«Η ζωή στο θέατρο» του Ντέιβιντ Μάμετ. Γράφει η Χριστίνα Ανδρέου

«Η ζωή στο θέατρο» είναι σαν τη ζωή μας, εκεί έξω· γεμάτη μίσος και αλληλοσπαραγμό, αγάπη και κατανόηση… Αυτό αποδεικνύει ο Ντέιβιντ Μάμετ στο ομώνυμο έργο του που παίζεται στη σκηνή του Rabbithole, στο Μεταξουργείο, με τους Χρήστο Στεργιόγλου και Κώστα Γάκη.
Η μάχη ανάμεσα στο παλιό και το νέο, από γενέσεως κόσμου, είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ανθρώπινης φύσης. Η σύγκρουση ανάμεσα σε αυτό που προηγήθηκε και σε αυτό που απειλητικά έρχεται να καταλάβει τη θέση του δεν θα πάψει ποτέ να είναι αμείλικτη, βίαιη και με προδιαγεγραμμένο αποτέλεσμα: το παρελθόν πάντα θα υποκύπτει στη συντριπτική δύναμη του μέλλοντος. Αυτή την αιώνια αλήθεια πραγματεύεται η πένα του δαιμόνιου Ντέιβιντ Μάμετ στο έργο Η Ζωή στο Θέατρο. Με έναν τρόπο κωμικά τραγικό και μελαγχολικά ειρωνικό, ο Αμερικανός συγγραφέας κοιτάζει μέσα από το πρίσμα ενός μεγεθυντικού φακού τις ζωές δύο -σημαντικών μέσα στην ασημαντότητά τους- ηθοποιών του θεάτρου: ενός βετεράνου και ενός νέου wannabe σταρ…
Η ιστορία είναι λίγο-πολύ γνωστή: αρχικά ο καινούργιος δηλώνει τα σέβη του στον παλιό που είναι αλλιώς, ο παλιός κομπορρημονεί για τη γνώση και την πείρα που κατέχει και με περίσσεια προσφέρει στο νέο τα φώτα του, όλα κυλούν ήρεμα, μέχρι που ο νεαρός Τζον αρχίζει και βγαίνει από τη σκιά του άγουρου, μέχρι τότε, ταλέντου του και κατακτά τη θέση του πάνω στη σκηνή. Το έδαφος χάνεται από τα πόδια του γερασμένου Ρόμπερτ που βλέπει το θρόνο του να απειλείται και το πολύτιμο χειροκρότημα να απευθύνεται πλέον σε άλλα, χωρίς ρυτίδες, πρόσωπα… Πόσο φυσικό και πόσο θλιβερό συνάμα. Δεν μπορείς παρά να χαρείς για τον Τζον που μπαίνει στην κούρσα της όποιας δόξας του, αλλά και να νιώσεις την απόγνωση του Ρόμπερτ που ζει την αβάσταχτη δύση του…
Και όλα αυτά κεντημένα πάνω στο θεατρικό καμβά με ανείπωτη χάρη από τον ευφυή Μάμετ που γνωρίζει τον κόσμο των ηθοποιών εκ των έσω και μπορεί να καταγράψει χωρίς φόβο και με πάθος την αβυσσαλέα ανάγκη τους για υστεροφημία, τη ματαιοδοξία και την ανασφάλεια της εύθραυστης φύσης τους, τη δίψα για το χειροκρότημα, που γίνεται εξάρτηση σαν το ισχυρότερο ναρκωτικό…

Τα της παράστασης
Στο σύνολο 26 σκηνές. Μερικές με έξι-επτά μόλις ατάκες και αμέσως αλλαγή σκηνικού-κοστουμιών και διάθεσης. Διόλου εύκολη υπόθεση. Ως προς αυτό η σκηνοθετική προσέγγιση του Αλέξη Ρίγλη -που υπογράφει και τη γεμάτη παλμό μετάφραση- υπήρξε αισθητικά και νοηματικά αψεγάδιαστη. Έχοντας στα χέρια του, μάλιστα, την πολύ καλή μαγιά ενός ευφάνταστου, έξυπνου και καθόλα λειτουργικού και «περιποιημένου» σκηνικού με την υπογραφή του Γκάι Στεφάνου κέντησε σε σημεία.
Ο παλαίμαχος και στη ζωή και στο ρόλο εν προκειμένω Στεργιόγλου παραδίδει μαθήματα υποκριτικής πάνω στη σκηνή, αφού και οι πιο λεπτές εκφάνσεις του ρόλου του σηματοδοτούνται από ένα απλό σήκωμα του φρυδιού, μια παύση, έναν φρενήρη μονόλογο.
O Γάκης από την άλλη ως Τζον, λειτούργησε αρκετά καλά ως η δεύτερη δύναμη, παίρνοντας σταθερά τη σκυτάλη της ατάκας από τον Στεργιόγλου και ακολουθώντας επιδέξια το υποκριτικό του τέμπο. Αρκετά από τα εύσημα της επιτυχίας ανήκουν και στον Νικόλα Γεωργίου που επιμελήθηκε τα κοστούμια στο πλαίσιο ενός θεατρικού… editorial μόδας, λόγω και της ιδιότητάς του, αλλά και στους φωτισμούς του Νίκου Βλασόπουλου και τη μουσική του Σταύρου Γασπαράτου που βρίσκονταν σε ζωντανό διάλογο.

Το tip του θεατή
Να πας γιατί θα γελάσεις αρκετά με το γελοίο της ανθρώπινης ματαιοδοξίας, ενώ θα σου δοθεί τροφή για σκέψη από τις πικρές αλήθειες του κόσμου του Μάμετ. Θα απολαύσεις, επίσης, μια καλοστημένη παράσταση στο σύνολό της και όχι μόνο στα επιμέρους σημεία.

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!