Ο Ευάγγελος Βενιζέλος σε πρόσφατη συνέντευξή του στην ΕΡΤ (εκπομπή «Στο Κέντρο» με τον Γιώργο Κουβαρά) έδειξε ότι αντιλαμβάνεται πως με τον πόλεμο στην Ουκρανία έχουμε μπει σε μια νέα φάση παγκοσμίως. Εξ αυτού συμπέρανε ότι «επιβάλλεται» να υπάρξουν πλήρεις ευθυγραμμίσεις του ελληνικού πολιτικού συστήματος με το Δυτικό στρατόπεδο. Επίσης, ότι έχει έρθει η ώρα να «λύσουμε» τις διαφορές μας με την Τουρκία είτε με συνομιλίες είτε μέσω της Χάγης, αφού ανήκουμε και οι δύο στο στρατόπεδο της Δύσης, και μπορούν να υπάρχουν αμοιβαία επωφελείς μοιρασιές. Τόνισε, επιπλέον, την αναγκαιότητα κυβερνήσεων συνεργασίας για να μπορέσει η χώρα να «προχωρήσει» αλλά και να «απορροφηθούν» οι πολιτικές αναταράξεις που οσμίζεται ότι θα προκύψουν. Θα παραθέσουμε εδώ αποσπάσματα της τοποθέτησής του, διότι ξεδιπλώνει όλο τον τρόπο σκέψης και ύπαρξης μιας ντόπιας άρχουσας τάξης που διδάχθηκε ότι μπορεί να υπάρχει μόνο διά (και για χάρη) των «συμμάχων». Μιας ολιγάριθμης παρασιτικής κλίκας ποτισμένης στον ραγιαδισμό και την εθελοδουλία, που δεν τη νοιάζει το μέλλον του λαού και του τόπου, και σήμερα έχει απωλέσει και τις τελευταίες αναστολές τις οποίες είχαν παλιότεροι πολιτικοί εκπρόσωποί της. Και, χωρίς υπερβολές, μπορούμε να πούμε ότι εύκολα, αυτή τη κλίκα, τη χαρακτηρίζει η ατάκα του Κυριάκου Μητσοτάκη του πρεσβύτερου που χρησιμοποιείται για τίτλος του παρόντος άρθρου.
Για τη νέα φάση λόγω του πολέμου
Στη συνέντευξή του ο Ευ. Βενιζέλος τόνισε ότι «είμαστε στο θερμό εισαγωγικό επεισόδιο ενός πολέμου που μπορούμε να χαρακτηρίσουμε Γ΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, και ο οποίος ελπίζουμε να εξελιχθεί πολύ γρήγορα σε ψυχρό πόλεμο». Ακόμα, είπε ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν είναι μόνο ένας πόλεμος μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, αλλά ένας πόλεμος της Δύσης ενάντια στη Ρωσία, που μεταξύ άλλων αφορά «το επίπεδο και τον τρόπο ζωής μας, γιατί η Δύση είναι ένας πολιτισμός, είναι μία κατάκτηση, είναι η αγορά, είναι ο καπιταλισμός, αλλά είναι και η τεχνολογία, κυρίως όμως είναι η δημοκρατία, το κράτος δικαίου και τα ανθρώπινα δικαιώματα». Τα σχόλια περιττά…
Η εμπλοκή της Ελλάδας είναι όρος ύπαρξης
Για τον κ. Βενιζέλο, η ευθυγράμμιση με τη δυτική πολιτική και τον ευρωατλαντισμό «είναι όρος ύπαρξης», καθώς «η Ελλάδα είναι μία χώρα μέλος της Ε.Ε., της Ευρωζώνης, του ΝΑΤΟ από το 1952, είναι μία χώρα δυτική, και βέβαια υπερασπίζεται το κεκτημένο της». Μάλιστα εντάσσει την επιλογή αυτή στο συνολικό αφήγημα των ελίτ της χώρα μας, που αναζητά προς τη Δύση την ίδια την ιδρυτική πράξη γέννησης του σύγχρονου ελληνικού κράτους, τονίζοντας πως «η Ελλάδα κέρδισε σε ανεξαρτησία, σε εδάφη, σε πληθυσμό και σε πλούτο εν δυνάμει, όταν έκανε καθαρές δυτικές επιλογές τα 200 χρόνια της ιστορίας της».
Ξεχνά, βέβαια, μερικές μεγάλες επιτυχίες των «καθαρών δυτικών επιλογών»: την τραγωδία της Μικρασιατικής Καταστροφής, τα δεινά της αγγλικής και κατόπιν της αμερικάνικης παρέμβασης από το 1944 κι έπειτα, το μετεμφυλιακό κράτος, την αμερικανοκίνητη χούντα, την κατοχή της Κύπρου, τον οικονομικό στραγγαλισμό από το ΔΝΤ και το Βερολίνο κ.ο.κ. Κι επειδή τα ξεχνά, πάει κι ένα βήμα παραπέρα, συμβουλεύοντας να απεμπολήσουμε ακόμη και τα τυπικά υπολείμματα της ανεξαρτησίας μας: «Η ελληνική κυβέρνηση πρέπει πάντα να εντάσσεται στο mainstream της δυτικής αντίληψης και συμμαχίας και του ΝΑΤΟ». Χωρίς δική μας βούληση, και δεδομένοι…
Τουρκία και Χάγη
Σωστά ο κ. Βενιζέλος αντιλαμβάνεται πως «οι ελληνοτουρκικές σχέσεις και το Κυπριακό θα εξαρτώνται σε πολύ μεγάλο βαθμό από συσχετισμούς που διαμορφώνονται σε υψηλότερο επίπεδο». Αντί όμως να συμπεράνει πως η οικοδόμηση βαθμών κυριαρχίας είναι μονόδρομος για τη χώρα μας, αν θέλει να υπάρξει στο περιβάλλον αυτό, θεωρεί πως «αυτοί οι συσχετισμοί καθιστούν χρήσιμη για τη Δύση την Τουρκία, καθιστούν χρήσιμη για τη Δύση την Ελλάδα». Στο ίδιο στρατόπεδο λοιπόν Ελλάδα και Τουρκία, στη Δύση, και μάλιστα με νέο εθνικό σκοπό: την «ανάσχεση προς τη Ρωσία», όπου «η νοτιανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ είναι πάρα πολύ χρήσιμη» (όχι στην Ελλάδα, αλλά δεν είναι αυτό το ζητούμενο…).
Συνεχίζει μάλιστα δίνοντας εύσημα στον κ. Μητσοτάκη για την πρόσφατη συνάντησή του με τον Ερντογάν, τονίζοντας πως η χώρα πρέπει να κινηθεί «στην κατεύθυνση και των μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης και των διερευνητικών επαφών». Σωστά, τόση εμπιστοσύνη που έχει ήδη οικοδομηθεί, μην πάει χαμένη! Κι αν, παρ’ ελπίδα, όλα αυτά δεν έχουν αποτέλεσμα, ο κ. Βενιζέλος προτείνει να λύσουμε τις διαφορές μας στη Χάγη: «Αν δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε, θα πάμε στη Χάγη για την οριοθέτηση, αυτό που έχουμε πει». Πάλι ξεχνά κάτι: ότι η διαδικασία της Χάγης απαιτεί συνυποσχετικό, όπου επί της ουσίας η Ελλάδα θα παραδέχεται ότι η Τουρκία έχει κάποιο δίκιο στις παράλογες απαιτήσεις της.
Σχέσεις με ΗΠΑ
Σχολιάζοντας την επίσκεψη Μητσοτάκη στις ΗΠΑ, ο κ. Βενιζέλος θεωρεί πως «οι Ηνωμένες Πολιτείες υποδέχονται την Ελλάδα ως έναν καλό, αποτελεσματικό και όχι αμφίθυμο δυτικό σύμμαχο, που είναι από το 1952 στο ΝΑΤΟ και που έχει μία ενεργό εταιρική σχέση, η οποία έχει επεκταθεί τα τελευταία χρόνια». Δεν έχει άδικο όταν θυμίζει πως σε αυτή τη στρατηγική πρόσδεση στο αμερικανικό άρμα, το ελληνικό κράτος έχει συνέχεια: «Επί των ημερών όλων των κυβερνήσεων, δηλαδή και των ημερών της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και των ημερών της κυβέρνησης της Ν.Δ., είχαμε επαύξηση των διευκολύνσεων, των βάσεων δηλαδή, στην Ελλάδα».
Και συνεχίζει αναφέροντας πως «δεν πρέπει να νιώθει άσχημα η χώρα, επειδή οι Αμερικάνοι την τιμούν από την άποψη αυτή» (τιμή μας που μας επιτρέπουν να τους υπηρετούμε τζάμπα), αλλά διευκρινίζει κιόλας: «Να μην έχουμε την ψευδαίσθηση ότι γίνεται μία αμερικάνικη επιλογή υπέρ της Ελλάδος και κατά της Τουρκίας, διότι και αυτό θα ήταν μια αφελής προσέγγιση». Άλλη μια αλήθεια. Αφέλεια και αυταπάτη πως οι ΗΠΑ θα πάρουν το μέρος μας. Άρα η… εθνική στρατηγική του κ. Βενιζέλου είναι να τα δώσουμε όλα. Έτσι τουλάχιστον θα πάρουμε έναν καλό λόγο…
Κυβερνήσεις συνεργασίας
Συχνά ο κ. Βενιζέλος έχει αυτοχαρακτηριστεί εθνικό κεφάλαιο. Και ως τέτοιο, δεν σταματά να θέτει τον εαυτό του στη διάθεση ενός συνεργατικού κυβερνητικού σχήματος. Τονίζει, επικαλούμενος την εμπειρία του: «Οι κυβερνήσεις συνεργασίας προσφέρουν επίσης μεγαλύτερο εύρος στελεχών και πολύ μεγαλύτερη διαφάνεια και θα μπορούσαν να προσφέρουν και πολύ μεγαλύτερη συναίνεση». Και συνεχίζει λέγοντας πως «τώρα τα πράγματα είναι πάρα πολύ δύσκολα, αυτός είναι ο φόβος μου και η αγωνία μου… Το πρόβλημα δεν είναι τεχνικά ή θεσμικά ποια κυβέρνηση θα προκύψει, πόσων κομμάτων, με ποιον πρωθυπουργό… αλλά εάν το πολιτικό σύστημα θα βρεθεί στο ύψος των περιστάσεων»!
Ίσως να βρεθεί – αν παίξει κεντρικό ρόλο ο ανιδιοτελής κ. Βενιζέλος, που θεωρεί ότι σήμερα μια κυβέρνηση συνεργασίας είναι μονόδρομος: «Είμαστε σε πόλεμο, σε παγκόσμιο πόλεμο, είμαστε μπροστά σε μία κρίση υγειονομική που δεν έχει τελειώσει. Η Ελλάδα έχει δημοσιονομικά προβλήματα, διογκώνει το χρέος της… Οι τράπεζες θα έχουν ξανά προβλήματα με νέα γενιά κόκκινων δανείων. Πρέπει να οργανώσουμε έτσι τις εθνικές μας δυνάμεις, ώστε να υπάρχει συσπείρωση, διορατικότητα, ταχύτητα, αποτελεσματικότητα». Με τα παραπάνω λόγια απηχεί τους κρυφούς και φανερούς σχεδιασμούς μερίδων των ελίτ, ξένων και εγχώριων. Η Ελλάδα ξανά θυσία για το καλό της Δύσης, και οι λαϊκές τάξεις ξανά στο ταμείο για να πληρώσουν τα σπασμένα των ελίτ…
Ο ίδιος έχει υπάρξει αρνητικός πρωταγωνιστής της πρόσφατης ελληνικής ιστορίας με τον ρόλο του στο μνημονιακό καθεστώς εκχώρησης εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας, θεωρεί όμως πως μπορεί να νουθετεί τα κόμματα «να βοηθήσουν την κοινωνία, κατά κάποιον τρόπο, παιδαγωγικά». Ποια δημοκρατία; Αν ο λαός δεν συμφωνεί μαζί μας, θα τον διαπαιδαγωγήσουμε να συμφωνεί. Κι αν ούτε αυτό πιάσει; Ας αλλάξουμε λαό!