του Γιώργου Κυριακού

«…. Άργησε φούρε να καείς κι εσύ ψωμί να γένεις για να περάσει ο κυρατζής κι ο γιος μου ν’ απομείνει…»

Η ξενιτειά, για την κατεχόμενη από τους Οθωμανούς Ήπειρο, ήταν οδός επιβίωσης και πολυεπίπεδης ανατροφοδότησης της ιδιαίτερης πατρίδας. Οι ξενιτεμένοι έστελναν χρήματα για την οικογένεια, για να φτιάξουν καινούριο σπίτι και για τα κοινωφελή έργα στο χωριό. Η Κωνσταντινούπολη, η Βενετιά, η Αυστρία, η Αλεξάνδρεια, η Ρωσία, η Φιλιππούπολη, η Μολδοβλαχία και άλλα κέντρα στα οποία Έλληνες ζούσαν κι αναπτυσσόντουσαν, ήταν προορισμός των καραβανιών από κυρατζήδες (αγωγιάτες) που έπαιρναν νέους.

Ήδη από τον 16ο αιώνα ευεργέτες όπως ο Τζιγαράς, ο Επιφάνιος, ο Γκιόνμας ή ο Μαρούτζης χρηματοδοτούν νοσοκομεία και σχολές. Στον 18ο αιώνα, μετά τη συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή, η μετανάστευση απέκτησε μια οργανωμένη έκφραση σε αδελφότητες χωριών συνδεδεμένες με τις επιχειρήσεις, καθώς και με πατριωτικές βλέψεις γνωστών ευεργετών για να τροφοδοτήσουν τα χωριά σε καθημερινές υποδομές, ναούς και σχολεία. Από την εποχή αυτή ξεκινά η οργανωμένη ζωή των «απ’ έδω», αυτών που ζουν οριστικά ή προσωρινά σε «ξένες χώρες».

Η ιστορία των Ηπειρωτών κι αργότερα των Βορειοηπειρωτών ως μια ενιαία ιστορία μέσα στη δίνη των γεωπολιτικών ανακατατάξεων στην ευρύτερη περιοχή της Ηπείρου είναι η βάση μιας έρευνας για τη σημερινή διασπορά, κυρίως στην Ελλάδα. Ποιοι είναι οι «απ’ έδω» σήμερα, οι Βορειοηπειρώτες που κατοικούν μόνιμα –πλέον– στην Ελλάδα; Ακολουθεί μια περιοδολόγηση σχετική με κεντρικά και «τοπικά» γεγονότα στη διάρκεια επανασυγκρότησης του Ελληνισμού.

Από το αρχείο του Φίλιππου Γιωβάνη

Α) 18ος αιώνας: Η οικονομική ανάπτυξη των Ελλήνων και ειδικά των Ηπειρωτών φτάνει στο απόγειό της, με παραδείγματα ανάπτυξης όπως αυτό της Μοσχόπολης. Οι επιτυχημένοι της διασποράς είναι οι ευεργέτες στις περιοχές τους και παράγοντες ενίσχυσης: νοσοκομεία, σχολές και σχολεία, ενίσχυση ναών-μοναστηριών, καθώς και άλλες ευεργεσίες στην ενιαία Ήπειρο ή αλλού.

Β) 19ος αιώνας-1913: Η ανάπτυξη εθνικής ιδέας συνοδεύεται από τη συμμετοχή σε οργανώσεις που καλύπτουν την εθνική ανασυγκρότηση όσο και το πάθος για τη μόρφωση και τη θρησκευτική ταυτότητα. Οργανώσεις όπως ο «Φοίνιξ», το «Ελληνόγλωσσο Ξενοδοχείο», η «Φιλόμουσος Εταιρία» αποτελούν τα προπλάσματα της Φιλικής Εταιρίας. Η Ήπειρος από το 1821 μέχρι τους Βαλκανικούς Πολέμους τροφοδότησε όλους τους πολεμικούς αγώνες μέχρι τη γραμμή της Άρτας. Η ουσιαστική συμβολή των Ηπειρωτών κι αργότερα σε οργανώσεις όπως η «Φιλεκπαιδευτική Εταιρία» ή ο «Ηπειρωτικός Φιλεκπαιδευτικός Σύλλογος Κωνσταντινουπόλεως» ενάντια στο «βαρύ της απαιδευσίας σκότος» έθεσαν τα θεμέλια της Παιδείας, αλλά και της προετοιμασίας για την απελευθέρωση. Ονόματα από την ενιαία Ήπειρο όπως ο Ριζάρης, ο Σίνας, ο Ζωσιμάς και άλλοι συμπληρώνουν έναν μακροσκελή κατάλογο επιφανών δίπλα σε προσπάθειες συγκρότησης αδελφοτήτων των χωριών. Σχολεία, ανεγέρσεις ναών, μορφωτικές εκδόσεις, παρθεναγωγεία για τα κορίτσια, σχολές, υποδομές στα χωριά είναι το πεδίο που θα στηθεί στο κενό φροντίδας του Οθωμανικού κράτους. Η μετανάστευση αλλάζει: από τα Βαλκάνια στην Αμερική. Εκεί συγκροτούν αδελφότητες για την επιβίωση και τη βοήθεια στα χωριά.

Γ) 1913-1921: Σε μια περίοδο ανακατατάξεων στα Βαλκάνια και στο Μικρασιατικό, ένα τμήμα της Ηπείρου έχει ήδη απελευθερωθεί, ενώ η εξέγερση στη Βόρεια Ήπειρο με το αίτημα της ένωσης-αυτονομίας (1914) αποκτά διεθνείς διαστάσεις στο πλαίσιο διαπραγματεύσεων για τα κομμάτια του «μεγάλου ασθενούς». Ηπειρώτες επιστρέφουν για να πολεμήσουν, και τεράστια χρηματικά ποσά δίνονται για την ενίσχυση του στρατού. Ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος συνδέεται με τις διαθέσεις του ελλαδικού πληθυσμού εν μέσω πολιτικού διχασμού για την απελευθέρωση και άλλων ελληνικών χωρών μπροστά στην αναδίπλωση ενός Οθωμανισμού που αποκτά σοβινιστικά χαρακτηριστικά μετά την επανάσταση των Νεότουρκων. Οι αδελφότητες από την Αμερική περιορίζονται στα επείγοντα. Την περίοδο αυτή ο εμφύλιος ανάμεσα στις αλβανικές ελίτ κυριαρχεί, και η ρευστότητα δίνει τη θέση της, λίγο πριν τη Μικρασιατική Καταστροφή, στο Πρωτόκολλο της Καπστίτσας, με το οποίο «αναγνωρίζονται» σε ένα ακαθόριστο καθεστώς οι «μειονοτικές ζώνες» των Ελλήνων της Αλβανίας το 1921.

Δ) 1921-1940: Ο μη αποδεκτός ακρωτηριασμός της Βόρειας Ηπείρου και η κατακύρωσή της στο αλβανικό κράτος αναδιοργανώνει τη διασπορά με πολλές ελπίδες για μια μελλοντική διευθέτηση. Δεν έχει ακυρωθεί το Πρωτόκολλο της Κέρκυρας του 1914, που αποδίδει αυτονομία στη Βόρεια Ήπειρο, και η Ελλάδα καλείται από τις «Μεγάλες Δυνάμεις» να ανακαταλάβει την περιοχή. Οι αδελφότητες και οι ευεργέτες χρηματοδοτούν τη σχολική δραστηριότητα της Ελληνικής Μειονότητας στην Αλβανία με ανοιχτή δίοδο για μετεκπαίδευση στα ιδρύματα Ηπειρωτών στην Ελλάδα. Το διάταγμα του 1933, που βασίστηκε σε φωτογραφικό άρθρο του Αλβανικού Συντάγματος για τα «ιδιωτικά σχολεία» του δικτάτορα Ζώγκου, αναδιοργανώνει τη διασπορά της Ηπείρου στην προσπάθεια να ακυρωθεί η διάταξη. Αυτό επιτυγχάνεται το 1935 ύστερα από πολλούς αγώνες, με απόφαση της Κοινωνίας των Εθνών. Η ενίσχυση της μυστικής «Νέας Φιλικής Εταιρίας» καθώς και η στήριξη των «κρυφών σχολειών» κατά τη διάρκεια της απαγόρευσης των ελληνικών σχολείων είναι βασική μέριμνα της Ηπειρώτικης διασποράς.

Ε) 1940-1945: Ο Ελληνοϊταλικός Πόλεμος και οι νίκες του ελληνικού στρατού αναζωπυρώνουν το ζήτημα της Αυτονομίας-Ένωσης με την Ελλάδα. Η περίοδος της Γερμανοϊταλικής κατοχής και τα κινήματα αντίστασης που αναπτύσσονται ρευστοποιεί τα όρια των δυο περιοχών. Ο διχασμός «δεξιάς» και «αριστεράς», ιδιαίτερα για το ζήτημα της Βόρειας Ηπείρου, η συνακόλουθη επικράτηση της «αριστεράς» και η ένταξη των μειονοτικών αντιστασιακών ταγμάτων στους Αλβανούς παρτιζάνους επιτείνει την οριστικοποίηση των συνόρων κατόπιν τραγικών γεγονότων και εκκαθαρίσεων. Σε αυτήν την περίοδο η διασπορά ακολουθεί τον δρόμο των γεγονότων στο πλαίσιο του «μικρού» εμφυλίου. Η οριστική απόδοση της Βορείου Ηπείρου στην Αλβανία από τους διεθνείς οργανισμούς το 1945 ακυρώνει κάθε δράση για αυτονομία-ενσωμάτωση.

ΣΤ) 1945-1990: Το κλείσιμο των συνόρων και η διαστρέβλωση κάθε έννοιας δικαίου από την ενβεριανή δικτατορία στερεί τη δυνατότητα κάθε επαφής με τους «απ’ έδω» στην Ελλάδα. Συγγενείς μένουν αποκλεισμένοι στις δύο χώρες και οι «απ’ έκει» στην Αλβανία ζουν πλέον σε Μειονοτικές Ζώνες ως minoritar («μειονοτικός», ως ένα είδος πολιτιστικής ιδιαιτερότητας). Η αλβανική Ασφάλεια (Sigurimi) έχει ως βασική της δραστηριότητα μια δικαστική βιομηχανία με στημένες κατηγορίες που οδηγούν σε καθεστώς φυλακίσεων, βασανισμών, εκτελέσεων, εξαφανίσεων, ψευδών ειδήσεων ή της υποχρεωτικής μετοίκησης οικογενειών «θιγμένων» που μέλη τους φυλακίστηκαν ή ήταν φυγάδες στην Ελλάδα. Νόμοι όπως της υποχρεωτικής υπαγωγής σε συνεταιρισμούς της μικρής ιδιοκτησίας όπως και η απαγόρευση της θρησκευτικής λατρείας ήταν σημαντικά χτυπήματα στην Ελληνική Μειονότητα, αφού διαρρήγνυαν τον ιστό της ιδιαιτερότητάς της. Οι «απ’ έδω» ζουν σε ένα ειδικό καθεστώς με αλβανική υπηκοότητα πιέζοντας, χωρίς αποτέλεσμα, μέσα από τις οργανώσεις τους το ελληνικό κράτος (ιδιαίτερα μετά τον εμφύλιο) να αναλάβει διεθνώς την προστασία της Μειονότητας. Η δραστηριότητα αναλήφθηκε από εξωθεσμικούς παράγοντες κυρίως της δεξιάς, καθότι η αριστερά ήταν εχθρική σε κάθε τέτοια προσέγγιση. Η ανταλλαγή προξένων το 1971 επί χούντας, η συνάντηση στα σύνορα το 1984, η απόπειρα «άρσης του εμπολέμου» και οι διάφορες αποστολές Ελλαδιτών καλλιτεχνών δεν δίνουν καμιά συνέχεια στην ανάγκη επικοινωνίας. Κύριος οργανωτικός παράγοντας είναι ο Μητροπολίτης Κονίτσης Σεβαστιανός και η οργάνωση ΣΦΕΒΑ, καθώς και οι Ομοσπονδίες στις ΗΠΑ και στην Ελλάδα, που όμως δεν μπορούν να παίξουν κανέναν ουσιαστικό ρόλο στη ζωή της Ελληνικής Μειονότητας.

Ζ) 1990-Σήμερα.

Συνεχίζεται

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!