Ο (επικίνδυνος και) πρόθυμος για όλα Γ. Παπανδρέου.
Του Γιώργου Τσίπρα.
Η εκτίμηση ότι η Τουρκία έχει έρθει σε ρήξη με τη Δύση και ιδιαίτερα τις ΗΠΑ, είναι απλώς υπερβολική. Η Τουρκία του Ερντογάν έχει πραγματοποιήσει μια στροφή στις διεθνείς της σχέσεις και ακολουθεί μια περισσότερο πολυδιάστατη πολιτική εκμεταλλευόμενη και τη θέση της στο μουσουλμανικό και τουρκόφωνο κόσμο, καθώς και απέναντι στη Ρωσία. Αν αυτή η στροφή περιέχει και αιχμές που δεν είναι αρεστές στις ΗΠΑ, οι τελευταίες παραμένουν ο σημαντικότερος γεωπολιτικός εταίρος και πάτρωνας της γειτονικής χώρας.
Η αντίληψη πως οι δυνάμεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν μια προσέγγιση πολύ διαφορετική από την αμερικανική στο Παλαιστινιακό ζήτημα και ευρύτερα στο Μεσανατολικό, είναι επίσης λάθος. Αν και με σημαντικές διαφοροποιήσεις κατά χώρα, μετά τη διένεξη για την εισβολή στο Ιράκ ακολούθησε μια περίοδος μεγαλύτερης ευρωατλαντικής σύγκλισης που προέβλεπε προνομιακές σχέσεις με τον… χωροφύλακα των ΗΠΑ στην περιοχή, το Ισραήλ. Η ραγδαία ανάπτυξη πολύπλευρων σχέσεων του τελευταίου με την Ευρωπαϊκή Ένωση και νατοϊκές χώρες της Ευρώπης την προηγούμενη περίοδο, εν μέσω μάλιστα της κτηνωδίας σε Λίβανο και Γάζα, εντάσσεται σε αυτή τη σύγκλιση. Παρά το γεγονός ότι η αραβική και ευρύτερη μουσουλμανική αγορά είναι μεγάλη για τις ευρωπαϊκές πολυεθνικές δυνάμεις, με πρώτη και καλύτερη τη Γερμανία, βρίσκουν προφανώς τις εγγυήσεις του ισραηλινού χωροφύλακα, καθώς και την από κοινού με τις ΗΠΑ προσέγγιση της ενεργειακής τους ασφάλειας στην περιοχή πιο σημαντικά ζητούμενα. Πριν από λίγα χρόνια ο πρώην υπουργός Εξωτερικών Γιόσκα Φίσερ δήλωνε πως «η ασφάλεια της Ευρώπης δεν βρίσκεται πια στα ανατολικά της σύνορα αλλά στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή»(1).
Ένα λάθος πολύ μεγαλύτερο από τα δύο παραπάνω είναι η εκτίμηση πως η φιλο-ισραηλινή στροφή της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής και συμμαχία Αθήνας-Τελ Αβίβ εντάσσεται, για την πρώτη, σε κάποια μακρόπνοη στρατηγική, π.χ.ως αντίβαρο στις ελληνοτουρκικές σχέσεις (όπως υποβάλλεται αλλά διαψεύδεται επισήμως) ή με την Ελλάδα διαμετακομιστικό ενεργειακό κόμβο κ.λπ. Σε αντίθεση με τα συγκεκριμένα συμφέροντα που βαραίνουν στις επιλογές στα δύο παραπάνω παραδείγματα για την Τουρκία και την Ευρώπη, το βαρύνον στοιχείο στις φιλο-ισραηλινές επιλογές της κυβέρνησης Παπανδρέου αλλά και Χριστόφια στην Κύπρο δεν φαίνεται να είναι άλλο -για μια ακόμη φορά- από τη λογική του «προθύμου» να εξυπηρετήσει. Για τις ΗΠΑ και τη Γερμανία (σχετικές είναι και οι πρόσφατες επισκέψεις Μέρκελ σε Λευκωσία και Ιερουσαλήμ) η προφύλαξη του Ισραήλ από τις φουρτούνες που προοιωνίζονται οι αραβικές εξεγέρσεις, καθώς και η προνομιοποίηση των όποιων κοιτασμάτων αερίου στην περιοχή σχετίζονται λιγότερο με το οικονομικό και περισσότερο με το πολιτικό όφελος.
Για τις κυβερνήσεις σε Ελλάδα και Κύπρο τα οφέλη της επιλογής να στηριχθεί το Ισραήλ σε μια στιγμή ιδιαίτερα δύσκολη για το τελευταίο, δεν είναι ούτε άμεσα οικονομικά ούτε άμεσα πολιτικά, αλλά εντάσσονται στη λογική τού «να φανούμε χρήσιμοι» στους ισχυρούς ως μέθοδο, τάχα, απόσπασης πιο ευμενούς μελλοντικής μεταχείρισης στα φλέγοντα ζητήματα σε Ελλάδα και Κύπρο. Και όπως η διαχείριση της οικονομικής κατάρρευσης στην Ελλάδα απέναντι στη Μέρκελ και το ΔΝΤ ήταν καταστροφικά «πρόθυμη», καταστροφική απειλεί να αποδειχτεί και η αποκρουστική προθυμία ευθυγράμμισης με το χωροφύλακα των ισχυρών στην περιοχή.
(1) Deutsche Presse-Agentur, 25/10/2006.