές του επιδιώξεις στη Συρία. Το έκανε ξεκάθαρο η κερδοφόρα βιομηχανία των ΜΚΟ, που χρηματιστικοποίησε την αλληλεγγύη και την ανθρωπιά, μετατρεπόμενη σε κράτος εν κράτει εν μέσω προσφυγικής / μεταναστευτικής κρίσης σε κρίσιμες περιοχές των χωρών πρώτης υποδοχής.

Τα τελευταία χρόνια φαίνεται να διδάσκεται από τον Ερντογάν και η Λιβύη, τα θραύσματα της οποίας –μετά την ανατροπή του καθεστώτος Καντάφι– παίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο στην οργάνωση και υποστήριξη των σύγχρονων δουλεμπορικών δικτύων της Αφρικής. Δεν γίνεται να ξεχνά κανείς τα κανονικά σκλαβοπάζαρα, όπου συμμορίες πουλούσαν και αγόραζαν ανθρώπους από χώρες της υποσαχάριας Αφρικής, εξαναγκάζοντάς τους να πάρουν μέρος στις πολεμικές τους συγκρούσεις, κρατώντας τους ομήρους, ζητώντας υπέρογκα ποσά για να οργανώσουν το ταξίδι τους προς την Ευρώπη με ένα σαπιοκάραβο που πιθανά να μην έφτανε καν στις απέναντι ακτές. Δεν γίνεται να ξεχνά τις φυλακές μεταναστών και τους ομαδικούς τάφους. Παρά τις υποκριτικές καταγγελίες και τα δάκρυα, οι δυτικές κυβερνήσεις στήριξαν τα ημικρατικά αυτά δίκτυα με σημαντικά κεφάλαια, τόσο για να αποκτήσουν επιρροή στη διαλυμένη Λιβύη, όσο και για να παίξουν τον ρόλο του εξωτερικού φύλακα στην Ευρώπη-φρούριο. Στην πράξη η πολιτική αυτή οδήγηση στη γιγάντωση των δικτύων αυτών, που δεν είναι περιθωριακές συμμορίες, αλλά φτάνουν μέχρι υψηλόβαθμα στελέχη της κυβέρνησης ή μέλη της οικογένειας Χαφτάρ.

Τώρα βρισκόμαστε και πάλι μπροστά σε ένα παζάρι, με τις δύο διοικήσεις της Λιβύης να διεκδικούν μέρος της μοιρασιάς και των ευρωπαϊκών κονδυλίων. Αυτό ήταν το αντικείμενο και της πρόσφατης επίσκεψης του Επιτρόπου Μετανάστευσης και Εσωτερικών Υποθέσεων, Μάγκνους Μπρούνερ, και των υπουργών Μετανάστευσης Ελλάδας, Ιταλίας και Μάλτας στη βορειοαφρικανική χώρα. Την προς ώρας αδυναμία επίτευξης κάποιας συμφωνίας, αποδεικνύει η σε «άριστο κλίμα συμφωνίας» συνάντηση με την αναγνωρισμένη κυβέρνηση της Τρίπολης από τη μια πλευρά, και το φιάσκο της ακύρωσης της συνάντησης με τη διοίκηση της Ανατολικής Λιβύης από την άλλη – όταν η πλευρά Χαφτάρ αποφάσισε να κηρύξει την ευρωπαϊκή αντιπροσωπεία ανεπιθύμητη.

Τέλος, ας μην ξεχνάμε πως το ζήτημα του ελέγχου των μετακινούμενων ή ξεριζωμένων πληθυσμών είναι ιδιαίτερα σημαντικό, ειδικά όσο δεν λένε να κοπάσουν οι πολεμικές συγκρούσεις. Η αναβάθμιση του ρυθμιστικού ρόλου των δύο διοικήσεων της Λιβύης πιθανά να συνδέεται άμεσα με σενάρια που θέλουν τη χώρα αυτή να γίνεται, σε περίπτωση εφαρμογής του σχεδίου Τραμπ για τη Γάζα, τόπος υποδοχής εκτοπισμένων (και γενοκτονημένων) Παλαιστινίων…


Το αδιέξοδο των τσαμπουκάδων

Η κυβέρνηση για μια ακόμη φορά πιάστηκε στον ύπνο, και τώρα η χώρα καλείται να διαχειριστεί με όρους κρίσης μια αναμενόμενη (λόγω των αυξημένων πολεμικών συγκρούσεων σε Μ. Ανατολή και Σουδάν, αλλά και λόγω τουρκικού δακτύλου) εξέλιξη. Η απουσία πίεσης στην Ευρώπη για προληπτικά μέτρα, η απουσία οποιουδήποτε εργαλείου πίεσης της πλευράς της Λιβύης, η απουσία υποδομής υποδοχής και ελέγχου των αφίξεων στο νησί της Κρήτης δεν μπορούν να καλυφθούν με τους –και πάλι στο και 5΄– τσαμπουκάδες του Κ. Πλεύρη.

Πού καταλήγουμε; Η κυβέρνηση ανακοινώνει, αφού βλέπει τις καραβιές μεταναστών και προσφύγων να φτάνουν στην Κρήτη και τη Γαύδο, την αποστολή φρεγατών προς ενίσχυση του Λιμενικού σε συνεργασία και με τις αρχές της Λιβύης (τις ίδιες που επισήμως έχει αποδειχθεί ότι στηρίζουν και οργανώνουν το σύγχρονο δουλεμπόριο). Παρά την παρουσία φρεγατών, οι βάρκες των δουλεμπορικών δικτύων συνεχίζουν να έρχονται, αποδεικνύοντας πως η απόφαση αυτή είχε ως αποδέκτες κατά βάση την εγχώρια κοινή γνώμη και όχι κάποιο ρεαλιστικό αποτέλεσμα.

Η Μεσόγειος δεν είναι τα στενά περάσματα του Αιγαίου. Προσπάθεια push back στην ανοιχτή θάλασσα μετατρέπεται αυτόματα σε επιχείρηση έρευνας και διάσωσης, αποτελώντας στην πράξη απόπειρα δολοφονίας. Μόνος τρόπος είναι να χτυπηθούν και να ελεγχθούν αποφασιστικά οι βάσεις των δουλεμπορικών-εγκληματικών δικτύων στη Λιβύη. Προς τα εκεί όμως δεν επιδεικνύει η κυβέρνηση τον απαραίτητο «τσαμπουκά». Τη μία ο ΥΠΕΞ Γ. Γεραπετρίτης χαριεντίζεται με γενικολογίες για «κοινές αξίες» και «διεθνές δίκαιο», και την άλλη ο υπουργός Μετανάστευσης Κ. Πλεύρης τρώει πόρτα πριν καν κατέβει από το αεροπλάνο.

Οι αδιέξοδοι τσαμπουκάδες συνεχίζονται και επί του εδάφους, με την εφαρμογή του δόγματος Πλεύρη «Να τους κάνουμε τη ζωή δύσκολη», που αφήνει ανθρώπους για μέρες –υπό συνθήκες καύσωνα– στοιβαγμένους στο λιμάνι του Ρεθύμνου, ενισχύοντας με τον τρόπο αυτό το κλίμα φόβου και αβεβαιότητας και για τις τοπικές κοινωνίες. Το μεταναστευτικό, ως πλευρά της γεωπολιτικής κρίσης, είναι ένα σημαντικό πρόβλημα για την Ελλάδα (την βασική πύλη εισόδου της Ε.Ε., με ήδη επιβαρυμένες και στο όριο αντοχής δυνατότητες φιλοξενίας ή ενσωμάτωσης). Η όποια λύση του θα γίνει εφικτή μόνο αν πάψει να κυριαρχεί το δίπολο ξενοφοβίας από τη μία, και αλληλεγγύης τύπου ΜΚΟ από την άλλη, και αναζητηθεί μια πραγματική πολιτική «τσαμπουκά» και ουσιαστικών πιέσεων που θα επικεντρώνουν στη ρίζα του προβλήματος και θα στοχεύουν τους πραγματικούς του υπαίτιους.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!