Όσοι στην χώρα πίστεψαν ότι η επιθετική στάση της Τουρκίας έναντι των δυτικών συμμάχων της θα οδηγήσει αργά ή γρήγορα σε πλήρη ρήξη των σχέσεων τους πρέπει να το ξανασκεφτούν. Όσο και αν είναι αλήθεια ότι η επιθετικά αλαζονική, αυτοκρατορική συμπεριφορά του Ερντογάν έναντι των ηγετών της Δύσης προκαλεί δυσφορία και στις δύο όχθες του Ατλαντικού φαίνεται ότι εκείνο που θριαμβεύει, εκείνο που ουσιαστικά καθορίζει την συμπεριφορά της Δύσης έναντι της Τουρκίας είναι η γεωπολιτικά ισχυρή θέση της χώρας και η οικονομική της δύναμη, παρά τα όποια προβλήματα παρουσιάζει το τελευταίο διάστημα.

Είναι αυτά ακριβώς τα δύο όπλα, μαζί με τον έλεγχο των προσφυγικών ροών, που αξιοποιεί στο έπακρο ο Ερντογάν και μέχρι στιγμής κερδίζει. Ακόμα και το γεγονός της επίγνωσης της δυσαρέσκειας, στα όρια της αποστροφής, που δημιουργεί η πολιτική του τον καθιστά περισσότερο αποφασιστικό, περισσότερο πεισμένο ότι η συγκυρία για την Τουρκία, και για τον ίδιο προσωπικά, είναι κρίσιμη. Ο Ερντογάν ξέρει ότι «παίζει το κεφάλι του». Ξέρει κυρίως ότι σήμερα δεν μπορεί να «κάνει πίσω» και ότι ο υπαρκτός κίνδυνος- σχέδιο, διαμελισμού της Τουρκίας μπορεί να αποκρουσθεί μόνο μέσα από μια επιθετική πολιτική έναντι όλων.

Όσοι στην χώρα πιστεύουν, ή σκόπιμα προβάλλουν, την βεβαιότητα ότι ο σουλτάνος συμπεριφέρεται επιθετικά μόνο υπό το βάρος εσωτερικών πιέσεων και προβλημάτων, ότι η ρητορική του αποτελεί λεονταρισμούς χωρίς αντίκρισμα θα διαψευστούν. Η πολιτική Ερντογάν έχει την στήριξη του βαθιού τουρκικού κράτους, των δυναμικών οικονομικών παραγόντων και της μεγάλης πλειοψηφίας του αστικού πολιτικού κόσμου της Τουρκίας. Οι διαφορές αφορούν περισσότερο το βαθμό επιθετικότητας έναντι των γειτόνων τους συνολικά και την πολιτική έναντι της Δύσης.

Κυρίως θα διαψευστούν όσοι νομίζουν ότι οι ΗΠΑ και η Ε.Ε. είναι σε θέση να «συγκρατήσουν» ή να ακυρώσουν τα ακραία επεκτατικά του σχέδια. Η επίγνωση της αδυναμίας της Δύσης να επιβάλει, όπως στο παρελθόν τους σχεδιασμούς, αποτελεί όπλο στην φαρέτρα της τουρκικής διπλωματίας. Στην βάση αυτή ο Ερντογάν συμπεριφέρεται ως ηγέτης μιας μεγάλης δύναμης, ανάλογης της Γερμανίας ή και ολόκληρης της Ε.Ε., ως άτυπος ηγέτης όχι μόνο του πληθυσμού της Τουρκίας αλλά και των εκατοντάδων εκατομμυρίων σουνιτών της Μ. Ανατολής. Συμπεριφέρεται ως παράγοντας καθοριστικός στην διαμόρφωση του τοπίου και της γεωπολιτικής ισχύος σε ολόκληρη τη Μ. Ανατολή, την Ν. Α. Μεσόγειο, την Αφρική και τα Βαλκάνια. Το σημαντικότερο είναι ότι διαπιστώνει, πέρα από τις φραστικές ρήξεις, ότι και η Δύση είναι έτοιμη να τον αντιμετωπίσει ως τέτοιου μεγέθους παράγοντα. Δύο πρόσφατα παραδείγματα.

Η πολιτική Ερντογάν έχει την στήριξη του βαθιού τουρκικού κράτους, των δυναμικών οικονομικών παραγόντων και της μεγάλης πλειοψηφίας του αστικού πολιτικού κόσμου της Τουρκίας. Οι διαφορές αφορούν περισσότερο το βαθμό επιθετικότητας έναντι των γειτόνων τους συνολικά και την πολιτική έναντι της Δύσης

Γερμανικά υποβρύχια και αμερικανικά F35

Προ ολίγων ημερών έγινε γνωστό, με παρέμβαση της Σεβίμ Ντάγκντελεν, αναπληρώτριας κοινοβουλευτικής εκπροσώπου του κόμματος Die Linke, ότι η Γερμανία ετοιμάζεται να παραδώσει άμεσα στην Τουρκία έξι σύγχρονα επιθετικά υποβρύχια ικανά να ανατρέψουν την ναυτική ισορροπία δυνάμεων μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Η απόφαση αυτή της γερμανικής κυβέρνησης έρχεται να κουρελιάσει τις δήθεν καταγγελίες της Μέρκελ, και του ευρωπαϊκού ιερατείου, για την επιθετική συμπεριφορά έναντι της Ελλάδας και της Κύπρου. Είναι παραπάνω από φανερό ότι η Τουρκία δεν εξοπλίζεται με υποβρύχια για να προστατευθεί από την «τρομοκρατία» ούτε να προστατεύσει τα νότια ή ανατολικά σύνορα της. Η πρόθεση της είναι η επιβολή του νόμου του ισχυρού και η δημιουργία τετελεσμένων, κατά παράβαση κάθε έννοιας διεθνούς δικαίου, στις ενεργειακές πηγές της Μεσογείου. Οι Τούρκοι πολιτικοί και στρατιωτικοί επιτελείς δεν έχουν αφήσει κανένα περιθώριο αμφιβολίας των προθέσεων τους.

Η μοναδική πραγματικότητα που καθορίζει τη στάση της Γερμανίας είναι το μέγεθος του εξοπλιστικού προγράμματος της Τουρκίας, ύψους δεκάδων δισεκατομμυρίων, που δεν μπορεί να χαριστεί σε Γαλλία, Βρετανία, Ιταλία που ήδη παίρνουν μέρος σε στρατιωτικές συμπαραγωγές και οικονομικές σχέσεις.

Δεν είναι μόνο η Ε.Ε. που δεν μπορεί να αντισταθεί στο μέγεθος της αγοράς της Τουρκίας. Οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν με τη σειρά τους την πρόθεση να παραδώσουν νωρίτερα τα πρώτα από τα 100 F35 που έχει παραγγείλει η Τουρκία. Οι φωνές των Αμερικάνων γερουσιαστών για κυρώσεις σε βάρος της Τουρκίας λόγω της αγοράς των S-400, οι «ανησυχίες» των στρατιωτικών ειδημόνων για κλοπή τεχνογνωσίας από τους Ρώσους, δεν είναι ικανές να οδηγήσουν σε ένα άμεσο «εμπάργκο» κατά της Τουρκίας και την επιβολή μέτρων. Οι ΗΠΑ προσπαθούν να κερδίσουν χρόνο γνωρίζοντας καλά ότι δεν μπορεί να αφεθεί να περιπέσει η Τουρκία μόνιμα στην αγκαλιά της Ρωσίας. Οι πιέσεις θα συνεχιστούν, τα παζάρι θα ζωηρέψει, το αποτέλεσμα των επερχόμενων προεδρικών εκλογών θα συνεκτιμηθεί, αλλά η σημασία και το γεωπολιτικό μέγεθος της Τουρκίας θα συνεχίζει να καθορίζει τις εξελίξεις. Δεν είναι τυχαίο ότι κυβερνητικοί κύκλοι της Τουρκίας προειδοποίησαν ότι η μη παράδοση των F35 θα οδηγήσει σε αγορά σύγχρονων ρωσικών αεροπλάνων την ίδια στιγμή που η επίσημη Τουρκία ξεκαθάρισε ότι η χώρα δεν έχει σχέση αγοραστή όπλων με τις ΗΠΑ αλλά είναι συμπαραγωγός των F35 συμμετέχοντας στο πρόγραμμα κατασκευής έχοντας ήδη καταβάλει 1 δισ. δολάρια. Η Τουρκία κάνει παιχνίδι μεγάλης δύναμης και ήδη αναγνωρίζεται ως τέτοια.

Όσο η Ελλάδα θα συνεχίζει να ζει με μύθους και βεβαιότητες ότι η Δύση θα σταθεί δίπλα της ή με το διεθνές δίκαιο τόσο πιο πολύ θα βυθίζεται στο κλίμα των συνεχών εντάσεων και της δημιουργίας τετελεσμένων. Από αυτό το σημείο δεν απέχει πολύ η απώλεια κυριαρχίας και εδαφών.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!