Δεν ξέρω ποιοι λιάζονται τα πρωινά στις πλατείες της Αθήνας, δεν ξέρω καν αν έχουν μηδενική παραβατικότητα, κατά τα όσα δηλώνει η υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής. Ξέρω όμως ότι διαβάζω τις ιστορίες τους που δημοσιεύει στην ιστοσελίδα της η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες. Η πιο πρόσφατη ιστορία που είδα ήταν αυτή της Ραουάν.
Η 27χρονη Ραουάν ανήκει στη θρησκευτική μειονότητα των Αλεβιτών και κατάγεται από μια εύπορη οικογένεια: ο πατέρας της είναι πολιτικός μηχανικός, όπως και ο αδελφός της, η μητέρα της καθηγήτρια Γαλλικών, η αδελφή της σκηνοθέτις, η ίδια φαρμακοποιός. Είχαν μια άνετη ζωή μέχρι που ξεκίνησε ο πόλεμος και πολλοί Αλεβίτες βρέθηκαν στο στόχαστρο των εξτρεμιστών. «Αυτό που ζούμε είναι μια εξέγερση κατευθυνόμενη από τη θρησκεία που μας έφερε μόνο τρομοκράτες και το Ισλαμικό Κράτος. Πριν, κανείς δεν σε ρωτούσε τη θρησκεία σου. Τώρα όλοι ρωτούν “είσαι Μουσουλμάνα ή Χριστιανή; Σουνίτισσα ή Σιιτίσα;” Και από την απάντηση μπορεί να εξαρτηθεί η ζωή σου».
«Μένουμε στα περίχωρα της Δαμασκού και ήμασταν περικυκλωμένοι από τους αντάρτες. Γάζωσαν με σφαίρες έναν θείο μου και τα τρία του παιδιά. Η γυναίκα του σώθηκε γιατί το μωρό τους, που κρατούσε αγκαλιά, λειτούργησε σαν ασπίδα. Το βρέφος τής έσωσε τη ζωή αλλά εκείνη έχασε τα λογικά της. Δεν υπάρχει πια έλεος στην πατρίδα μας. Και σαν να μην έφταναν αυτά, οι εξτρεμιστές είχαν αναρτήσει στα κοινωνικά τους δίκτυα φωτογραφίες μου από τον λογαριασμό μου στο Facebook, κάποιες με τον αρραβωνιαστικό μου να πίνουμε ένα ποτό και να φορώ μίνι. Με αποκαλούσαν “πόρνη Αλεβίτισσα”, καλούσαν τους φανατικούς να με σκοτώσουν αφού πρώτα με βιάσουν».
Η Ραουάν αποφάσισε έτσι να φύγει, μαζί με τη μητέρα της, τη Φατάτ. «Προσπαθήσαμε να φύγουμε νόμιμα ζητώντας βίζα, αλλά κανείς δεν μας έδωσε. Σε όποια πρεσβεία κι αν πάμε, μας κλείνουν τις πόρτες. Βοηθούν στον πόλεμο αλλά δεν βοηθούν τους ανθρώπους που πληρώνουν τις συνέπειές του. Αναγκαστήκαμε να περάσουμε στον Λίβανο και από εκεί στην Τουρκία. Από την Αλικαρνασσό ξεκινήσαμε μεσάνυχτα ένα τρομακτικό ταξίδι με ένα μικρό ταχύπλοο όπου ήμασταν στοιβαγμένοι 25 Σύριοι πρόσφυγες. Ήταν αρχές Νοεμβρίου, έβρεχε και είχε καταιγίδα, το σκάφος είχε γεμίσει νερά και μόλις πλησιάσαμε κάτι βράχια, ο διακινητής μάς φώναζε να πηδήξουμε, κι όσους δίσταζαν τους πέταγε στην θάλασσα, ακόμη και μια έγκυο κοπέλα. Η μητέρα μου χτύπησε άσχημα τα πόδια της, κόντεψε να πνιγεί. Μας άφησε σε ένα ξερονήσι, όπου δεν υπήρχαν άνθρωποι ούτε σπίτια, μόνο μια μικρή εκκλησία. Έβρεχε όλο το βράδυ και μόνο το πρωί φάνηκαν κάποιοι φαντάροι που μας βοήθησαν και μας μετέφεραν στη Χίο. Μετά από δύο ημέρες στο κρατητήριο μας άφησαν».
Η Ραουάν κατάφερε τελικά να φτάσει με τη μητέρα της στη Σουηδία όπου βρίσκεται ο αδελφός της. Βοήθησε και η τύχη, και τώρα η μητέρα της περιμένει να υποδεχτεί τον άντρα της με τη διαδικασία της οικογενειακής επανένωσης.
Θητεία τυμβωρύχου εκτελεί ο Ιοβόλος