του Νίκου Σταθόπουλου

Ο θάνατος του Μ. Γλέζου ανακίνησε το σοβαρό ζήτημα της «ηρωικότητας», στην ιστορία και στην καθημερινή κοινωνική ζωή. Από χίλιες πλευρές και με χίλια ρητορικά τεχνάσματα, επιχειρήθηκε να απαξιωθεί ο Γλέζος στην ιδιότητά του ως «ηρωική μορφή». Και είναι αυτό κάτι βαθύτερο και μακροπρόθεσμα πιο σοβαρό σε σχέση με την πολιτική και κοινωνική απαξίωση του Μ. Γλέζου.

ΤΙ ΧΡΕΙΑΝ ΕΧΟΜΕΝ ΗΡΩΩΝ, τάχα, σε μια εποχή «του αντιήρωα»; Αλλά, κατά λογική ακολουθία, τι εστί «αντιήρωας» και από πού αντλεί το κύρος του ώστε να απεμπολούμε ποιότητες συνείδησης και πρότυπα ζωής που, όπως και να το κάνεις, υπήρξαν καταλύτες στο να αλλάξει η ιστορία;
«Εποχή του αντιήρωα» και «Πολιτισμός των θεσμών και των διαδικασιών»! Με αυτές τις εμφατικές κορνίζες απαθανατίζεται η «ιστορική καταδίκη» του Ήρωα ως «παρακμιακής εξιδανίκευσης ενός νοσηρού ρομαντισμού». Ωστόσο, ο Τόμας Μαν, στο «Μαγικό Βουνό», αναφερόμενος σε μια εποχή που «από το απρόσωπο του περιβάλλοντος, από την ίδια την εποχή, παρόλη την αναταραχή της, λείπουν οι σκοποί και οι ελπίδες, όταν αποκαλύπτεται μυστικά απελπισμένη, απροσανατόλιστη και χωρίς διέξοδο» τότε, ένας σωστός άνθρωπος «για να καταβάλει μια αξιόλογη προσπάθεια που να ξεπερνά το μέτρο της κοινής πρακτικής, χωρίς η εποχή να μπορεί να δώσει μια ικανοποιητική απάντηση στο ερώτημα “Για ποιο λόγο;”, χρειάζεται μια ηθική μοναξιά και αμεσότητα, που είναι σπάνιες και ηρωικής φύσεως, μια ιδιαίτερα ρωμαλέα ζωτικότητα». Ο ήρωας είναι η παραδειγματική συνείδηση που μεταγγίζει τα «υλικά» της αξιοπρεπούς προσωπικότητας σε μια κατάσταση ζωής γονατισμένη, μοιραία και ηττοπαθή.
Η άρνηση του «ήρωα» είναι πτυχή της μετανεωτερικής απόρριψης της ρομαντικής έξαρσης, αλλά και της κατάφασης σε μια κοινωνική ζωή ριζικής ισοτιμίας προς τα κάτω. Και «προς τα κάτω» μόνο η ομοιομορφία της συναίνεσης υπάρχει, μόνο η σκιώδης ανταγωνιστικότητα του χειραγωγημένου εγώ, η σβάστικα μένει κυματίζουσα στην Ακρόπολη. Ο παρών κόσμος της υπερεμπορευματικής Μαζικής Δημοκρατίας δεν έχει ανάγκη από Γλέζους που ξεσηκώνουν τους λαούς αλλά από «επαγγελματίες της πολιτικής» που μέσω «θεσμών και διαδικασιών» θα «ποιμαίνουν» τεχνοκρατικώς τα αποστασιοποιημένα ψηφοφορικά πλήθη. Οι Γλέζοι πρέπει να μπουν στα σκονισμένα μουσεία, στα «γηρατειά» μιας «νηπιώδους αρχαιολογίας», και οι σβάστικες να κατεβαίνουν ή όχι κατόπιν «διαβουλεύσεων». Οι ήρωες είναι «αποκλίνοντες» σε μια κοινωνία «συνταγογραφούμενης ευεξίας», και επομένως πρέπει να «ανασκευαστεί» η «εγγενής παραβατικότητα» της «μούρλας» τους!
Το μετανεωτερικό «υποκείμενο» είναι μια ακαθόριστη «ενεργειακή πύκνωση», μια «βιοφυσική ύλη», χωρίς προϋποθέσεις προσωπικότητας, χωρίς δεσμούς και βιογραφία, μια «οντότητα» που «αυτοπραγματώνεται» σε έναν χρόνο ευθύγραμμο συνεχούς ροής όπου η «ιστορία» είναι ένα τυχαίο άθροισμα «γεγονότων» μεσολαβημένων από το «ατομικό φίλτρο και βίωμα». Στην πραγματικότητα, δηλαδή, υπάρχει ένα «δεδομένο» στάτους, εντός του οποίου το «υποκείμενο» απλώς διασχίζει τον βιολογικό του κύκλο με μόνη «ουτοπία» την (αυτο)διευθέτηση με όρους πιο ανεκτής και υποφερτής «θητείας» στο «ανοιχτό πέλαγος των ανθρώπινων διασταυρώσεων». Υπάρχει εδώ ένας βαθύς, δομικός πραγματισμός που συναρτάται με το πανίσχυρο ναρκισσιστικό υπόστρωμα του μεταμοντέρνου «υποκειμένου».

 

Χωρίς το ηρωικό πνεύμα, ως ριζωμένη πολιτιστική παρακαταθήκη, θα «καούμε» στους εκάστοτε περιορισμούς εν ονόματι «πανδημιών» που θα υπάρχουν ακριβώς για να μιζεριάζουμε ομοιόμορφα ενώ οι «άθικτοι» θα εκποιούν τα πάντα

 

Ο ΚΟΣΜΟΣ του μεταβιομηχανικού Κεφαλαίου, της συσσώρευσης έξω από το εργοστασιακό σύστημα, είναι ο συμπεριφορικός κόσμος της αέναης προσαρμογής. Δεν είναι η βασανιστική καθημερινότητα της εξαναγκαστικής υπακοής στις νόρμες, αλλά η «ελευθερία κίνησης και επιλογής», άρα από τη νεύρωση περνάμε στη ναρκισσιστική ψύχωση όπου η αυτοδιάσωση/αυτοανάδειξη είναι το ρυθμιστικό κριτήριο. Η κατάρρευση του συλλογικού (και η ταυτόχρονη ανάδυση του «ρευστού ατομοκεντρικού αθροίσματος») καθιστά ξένη και άχαρη και ανούσια κάθε λογική «προσφοράς», κάθε ηθική «δοτικότητας» (και γενικά κάθε ηθική). Επομένως, εκλείπει κάθε «πρότυπο» με τέτοια δυναμική, άρα είναι παρωχημένη ιδεοληψία ο «ήρωας».
Και το χειρότερο: ο «ηρωοκεντρισμός» εμπεριέχει ατόφια, λέει, την ψυχοδυναμική του φασισμού, αφού στον «ήρωα» προϋποθέτει έναν «ξεχωριστό, ανώτερο άνθρωπο» που έρχεται ως «εκλεκτός» και «μεσσίας» να επιφέρει «κάθαρση», να επιβάλει «δικαιοσύνη», να εγγυηθεί το «καλό». Ο «ήρωας», λέει, μονιμοποιεί τη φασιστική διάκριση ανάμεσα σε «ανώτερους-διακεκριμένους-θεόθεν αρίστους» και «κατώτερους-ατελείς-υποδεέστερους». Ο μετανεωτερικός άνθρωπος, υπό το σκιάχτρο του «φασισμού», συγκαλύπτει την απεμπόληση της αυτενέργειας του Προσώπου, δηλαδή την πρωτοβουλία ήθους και θάρρους που κινητοποιεί τις συνειδήσεις και μεταμορφώνει τον φόβο σε «αγανάκτηση κατά της μικρότητας». Ο «αντιηρωικός αντιφασισμός» είναι απλώς η «προοδευτική» μαζοποίηση εντός της οποίας τα πρότυπα (θεμελιωδώς απαραίτητα για μια υγιή διαδικασία ωρίμανσης) προσδιορίζονται αντανακλαστικά προς το ηγεμονικό κοσμοείδωλο που μοντάρουν η Μαζική Παιδεία και το Θέαμα.
Αυτή η σοφιστικέ εξύμνηση της λάμπουσας μιζέριας του «σύγχρονου συνειδητοποιημένου καταναλωτή», βρίσκεται στους αντίποδες του «Βασίλη, κάτσε φρόνιμα να γίνεις νοικοκύρης», αυτής της λαϊκής επικότητας του απροσκύνητου φρονήματος. Φοβούνται βαθιά τον «Βασίλη», αποστρέφονται τον Γλέζο, και κατασκευάζουν αντιηρωικές ιδεοληψίες για να «πείσουν» μια κοινωνία να «δρα συλλογικά, συντεταγμένα, έλλογα» δηλαδή να επιλέγει μέσω εμφυτευμένων αλγόριθμων προειλημμένες αποφάσεις σχετικά με την μοίρα και την ταυτότητά της.
Ο μετανεωτερικός άνθρωπος αρνείται την αναγκαιότητα του «ήρωα», ακριβώς γιατί η δήθεν «ανεξάρτητη υποκειμενικότητα» είναι απλώς το παραδοσιακό αντικοινωνικό και φοβικό στρείδωμα διατυπωμένο σε «φιλοσοφική μεταγλώσσα», στη «γλώσσα» μιας μη «λογοτεχνίας του προσωπικού/υπαρξιακού» όπου το ναρκισσιστικό Εγώ φαντασιώνεται μια ακαθοριστία «ποιοτικής» επιβίωσης. Στην ουσία, αυτού του τύπου η «αντι- ηρωολογία» είναι το κατεξοχήν πρόπλασμα του φασισμού αφού προϋποθέτει μια «μάζα μονάδων» δηλαδή ένα παρδαλό πλήθος «υποκειμένων» με ορίζουσα ποιότητα συνοχής την αναπαραγωγή της μονάδας, δηλαδή ό, τι εξυπακούεται ως βάση σε μια φασιστική-μεσσιανική συσπείρωση. Απλώς, τώρα αυτή η συσπείρωση συντελείται μέσω των θεσμών της Μαζικής Δημοκρατίας. Και είναι μια εξομοιωτική συσπείρωση με πραγματιστική ηθική και φιλοσοφία διαχείρισης. Το επιβεβλημένο ζητούμενο είναι η «προοδευτική βελτίωση» και η «αυτονόητη» μέθοδος είναι ο εκλογικισμός ως ειδική συνιστώσα του γενικού κυριαρχικού marketing.
«Ήρωες, άπαρτα βουνά» υμνεί η νεότερη «λαϊκή μούσα» τους παρτιζάνους της ΕΑΜικής εθνικής αντίστασης. Και «ηρωικότητα» αναγνωρίζει ο λαός, η εκφραζόμενη «κοινή συνείδηση», σε κάθε πράξη διαχωρισμένης πρωτοβουλιακής τόλμης με κίνητρο την ανώτερη αρετή της προσφοράς. Αρετή και τόλμη, ακριβώς, ως συστατικά νοήματα μιας υπέρβασης του «μέσου μέτρου φόβου» που συνέχει την τυπική καθημερινότητα. Όπως το ιδανικό είναι μια «ακραία ιδέα/αξία» που θέτει σε κίνηση την αγωνιστική φύση του πολιτισμένου ανθρώπου, έτσι και ο «ηρωισμός» είναι μια «ακραία ενεργητικότητα» που αναδεικνύει τη βαθύτερη δυνατότητα του ανθρώπου και δημιουργεί πρότυπα έμπνευσης δια των οποίων ενεργοποιείται γενικευτικά το Καλό στη συνείδηση.

Ο ΗΡΩΙΣΜΟΣ είναι το αλάτι που δεν αφήνει τη ζωή να σαπίσει από τη ρουτίνα των συμβιβασμών και την αδράνεια της πληκτικής προσαρμογής στην επιβίωση. Είναι η πρακτική στάση/επιλογή που καταλύει τα κηρύγματα υποταγής και πρόσδεσης στο σύνηθες και «αυτονόητο». Χωρίς το ηρωικό πνεύμα, ως ριζωμένη πολιτιστική παρακαταθήκη, θα «καούμε» στους εκάστοτε περιορισμούς εν ονόματι «πανδημιών» που θα υπάρχουν ακριβώς για να μιζεριάζουμε ομοιόμορφα ενώ οι «άθικτοι» θα εκποιούν τα πάντα. Η συντροφικότητα, η «κοινοτική αρχή», η «ηθική του δώρου», η αλληλεγγύη και το ηρωικό πνεύμα ολικής αυτοπροσφοράς: είναι τα «αντισώματα» της ελπιδοφόρας Ουτοπίας στις επιθέσεις των «ιών» του παρακμιακού μετανεωτερικού Καπιταλισμού!

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!