Από τον αγώνα για δημοκρατία και κοινωνική δικαιοσύνη στην εμφύλια σύγκρουση.

Στη Συρία, αυτό που άρχισε ως μια αυθεντική λαϊκή διαμαρτυρία για δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις και κοινωνικές αλλαγές θα μπορούσε να εξελιχθεί σε ένα εφιαλτικό σενάριο χάους και παρατεταμένης εμφύλιας σύγκρουσης, σ’ ένα μακροχρόνιο αιματηρό πόλεμο τύπου Ιράκ. Σ’ αυτό το συμπέρασμα συμπίπτουν πολλές αναλύσεις για την κατάσταση στη Συρία.

Αναμφίβολα, το υπόβαθρο των κινητοποιήσεων, υπό την επίδραση και των παραδειγμάτων της Τυνησίας και της Αιγύπτου, είναι η οικονομική και κοινωνική κατάσταση. Ο Μπασάρ Άσαντ κατάργησε τις επιδοτήσεις των καυσίμων και άφησε την «ελεύθερη αγορά» να διαμορφώνει τις τιμές των τροφίμων. Η τιμή του ντίζελ τριπλασιάστηκε, οι τιμές των βασικών τροφίμων αυξήθηκαν κατακόρυφα στο πλαίσιο της εκρηκτικής ανόδου των παγκόσμιων τιμών των τροφίμων. Η εξαθλίωση επιδεινώθηκε και έγινε ακόμη πιο έντονη η αντίθεση ανάμεσα στην πλούσια διεφθαρμένη κρατικο-πολιτική και επιχειρηματική ελίτ της οικογένειας Άσαντ και του Κόμματος Μπάαθ και στους φτωχούς που αγωνίζονται να επιβιώσουν. Η φτωχή αγροτιά, ιδίως των νοτιοανατολικών περιοχών που υπέφεραν από ξηρασία τα τελευταία χρόνια –όπου και η Ντεράα, το επίκεντρο των διαδηλώσεων-, αποτελεί τη σπονδυλική στήλη των κινητοποιήσεων. Αυτό καταμαρτυρείται και από την κατανομή των διαδηλώσεων που διεξάγονται κυρίως σε επαρχιακές πόλεις και χωριά, σε αντίθεση με τη Δαμασκό και το Χαλέπι.
Το αστυνομικό κράτος και η ακαμψία του καθεστώτος Άσαντ, που προχώρησε στην άρση των νόμων έκτακτης ανάγκης μετά από δύο μήνες διαδηλώσεων και εκατοντάδες νεκρούς, οδηγεί στη γενίκευση της αντίστασης στην οποία αρχίζουν να προσελκύονται οι μεσαίες τάξεις των πόλεων και οι νέοι. Απ’ ό,τι φαίνεται, τώρα πλέον καμιά μεταρρύθμιση δεν θα είναι αρκετή, αν δεν ανατραπούν οι υπεύθυνοι για την αιματηρή καταστολή, η οποία εντάθηκε με την έξοδο τεθωρακισμένων και στρατού και την πολιορκία της πόλης Ντεράα.
Σε πολιτικό επίπεδο, η αντιπολίτευση συγκροτείται από δυνάμεις εκ διαμέτρου αντίθετες. Υπάρχουν ομάδες αριστερές και προοδευτικές, όπως το Κόμμα της Κομμουνιστικής Δράσης, που υποστηρίζουν μια αυθεντική δημοκρατική ανατροπή, ομάδες, όπως του πρώην Σύρου αντιπροέδρου, Αμπτούλ Χαλίμ Χαντάμ (συγγενούς του Σαουδάραβα βασιλιά Αμπτουλάχ και του δολοφονηθέντος πρωθυπουργού του Λιβάνου Σ. Χαρίρι), του Ριντάλ αλ-Άσαντ και των εξορίστων στην Ευρώπη και στη Σαουδική Αραβία, και η Μουσουλμανική Αδελφότητα με τους συμμάχους της. Αυτές οι ομάδες στρέφονται κυρίως κατά της οικογένειας Άσαντ και της κυβερνώσας ελίτ των Αλεβιτών.

Η ανάμειξη των Σαουδαράβων
Γεγονότα των τελευταίων ημερών αποκαλύπτουν ανάμειξη σαουδαραβικών και λιβανέζικων δυνάμεων στο συριακό κίνημα διαμαρτυρίας και υποστήριξη των Σαλαφιστών (από δογματικής απόψεως συγγενών με τους Βαχαβίτες που κυριαρχούν στη Σαουδική Αραβία), τα δίκτυα των οποίων φαίνεται να έχουν επιρροή. Τα ακραία θρησκευτικά συνθήματα πολλών διαδηλωτών αποτελούν μια μαρτυρία, όπως και το ότι η κοσμική προοδευτική αντιπολίτευση, τούτη τη στιγμή, μάλλον είναι μειοψηφικό ρεύμα.
Η ανάμειξη των Σαουδαράβων, που επιβεβαιώνεται από ποικίλες πλευρές, στοχεύει προφανώς στη ρήξη του άξονα Συρίας-Ιράν-Χεζμπολάχ, στη μείωση της επιρροής του Ιράν και στον τορπιλισμό της συνεννόησης Τουρκίας-Συρίας. Στόχοι, που συμπίπτουν με τις επιδιώξεις των ΗΠΑ-Ισραήλ. Η υποδαύλιση θρησκευτικών διαμαχών και η αναδιάταξη των δυνάμεων βάσει της γραμμής αντιπαράθεσης σουνιτών-σιιτών, που επιχειρεί η Σαουδική Αραβία σε όλη την περιοχή του Κόλπου, όπως έδειξε η επέμβαση στο Μπαχρέιν, αποτελεί μία από τις αιχμές της αντεπαναστατικής πολιτικής που ακολουθούν δυναμικά οι Σαουδάραβες αποσκοπώντας στην καταβύθιση της αραβικής δημοκρατικής/ κοινωνικής διαμαρτυρίας στο βούρκο των θρησκευτικών παθών. Η παρέμβαση των Σαουδαράβων συσχετίζεται επίσης, από ορισμένους αναλυτές, με το ότι οι Σαουδάραβες δεν επιθυμούν την αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων από το Ιράκ , επειδή θεωρούν ότι θα αποσταθεροποιήσει περαιτέρω την Αραβική Χερσόνησο και θα συντελέσει στην άνοδο της ιρανικής επιρροής. Η πρόκληση χαοτικής κατάστασης στη Συρία ίσως θα έχει ως αποτέλεσμα την επ’ αόριστον παραμονή των αμερικανικών στρατευμάτων.

ΗΠΑ, Ισραήλ και Τουρκία
Το ότι οι ΗΠΑ επιθυμούν την αποσταθεροποίηση της Συρίας είναι κοινό μυστικό. Επιβεβαιώθηκε εξάλλου από τις διαρροές διπλωματικών εγγράφων από το Wikileaks προ ημερών, τα οποία απέδειξαν την αμερικανική χρηματοδότηση ομάδων Σύρων εξορίστων που παίζουν ρόλο στις κινητοποιήσεις. Ωστόσο, το καθεστώς του Άσαντ θεωρούνταν «μετριοπαθές» στην αμερικανο-ισραηλινή κατάταξη δυνάμεων, εν σχέσει με τα «ριζοσπαστικά» καθεστώτα της περιοχής -τουλάχιστον πριν η μετατόπιση της Τουρκίας προς μια γραμμή συνεργασίας με τη Συρία και το Ιράν μεταβάλλει την ισορροπία. Ο αραβικός ξεσηκωμός, όμως, έφερε τις δυτικές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις αντιμέτωπες με την ενδεχόμενη πλήρη κατάλυση της τάξης πραγμάτων που είχαν οικοδομήσει και τον πρώτο αιφνιδιασμό αντικατέστησε μια ενεργητική αντίδραση. Το αδιέξοδο στη Λιβύη έδωσε περιθώρια παρέμβασης στις ΗΠΑ και τους Ευρωπαίους. Η Συρία θα μπορούσε να δημιουργήσει μια ακόμη ευκαιρία, αλλά εκεί οι διακυβεύσεις είναι μεγαλύτερες. Μέχρι στιγμής η πολιτική αναταραχή αξιοποιήθηκε για την κλιμάκωση της επίθεσης στο Ιράν, αλλά όσον αφορά την αιματηρή καταστολή, η γλώσσα είναι πολύ μετρημένη. Το ελεγχόμενο χάος και ένα αδύναμο συριακό καθεστώς, άρα και εξασθένηση της συμμαχίας με το Ιράν, είναι βεβαίως άκρως επιθυμητά, αφού συνεπάγονται υπονόμευση της δύναμης της Χεζμπολάχ στον Λίβανο και της Χαμάς και ενίσχυση του Ισραήλ, αλλά ακόμη είναι αβέβαιες τόσο οι ΗΠΑ όσο και το Ισραήλ για τις πιθανές συνέπειες.
Η αβεβαιότητα σχετικά με το τι θα προκύψει στην περίπτωση πτώσης του καθεστώτος Άσαντ , μαζί με φόβους για μια «πιο ριζοσπαστική» κυβέρνηση κυριαρχεί και στις ανησυχίες της Τουρκίας, η οποία προσπαθεί να δημιουργήσει τα τελευταία χρόνια το οικονομικό μπλοκ με τη Συρία, την Ιορδανία και τον Λίβανο. Ο τουρκικός Τύπος (Hurriyet Daily News, 28/4) εκφράζει τις ανησυχίες του ότι η επιμονή των συριακών αρχών στη διατήρηση του στάτους κβο θα μπορούσε να οδηγήσει σε αλλαγή καθεστώτος και σε περιφερειακή αστάθεια που θα απέβαινε εις βάρος των τουρκικών συμφερόντων, οικονομικών και πολιτικών. Η τουρκική κυβέρνηση προσπαθεί συνεπώς να παρέμβει σταθεροποιητικά και να βοηθήσει στις «μεταρρυθμίσεις». «Δεν θέλουμε αυταρχικό, ολοκληρωτικό καθεστώς στη Συρία. Ελπίζουμε ότι η διαδικασία του εκδημοκρατισμού θα προχωρήσει γρήγορα», δήλωσε ο Ρ. Τ. Ερντογάν (28/4 HDN) ύστερα από τηλεφωνική συνομιλία με τον Μπ. Άσαντ, ταυτόχρονα έδωσε δάνειο 180 εκατ. ευρώ στη Συρία και έστειλε υψηλού επιπέδου αντιπροσωπείες της υπηρεσίας πληροφοριών (ΜΙΤ) και της υπηρεσίας κρατικού σχεδιασμού (Τετάρτη 27/4), για να παράσχουν τα φώτα τους στον Άσαντ.

Αριάδνη Αλαβάνου
Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!