Όταν οι μύθοι αποκαλύπτονται και οι μάσκες πέφτουν.
Του Κώστα Ανδριανόπουλου.
Η Προεδρία της Δημοκρατίας τίθεται στο επίκεντρο των πολιτικών εξελίξεων. Αφενός γιατί από παντού εκπορεύονται σενάρια που την εμπλέκουν και αφετέρου γιατί η ίδια επιδιώκει ενεργότερο πολιτικό ρόλο. Η Προεδρία με την υποτιμημένη πολιτική σημασία στα μάτια των πολλών και το δυσεξήγητο πολιτικά ρόλο, διαμορφώνεται σε βαρύνουσα οντότητα του πολιτικού σκηνικού. Και μάλιστα εσπευσμένα, αιφνιδιαστικά, ανεπάντεχα για τη γνώμη των πολλών.
Η αλήθεια είναι ότι η Προεδρία της Δημοκρατίας ποτέ δεν ήταν έξω από τα πολιτικά πράγματα. Δεν ήταν διακοσμητική, έμβλημα της Ελλάδας και του πολιτεύματος. Έτσι την παρουσίαζαν όσοι την ήθελαν στο απυρόβλητο, σε ρόλο υψηλού επόπτη και έσχατης συστημικής εφεδρείας.
Έξω από τις τρέχουσες αντιδικίες, ο Παπούλιας δεν δίσταζε να εκφράζεται για την εξωτερική πολιτική, μεταλλάσσοντας τις δικομματικές συναποφάσεις σε εθνική γραμμή, με παρεμβάσεις που υποστύλωναν τους κυρίαρχους κοινωνικούς μύθους. Κατά καιρούς μίλησε και με τη γλώσσα της κοινωνικής αυτοσυνείδησης. Ώρες – ώρες θαρρετά και άλλες με τρόπο που ο λόγος του χρησιμοποιήθηκε ως περιτύλιγμα και άλλοθι.
Όμως οι καιροί άλλαξαν. Η χώρα δοκιμάζεται από τη μνημονιακή καταιγίδα και το πολιτικό σύστημα -ετοιμόρροπο από χρόνια- καταρρέει. Οι θεσμοί απονομιμοποιούνται, η κοινωνία αποσυντίθεται, ο συστημισμός είναι σε κρίση. Ζητούνται εναλλακτικές διαδικασίες και επικυρώσεις νομιμοποίησης. Οι εφεδρείες έρχονται στο προσκήνιο. Είναι η ώρα τους. Διαπλέκονται με την επιτακτική πραγματικότητα, διαπερνώνται από τη νοσηρότητά της. Η Προεδρία δεν είναι πηγή φωτός, πλέον. Μοιάζει επίστρατη. Χάνει από τη διακριτικότητά της. Σιγοντάρει την έξωθεν παραγγελία για συναίνεση. Μετέχει και αυτή με το δικό της τρόπο στην ενορχηστρωμένη πίεση προς τον Σαμαρά.
Απ’ την άλλη, στις κρίσεις των πολιτών δεν υπάρχει πια περίσσευμα καρδίας. Ούτε απλοχεριά σε εύσημα ή καιρός για επικοινωνιακές κολακείες. Όταν κανείς αντιλαμβάνεται, τοποθετείται με σκληρό πολιτικό τρόπο. Επικεντρώνει στην ουσία. Η θεσμική ουδετερότητα αποκαλύπτεται ως παραμύθι. Οι ρόλοι αποκαλύπτονται, οι συνειρμοί γίνονται σε χρόνο ενεστώτα. Η Προεδρία ανέχτηκε το Μνημόνιο. Συμπορεύτηκε. Το προσυπέγραψε στην ουσία και την ιδεολογία του. Λειτούργησε επικυρωτικά. Νομιμοποίησε τον πρωθυπουργό να δηλώνει ότι στο πλαίσιο της πολιτικής του, απωλέσαμε την εθνική κυριαρχία. Πρόκειται για θεσμική αποδοχή, μετάλλαξη. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας προσάρμοσε το θεσμικό του ρόλο στα όρια της εθνικής ταπείνωσης. Το πρόβλημα δεν είναι οι λειψές αρμοδιότητες, αλλά τα όρια στις πρακτικές της Προεδρίας (ποιος συνταγματολόγος θα το κρίνει, άραγε, αυτό;). Ο κύριος Παπούλιας αντάλλαξε τη σθεναρή στάση απέναντι στην εθνική κατάπτωση με προτροπές για τιμωρία φοροφυγάδων, σε μια προσπάθεια συμπόρευσης με τη λαϊκή οργή.
Τα πολιτικά σενάρια που βγαίνουν δειλά-δειλά στο φως της δημοσιότητας, προσβλέπουν σε εναλλακτικά κέντρα αναφοράς, σε θεσμικούς ψευτοπάροχους νομιμότητας. Εμπλέκουν την Προεδρία, πιέζουν, την αντιμετωπίζουν ως ευένδοτη, οιωνεί συμμέτοχο.
Η ίδια δεν φρόντισε να διαψεύσει. Να ακυρώσει τη διασπορά των σεναρίων που πολλαπλασιάζονται και θεριεύουν, ζητώντας συνταγματική εκτροπή. Τελευταία πήρε θέση, υπέδειξε συναίνεση, στην κατεύθυνση της τροϊκανής λογικής και των κυβερνητικών σχεδίων.
Η Αριστερά ποτέ δεν αντιδίκησε με την Προεδρία. Ίσως δεν είχε την πολυτέλεια για άνοιγμα πολλών μετώπων. Ίσως γιατί εκεί δεν έβλεπε τον κύριο αντίπαλο. Για λόγους πολλούς. Πλην, όμως, έτσι δεν κατάφερε να αποκρύψει το θεσμικό καθωσπρεπισμό της. Συνώνυμο με μια αντίληψη που βλέπει την πολιτική επιρροή, επικοινωνιακά, προορισμένη να μη φαίνεται ανευλαβής, να μη θίγει αντιλήψεις μικρονοικοκυραίων. Άλλωστε, τα πλάνα της δεν την έφερναν αντιμέτωπη με τον Πρόεδρο, καθώς δεν προέβλεπαν ενδεχόμενα εκτεταμένων ανατροπών. Έτσι, σήμερα, εγκλωβισμένη στην επιδεινούμενη αδυναμία της, παρακολουθεί αμήχανα, αμέτοχα, τα σενάρια και τις πρωτοβουλίες να εξελίσσονται δίπλα της.