Τα λαϊκά συνταγματικά δικαιώματα σε αναστολή. Του Ανέστη Ταρπάγκου.

Ο τελευταίος ενάμισης χρόνος (άνοιξη 2010-φθινόπωρο 2011) σημαδεύτηκε από την πραγματοποίηση σημαντικών λαϊκών κινητοποιήσεων απέναντι στην μνημονιακή πολιτική της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ και όλου του αστικού πολιτικού μπλοκ (πανελλαδικές απεργίες, κίνημα στις πλατείες, κλαδικοί αγώνες στα Μέσα Μεταφοράς, στα ΜΜΕ κ.λπ.). Σε ολόκληρη αυτή την δραματική περίοδο, οι κινητοποιήσεις των εργαζομένων και της νεολαίας βρέθηκαν αντιμέτωπες με μια πρωτοφανή μαζική αστυνομική κατασταλτική πολιτική από την πλευρά του αστικού κράτους, σ’ όλα τα επίπεδα: Ξυλοδαρμοί, χημικός πόλεμος, μεταλλικά φράγματα χρησιμοποιήθηκαν συστηματικά για τη διάλυση των απεργιακών διαδηλώσεων και των συγκεντρώσεων των αγανακτισμένων στους δρόμους και τις πλατείες. Αυτή η κατασταλτική δράση των κρατικών μηχανισμών αποσκοπούσε και επέφερε σε σημαντικό βαθμό την αποψίλωση και απομαζικοποίηση των λαϊκών συγκεντρώσεων διαμαρτυρίας απέναντι στη μνημονιακή πολιτική ολικής καταστροφής των εργαζομένων.

Στην πρόσφατη κινητοποίηση της ΔΕΘ επιστρατεύτηκαν χιλιάδες αστυνομικοί των σωμάτων ασφαλείας (παρ’ όλες, μάλιστα, τις μαζικές κινητοποιήσεις των ενώσεων αστυνομικών υπαλλήλων όλης της χώρας), κάθε είδους (ΜΑΤ, ομάδες ΔΙΑΣ κ.λπ.), δημιουργώντας ένα σιδηρόφρακτο πλέγμα γύρω από τον χώρο της ΔΕΘ και επιβάλλοντας ένα κλίμα αστυνομοκρατίας σ’ ολόκληρη την πόλη. Μόνον με την αστυνομοκρατία της δικτατορίας και της προδικτατορικής περιόδου μπορούσε να συγκριθεί αυτό το πυκνό πλέγμα καταστολής. Το αποτέλεσμα ήταν η αποτροπή, ο εκφοβισμός και η παρεμπόδιση της συμμετοχής πολλών δεκάδων χιλιάδων πολιτών, καθώς και ο περιορισμός των διαδηλώσεων στον κύκλο των αριστερών στρατευμένων αγωνιστών και συνδικαλιστών (πέραν της μαζικής συμμετοχής των φοιτητικών καταλήψεων και των ταξιτζήδων).
Πρόκειται, πλέον, ανοιχτά για την έμπρακτη απαγόρευση της άσκησης του συνταγματικού δικαιώματος της πολιτικής και κοινωνικής διαδήλωσης, προκειμένου να εξασφαλιστεί η υλοποίηση της πολιτικής του ακραίου νεοφιλελευθερισμού. Αυτή η αντισυνταγματική εκτροπή συμπληρώνεται με την κατάργηση του δικαιώματος της ελεύθερης πληροφόρησης και γνώμης, εφόσον τα τηλεοπτικά ΜΜΕ βρίσκονται στα χέρια μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων και του κρατικού μηχανισμού, με αποτέλεσμα την αδιάλειπτη χειραγώγηση των λαϊκών συνειδήσεων με την ιδεολογική τρομοκρατία της χρεοκοπίας, της δημιουργίας συνείδησης ότι το δημόσιο Χρέος είναι εθνικό και όχι ταξικό, με την επιβολή της αντίληψης για την πραγματοποίηση αιματηρών θυσιών των εργαζομένων κ.λπ. Τέλος, η αντισυνταγματική ανωμαλία συμπληρώνεται με την ολοκληρωτική ενίσχυση της εκτελεστικής εξουσίας και την πλήρη υποβάθμιση του Κοινοβουλίου και των κοινωνικών φορέων (π.χ. νόμος για τα ΑΕΙ με την πλήρη διαφωνία της συνόδου των πρυτάνεων και όλων των φοιτητικών παρατάξεων) όπως με τα νομοσχέδια που ψηφίζονται με τη διαδικασία του κατεπείγοντος.
Εμφανέστατη, λοιπόν, είναι η αντιστοιχία με τη «βαθιά (συνταγματική) τομή» που προγραμμάτιζε ο καραμανλισμός το 1962 με βουλευτές μαριονέτες, πανίσχυρο εκτελεστικό και χαλύβδινους μηχανισμούς ασφαλείας και καταστολής για την επιβολή των συμφερόντων του βιομηχανικού και εφοπλιστικού κεφαλαίου.

Ο ημι-φασισμός στο κοινωνικό παραγωγικό επίπεδο
Παράλληλα, αυτό το καθεστώς πολιτικής ημι-δικτατορίας συνοδεύεται από έντονα φαινόμενα στέρησης των συνταγματικών δικαιωμάτων στο κοινωνικό και παραγωγικό επίπεδο: *Καταστροφή του δικαιώματος στην απασχόληση (ένας εργαζόμενος σε κάθε οικογένεια) με την ανεργία στο 17% του ΟΕΠ με προοπτική να σκαρφαλώσει στο 20% έως 25%. *Ριζικός περιορισμός των ασφαλιστικών δικαιωμάτων των συνταξιούχων, παρ’ όλο που εξέρχονται από τον ενεργό εργασιακό βίο με πλήρη καταβολή των εισφορών τους επί δεκαετίες.
* Κατάργηση του δικαιώματος της συλλογικής διαπραγμάτευσης (πίσω ακόμη και από τον επαίσχυντο νόμο 3239/1955). *Κατάργηση του δικαιώματος της απεργίας, εφόσον στην ολότητά τους κηρύσσονται παράνομες και στο βαθμό που η μαζική ανεργία καταλύει την άσκηση του απεργιακού δικαιώματος. *Κατάργηση του δικαιώματος του συνεταιρίζεσθαι, γιατί επιφέρει άμεσα την απόλυση στην ιδιωτική οικονομία και αποσυντίθεται από τα αλλεπάλληλα κύματα μαζικών απολύσεων.
Η ημι-δικτατορία στο πολιτικό επίπεδο συμπληρώνεται από τον ημι-φασισμό στο κοινωνικό πεδίο. Το μόνο συνταγματικό δικαίωμα που έχει μείνει όρθιο δεν είναι παρά εκείνο του «εκλέγειν-εκλέγεσθαι» και της λειτουργίας των πολιτικών κομμάτων.
Ωστόσο, και παρά όλες τις επικλήσεις του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΚΕ για την αναγκαιότητα άμεσης προσφυγής στη λαϊκή ετυμηγορία, εντούτοις η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, ενώ η εκλογική της απήχηση έχει υποδιπλασιαστεί και βρίσκεται σε χασματώδη αναντιστοιχία με τη λαϊκή βούληση (τα αναρίθμητα μέχρι σήμερα γκάλοπ το καταδεικνύουν, όπως και την κατακόρυφη πτώση του νεοφιλελεύθερου δικομματισμού συνολικά), εντούτοις αρνείται πεισματικά την προσφυγή στις κάλπες. Η ενδεχόμενη πραγματοποίησή τους θα καταδείκνυε την ισχυρή ενίσχυση της εκλογικής απήχησης των πολιτικών σχηματισμών που αντιτίθενται στη μνημονιακή πολιτική, ενώ ο σχηματισμός συμμαχικής κυβέρνησης «εθνικής σωτηρίας (του κεφαλαίου και των τραπεζών)» θα αποσταθεροποιούσε συνολικά τον αστικό κοινωνικό συνασπισμό εξουσίας, στο βαθμό που θα άφηνε τον αντιπολιτευτικό χώρο έρμαιο της Αριστεράς και του εργατικού λαϊκού κινήματος, με απροσμέτρητες συνέπειες για την αστική ταξική κυριαρχία.

«Να μιλήσει ο λαός» κινηματικά, απεργιακά, εκλογικά
Επομένως, εφόσον συνεχιστεί η άσκηση αυτής της αστικής πολιτικής του κοινωνικού ολοκαυτώματος των λαϊκών τάξεων και για την επόμενη διετία (με την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ ή συμμαχική κυβέρνηση Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ-ΛΑΟΣ χωρίς τη διαμεσολάβηση εκλογών) η χώρα θα έχει μετατραπεί σε ένα απέραντο «κοινωνικό νεκροταφείο» εξαθλίωσης της μισθωτής εργασίας, καταστροφής μικροαστικών στρωμάτων, αποτελμάτωσης και απόγνωσης της νεολαίας, μαζικής ανεργίας σε επίπεδα του 1960 κ.ά., κατάσταση από την οποία το λαϊκό και αριστερό κίνημα είναι προβληματικό κατά πόσο θα μπορεί να ορθοποδήσει. Κι αυτό μέσα σ’ ένα καθεστώς αποστέρησης των θεμελιωδών λαϊκών συνταγματικών δικαιωμάτων, δηλαδή ημι-δικτατορικό, που δεν απέχει πολύ πλέον από το «κράτος της εθνικοφροσύνης» (1947-67) και της δικτατορίας (1967-74).
Έτσι, ο ρόλος της Αριστεράς και ιδιαίτερα της Ριζοσπαστικής, καθώς και του αγωνιστικού λαϊκού κινήματος (εργατικού, φοιτητικού, πλατειών, αυτοαπασχολουμένων, ανέργων, συνταξιούχων), πέραν της επίμονης απαίτησης «να μιλήσει ο λαός» με τη διεξαγωγή εκλογών, είναι να συμβάλει πολιτικά και ιδεολογικά στην τροφοδότηση ενός αυτόνομου αγωνιστικού λαϊκού κινήματος, με οργανικό συντονισμό στους κόλπους του, που να επιδιώκει την αποκατάσταση των λαϊκών συνταγματικών δημοκρατικών ελευθεριών και την ανατροπή της μνημονιακής πολιτικής και των αστικών πολιτικών φορέων άσκησής της.
Η μαζική κίνηση που δημιουργείται στην τρέχουσα συγκυρία για την άρνηση πληρωμής του κεφαλικού φόρου και του χαρατσιού στις κατοικίες είναι ενδεικτική μιας αποτελεσματικής ενωτικής λαϊκής κινητοποίησης. Εξίσου οι πλατιές κινήσεις ανέργων στις πλατείες για την κατάκτηση καθολικών αξιοπρεπών επιδομάτων ανεργίας. Επίσης, η δρομολόγηση συντονισμένων πανεργατικών απεργιών με κλιμάκωση, προοπτική και αποτελεσματικότητα κ.λπ.

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!