Ο «Πάπυρος» της Irene Vallejo είναι ένα βιβλίο εκπληκτικό. Ένα μοναδικό ταξίδι στην «περιπέτεια του βιβλίου από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα», όπως αναγράφεται και στον υπότιτλό του. Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο σε μετάφραση Κλεοπάτρας Ελαιοτριβιάρη.
Δυσκολεύομαι πραγματικά να γράψω έναν πρόλογο καθώς έχω κρατήσει αναρίθμητες σημειώσεις, έχω ανοίξει άλλα βιβλία, έχω αναζητήσει επιπλέον πληροφορίες για ζητήματα που θίγει.
Η συγγραφέας έχει μια απίστευτη ευρυμάθεια, αλλά και το ταλέντο να μας κάνει κοινωνούς των γνώσεών της μέσα από μια συναρπαστική αφήγηση, που συχνά παίρνει και τον χαρακτήρα προσωπικής εξομολόγησης. Για όσους αγαπάμε το διάβασμα είναι ένας απόλυτος οδηγός.
Είχα τη χαρά να μου παραχωρήσει μια πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη, παρόλο που νομίζω θίξαμε ένα πολύ μικρό μέρος από όσα θα ήθελα ακόμη να ρωτήσω και να μάθω.
Κρατάω τη μεγάλη της αγάπη για την Ελλάδα και τη σημαντική της γνώση όχι μόνο για το παρελθόν αλλά και για τη σύγχρονη λογοτεχνία.
Το διάβασμα δεν πρέπει να είναι ανταμοιβή ή τιμωρία για τα παιδιά. Πρέπει να είναι διασκέδαση, παιχνίδι. Η πιο πρόσφατη έρευνα δείχνει ότι το πιο έξυπνο πράγμα που πρέπει να κάνετε είναι να ενθαρρύνετε την ανάγνωση ως κοινή απόλαυση, ως ανοιχτό παράθυρο για συζήτηση και οικειότητα με τους ενήλικες που διαβάζουν μια ιστορία, ως μια στιγμή αναψυχής και χαράς
Τι σας οδήγησε στην έρευνα και στην αναζήτηση που κατέληξε στο βιβλίο σας «Πάπυρος»;
Οι γονείς μου ήταν φανατικοί αναγνώστες. Από τότε που ήμουν μικρή θυμάμαι το σπίτι μας σαν να έχει δεχτεί εισβολή από βιβλία σε κάθε δωμάτιο.
Πριν ακόμη αρχίσω να διαβάζω, ένιωσα μια πρώιμη περιέργεια για εκείνα τα φύλλα χαρτιού γεμάτα με σειρές από μικροσκοπικά μαύρα έντομα που έτρεχαν σε λευκό φόντο: φωλιές μυρμηγκιών που μόνο οι μεγάλοι ήξεραν να αποκρυπτογραφήσουν.
Πίστευα ότι η πράξη της ανάγνωσης ήταν κάποιο είδος μαγείας προσιτής μόνο στους ενηλίκους. Κι αυτό κινούσε για χρόνια την περιέργειά μου.
Αργότερα, οι σπουδές μου στην αρχαία ιστορία και φιλολογία με έφεραν σε επαφή με την εποχή που εφευρέθηκαν τα βιβλία αλλά και με αυτόν τον ισχυρό μετασχηματισμό στον τρόπο ομιλίας και σκέψης που επέφερε η εφεύρεση της γραφής. Ένιωσα έλξη, γοητεία και ανυπομονησία να μάθω πώς ήταν εκείνη η αυγή της ανάγνωσης.
Αναρωτήθηκα: τι γνωρίζουμε για εκείνους τους αναγνώστες; Σε ποιον ανήκαν τα πρώτα βιβλία; Ποιος έμαθε πρώτος να διαβάζει και να γράφει; Ποια ήταν η πρώτη βιβλιοθήκη που δημιουργήθηκε; Ποιο ήταν το πρώτο βιβλιοπωλείο; Πώς άλλαξαν τον κόσμο εκείνοι οι μικροί κύλινδροι παπύρου που ήταν τα πρώτα «βιβλία»; Οδηγημένη από την περιέργεια, άρχισα να βυθίζομαι σε μια έρευνα στενά δεμένη με τη δημιουργική μου πείνα και το όνειρό μου να γίνω συγγραφέας.
Ποια ήταν κατά τη γνώμη σας η πιο κρίσιμη στιγμή στην ιστορία του βιβλίου;
Μια από τις μεγαλύτερες τεχνολογικές επαναστάσεις στην ιστορία έλαβε χώρα όταν εμφανίστηκαν τα πρώτα γραπτά σημάδια. Όταν άρχισε να διαδίδεται η υπέροχη ανακάλυψη του αλφαβήτου και των βιβλίων, όλα άλλαξαν. Μακριά από τους θεματοφύλακες της ορθοδοξίας, τα βιβλία επέτρεψαν στους αναγνώστες να έχουν πρόσβαση στα λόγια των γραπτών παραδόσεων για πρώτη φορά, καλώντας τους να προβληματιστούν και να αρχίσουν να αμφιβάλλουν.
Έτσι γεννήθηκε το πνεύμα τόσο της κριτικής όσο και της γραπτής λογοτεχνίας. Ορισμένοι άνθρωποι τόλμησαν να αφήσουν ίχνη από τις ανακαλύψεις τους, τις αμφιβολίες τους και το δικό τους όραμα για τη ζωή. Τα βιβλία, σιγά σιγά, έγιναν όχημα ατομικής έκφρασης. Στο Ισραήλ, οι φωνές των προφητών, που δεν ήταν ούτε γραμματείς ούτε ιερείς, πέρασαν στη Βίβλο. Στην Ελλάδα άτομα χωρίς αριστοκρατική καταγωγή έγιναν αναζητητές απαντήσεων, δηλαδή φιλόσοφοι. Ακόμα κι αν τα περισσότερα κείμενα εξακολουθούσαν να υποστηρίζουν τη δύναμη των βασιλιάδων και των αρχόντων, υπάρχουν κενά από όπου αναδύονται επαναστατικές φωνές. Οι παραδόσεις έχασαν κάτι από την αδαμάντινη στιβαρότητά τους. Οι νέες ιδέες κλόνισαν τις δυσλειτουργικές κοινωνικές δομές. Δεν είναι τυχαίο ότι οι λέξεις «volume» (όπως ονόμαζαν οι Ρωμαίοι τα ρολά του παπύρου) και «revolution» (επανάσταση) μοιράζονται την ίδια λεξιλογική ρίζα.
Μόλις εφευρέθηκε η γραφή, οι πρόγονοί μας κοίταξαν γύρω τους και αναρωτιόντουσαν ποιο υλικό θα διατηρούσε καλύτερα το φευγαλέο ίχνος των γραμμάτων τους: η πέτρα, το χώμα, τα καλάμια, το δέρμα, το ξύλο, το ύφασμα, το μέταλλο…
Τα αιγυπτιακά ρολά παπύρου ήταν μια καθοριστική ανακάλυψη για την ιστορία του βιβλίου. Οι Εβραίοι, οι Έλληνες και οι Ρωμαίοι υιοθέτησαν τα ρολά με τόσο ενθουσιασμό που κατέληξαν να πιστεύουν ότι αποτελούν μέρος του δικού τους πολιτισμού. Σε σύγκριση με τις πινακίδες από πηλό, ξύλο ή μέταλλο, αυτά τα φύλλα παπύρου είναι λεπτά, ελαφριά και εύκαμπτα και, όταν τυλίγονται, μπορούν να αποθηκεύσουν μια τεράστια ποσότητα κειμένου σε έναν πολύ μικρό χώρο. Ένα ρολό μεσαίου μεγέθους θα μπορούσε να περιέχει μια ελληνική τραγωδία, έναν από τους διαλόγους του Πλάτωνα ή ένα βιβλίο του Ευαγγελίου. Αυτό αντιπροσώπευε ένα τεράστιο άλμα προς τα εμπρός στην προσπάθεια διατήρησης των έργων της σκέψης και της φαντασίας.
Σε συνέντευξή σας αναφέρατε ότι νιώθετε την ελληνική μυθολογία ένα δικό σας κομμάτι. Πως τη νιώθετε σαν το σπίτι σας…
Πράγματι, η ελληνική μυθολογία είναι σαν το σπίτι μου γιατί νιώθω ότι μιλά για μένα. Συμβολίζει αυτό που είναι πιο βαθιά ανθρώπινο και συνεχίζει να ρίχνει φως στο παρόν μας:
Οι άθλοι μας είναι του Ηρακλή. Οι προκλήσεις μας στρέφονται στον Προμηθέα. Ο Μινώταυρος ζει στους λαβυρίνθους μας και οι αλεξιπτωτιστές πέφτουν στη γη από τον ουρανό σαν τον Ίκαρο. Τα ταξίδια και οι οδύσσειές μας είναι του Οδυσσέα. Οι Τρώες κλαίνε και στους δικούς μας πολέμους. Ο Οιδίποδας και ο Νάρκισσος συμβολίζουν τα συμπλέγματά μας. Οι υπερ-ήρωες της Marvel κατάγονται από τους ήρωες της ελληνικής μυθολογίας. Όποτε μιλάμε για το δικαίωμα να θάψουμε τους νεκρούς μας, επιστρέφουμε στην Αντιγόνη. Αυτά τα πρόσωπα και αυτές οι θρυλικές ιστορίες εξακολουθούν να μας βοηθούν να φωτίσουμε τις σκιές του σημερινού μας κόσμου.
Τι θα μπορούσαν να κάνουν οι γονείς για να κάνουν τα παιδιά τους να διαβάζουν;
Ξεκινώντας θα πω ότι δεν είμαι ειδική επί του θέματος, αλλά μια παθιασμένη αναγνώστρια. Πιστεύω ότι το διάβασμα είναι μια δραστηριότητα γεμάτη πάθος και ότι η αγάπη δεν μπορεί να είναι υποχρεωτική. Το να διαβάζεις στα παιδιά, χωρίς να ζητάς ανταλλάγματα, μπορεί να είναι η καλύτερη στρατηγική. Η διδακτική μου εμπειρία μού έχει δείξει ότι τα οφέλη της ανάγνωσης προκύπτουν μόνο αν κάποιος μπαίνει στα βιβλία ελεύθερα, ανοιχτός στα μηνύματά τους, γεμάτος περιέργεια.
Το πιο σημαντικό δεν είναι τι λένε οι ενήλικες αλλά τι κάνουν. Ο αριθμός των βιβλίων στο σπίτι. Η συχνότητα των επισκέψεων στη βιβλιοθήκη ή ένα βιβλιοπωλείο. Εκτιμάμε τα βιβλία δίνοντάς τα ως δώρα σε ειδικές περιστάσεις; Τα παιδιά βλέπουν τους μεγάλους να διαβάζουν, είναι τα βιβλία μέρος της συζήτησης; Τους διαβάζουμε; Με λίγα λόγια: είναι τα βιβλία μέρος της καθημερινότητας των παιδιών;
Το διάβασμα δεν πρέπει να είναι ανταμοιβή ή τιμωρία. Πρέπει να είναι διασκέδαση, παιχνίδι. Η πιο πρόσφατη έρευνα δείχνει ότι το πιο έξυπνο πράγμα που πρέπει να κάνετε είναι να ενθαρρύνετε την ανάγνωση ως κοινή απόλαυση, ως ανοιχτό παράθυρο για συζήτηση και οικειότητα με τους ενήλικες που διαβάζουν μια ιστορία, ως μια στιγμή αναψυχής και χαράς. Χωρίς επιβολή. Και πρέπει να του δώσετε τον χώρο του σε στιγμές χαλάρωσης, ώστε τα παιδιά να το συνδέσουν με την απόλαυση. Αυτό είναι το κλειδί. Αν νιώσουν ευτυχισμένα μέσα σε ένα βιβλίο, είναι πιο πιθανό να επιστρέψουν για να αναζητήσουν τις ίδιες αισθήσεις στις σελίδες ενός άλλου βιβλίου. Όταν μιλάμε για διάβασμα, θα πρέπει να μιλάμε για ευχαρίστηση, συγκίνηση και αγάπη.
Είναι γνωστό ότι αγαπάτε και υποστηρίζετε τα βιβλιοπωλεία, αλλά τι μπορούμε να κάνουμε στις μέρες μας για να βοηθήσουμε όλους όσους εξακολουθούν να διατηρούν βιβλιοπωλεία;
Τα βιβλιοπωλεία είναι πιο απαραίτητα από ποτέ. Η σημερινή κοινωνία έχει πρόβλημα μοναξιάς. Αυτές οι εποχές οδηγούν στην απομόνωση. Η ανθρώπινη επαφή σαν σε δυστοπία κινδυνεύει να εξαλειφθεί.
Αντίθετα οι βιβλιοπώλες προτιμούν τη διά ζώσης επαφή και συζήτηση. Ακούνε σαν γιατροί, σαν φαρμακοποιοί που κοιτάζουν αν η πληγή σας είναι ήπια ή βαθιά, αν χρειάζεστε μια ισχυρή θεραπεία ή απλά ένα πακέτο βιταμινών. Τα βιβλιοπωλεία θα μπορούσαν να γίνουν ένα τρίτο σπίτι. Το πρώτο είναι το σπίτι που ζούμε, το δεύτερο ο χώρος εργασίας και το τρίτο σπίτι πρέπει να είναι το βιβλιοπωλείο ως τόπος φιλίας και ερεθισμάτων που εξουδετερώνουν την κούραση που συσσωρεύεται τόσες ώρες μπροστά σε διαφορετικούς τύπους ψηφιακών οθονών. Σε έναν κόσμο ψυχρών οθονών και απομακρυσμένης επικοινωνίας, τα ανεξάρτητα βιβλιοπωλεία αντιπροσωπεύουν έναν υγιή χώρο για καλωσόρισμα, συνάντηση και συζήτηση. Πιστεύω ότι είναι στο χέρι μας να τους δείξουμε ευγνωμοσύνη και αγάπη επισκεπτόμενοί τους συχνά και ακολουθώντας τις συμβουλές τους για τις αγορές μας.
Ο ελληνικός πολιτισμός με έχει γαλουχήσει
Τι γνωρίζετε για τη νεοελληνική λογοτεχνία;
Από τις πρώτες μου αναμνήσεις, ο ελληνικός πολιτισμός με έχει γαλουχήσει. Η λογοτεχνία μου έχει τις ρίζες της στη γοητεία των μεγάλων κλασικών, αλλά και του Κωνσταντίνου Καβάφη, του Νίκου Καζαντζάκη, του Σεφέρη, του Ρίτσου, του Παύλου Μάτεση, της Μαργαρίτας Καραπάνου και, τα τελευταία χρόνια, του Θοδωρή Καλλιφατίδη, της Μαρίας Ιορδανίδου ή του Πέτρου Μάρκαρη. Μου έκανε βαθιά εντύπωση η ποιητική «Κασσάνδρα και ο Λύκος» της Καραπάνου, που έφερε στο μυαλό μου τους δίδυμους Claus και Lucas στην τριλογία του Ágota Kristóf. Αυτός ο εξαρθρωμένος μονόλογος μιας νεαρής κοπέλας που είναι το σύγχρονο αντίστοιχο της θρυλικής Κασσάνδρας με συνεπήρε στην εξερεύνηση της μηχανής δημιουργίας μύθων. Η «Μητέρα του σκύλου» του Παύλου Μάτεση με συγκλόνισε. Είναι ένα διεισδυτικό και πεσσιμιστικό μυθιστόρημα για επιζώντες από τραύματα και γυναίκες θύματα, μια ισχυρή μεταφορά για τη μοίρα μιας νότιας Ευρώπης που πλήττεται από αλλεπάλληλες κρίσεις. Ως Ισπανίδα, ένιωσα ότι με αφορά και με συγκίνησε.
Τρέφω τεράστιο θαυμασμό για την κουλτούρα και τον πολιτισμό σας, από την εποχή που εφηύρατε τη Δημοκρατία και μέχρι σήμερα που ο πολιτισμός σας δεν έπαψε να είναι δημιουργικός στον χώρο της ποίησης, του μυθιστορήματος, του κινηματογράφου και των καλών τεχνών. Μου αρέσει να βουτάω στη συναρπαστική και στοχαστική εμπειρία των ταινιών του Θόδωρου Αγγελόπουλου και με γοητεύει η δύναμη του νέου κύματος του ελληνικού κινηματογράφου: Γιώργος Λάνθιμος, Αθηνά Ραχήλ Τσαγγάρη, Έκτορας Λυγίζος και Αλέξανδρος Αβρανάς. Οι ταινίες τους δεν είναι μόνο δείγμα μεγάλης δημιουργικότητας, αλλά και υποβλητικών ιδεών για να κατανοήσουμε τα διλήμματα του παρόντος μας. Η εκθαμβωτική κουλτούρα σας συνεχίζει να ανοίγει σήμερα νέα μονοπάτια για το μέλλον.