Τις τελευταίες εβδομάδες ζούμε στιγμές εθνικής ομοψυχίας απέναντι στην απειλή της Τουρκίας. Το γεγονός ότι δεν παραβιάζεται η συνοριακή γραμμή, η ενεργοποίηση των κατοίκων στις παραμεθόριες περιοχές, και η πανεθνική στήριξη της υπεράσπισης των συνόρων είναι δείγματα του φαινομένου. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη πιστώνεται θετικά στην κοινή γνώμη την απόφασή της να «στεγανοποιήσει» τα σύνορα, ενώ και όλο το πολιτικό σύστημα φαίνεται να στηρίζει την επιλογή αυτή («κι εμείς το ίδιο θα πράτταμε»). Το πολιτικό σύστημα εξαναγκάστηκε να κρατήσει μια στάση που δεν συμβαδίζει με την ως τώρα δουλοπρέπειά του στους σχεδιασμούς της Ε.Ε. από τον ωμό τρόπο της Τουρκίας, από τον ορατό κίνδυνο αυτή να πετύχει χωρίς κανονικό πόλεμο την κατάρρευση των συνόρων μας. Εξαναγκάστηκε όμως και από την πάνδημη αντίσταση των νησιωτών στην απόβαση των ΜΑΤ και την προσπάθεια επιβολής των κλειστών κέντρων. Όλα αυτά βέβαια δεν συνοδεύονται και από μια στρατηγική αναπροσαρμογή της χώρας: μοιάζουν με εξαίρεση στον κανόνα.

Το πολιτικό σύστημα φέρει ακέραια την ευθύνη για τη γεωπολιτική αποδυνάμωση της Ελλάδας και διότι επέτρεψε η προσφυγική κρίση να μετατραπεί σε εθνική απειλή. Ήταν ορατό ήδη από το 2015 πως η Τουρκία προσπαθεί να εντάξει τη μετακίνηση πληθυσμών στα μεγαλοκρατικά και επεκτατικά της σχέδια, πως είδε στη μαζική μετανάστευση ένα εργαλείο γκριζαρίσματος, αποσταθεροποίησης και πίεσης. Οι απειλές του Ερντογάν ήταν ξεκάθαρες, για όποιον ήθελε να δει. Όμως το πολιτικό σύστημα, πιστό στη γραμμή του κατευνασμού, ομοφωνούσε ότι πρόκειται για κινήσεις εντυπωσιασμού και εσωτερικής κατανάλωσης. Το ίδιο ξεκάθαρες ήταν και οι προθέσεις των Ευρωπαίων «εταίρων» μας. Από τη μία πλευρά μιλούσαν για αλληλεγγύη και ανθρώπινα δικαιώματα, αποκρύπτοντας τις δικές τους ευθύνες για την κρίση στη Συρία, τη Λιβύη και αλλού. Από την άλλη, στην πράξη, το ένα μετά το άλλο τα κράτη μέλη της Ε.Ε. έκλειναν τα σύνορά τους. Και όλοι μαζί υλοποίησαν και χρηματοδότησαν ένα δίκτυο φορέων (από τις ποικίλες ΜΚΟ μέχρι την Frontex) για να μετατρέψουν την Ελλάδα σε φράχτη και αποθήκη των μεταναστευτικών ροών.

 

Προς γκριζάρισμα και του Έβρου

Η Ελλάδα ουδέποτε κατήγγειλε τον σχεδιασμό αυτό, ενώ η τότε κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, έσπευσε να τον εντάξει στο προοδευτικοφανές της αφήγημα – την ώρα που έχτιζε Μόριες και μοίραζε λεφτά στα διάφορα δίκτυα του επαγγελματικού ανθρωπισμού. Η διακυβέρνηση Τσίπρα άφησε προίκα στη χώρα τη «συμφωνία» Ε.Ε.-Τουρκίας, καθώς και ένα νομοθετικό πλέγμα που υποστηρίζει τη μετατροπή των νησιών σε μια μεγάλη φυλακή. Η αλλαγή κυβέρνησης σήμανε αλλαγή του ιδεολογικού πρόσημου, χωρίς όμως να αμφισβητηθεί η απόφαση της Ε.Ε. για εγκλωβισμό των προσφύγων στη χώρα μας. Και πάλι εχθρός είναι οι τοπικές κοινωνίες, που δεν δέχονται τις διασπαρμένες δομές σε όλη την επικράτεια στην αρχή, και τη δημιουργία κλειστών δομών στα νησιά στη συνέχεια. Η επιμονή στην αδιέξοδη αυτή πολιτική κατέληξε (μέσα από… πλωτά φράγματα, καταργήσεις-επανιδρύσεις υπουργείων και άλλα φαιδρά), στην υπερδιόγκωση του πληθυσμού σε Χίο, Σάμο, Λέσβο, και στις επακόλουθες αντιδράσεις των τοπικών κοινωνιών. Η απάντηση της Ν.Δ. ήταν η καταστολή: οι εικόνες με τα ΜΑΤ να συμπεριφέρονται σαν στρατός κατοχής είναι μνημείο αυτής της παταγώδους αποτυχίας.

Ο Τσίπρας άφησε προίκα στη χώρα τη «συμφωνία» Ε.Ε.-Τουρκίας, καθώς και ένα νομοθετικό πλέγμα που υποστηρίζει τη μετατροπή των νησιών σε μια μεγάλη φυλακή, ενώ ούτε ο Μητσοτάκης αμφισβήτησε την απόφαση της Ε.Ε. για εγκλωβισμό των προσφύγων στη χώρα μας

Σήμερα η εμπλοκή της μεταναστευτικής κρίσης με τη γεωπολιτική περικύκλωση που επιδιώκει ο Ερντογάν και το ανοιχτό παζάρι του με τη Δύση, εκτείνεται σε όλο το τόξο Έβρος-Αιγαίο-Κύπρος. Μετά την μέχρι στιγμής αποτυχημένη προσπάθεια να σπάσει τη συνοριακή γραμμή, τώρα ο Ερντογάν επιδιώκει τη μονιμοποίηση της πίεσης στον Έβρο Ταυτόχρονα εντείνει τη διεθνοποίηση του θέματος, προσπαθώντας να παρουσιάσει τη χώρα μας ως ανθρωπιστική κόλαση. Και βρίσκει ευήκοα ώτα σε Ευρωπαίους αξιωματούχους, ΜΜΕ και ΜΚΟ (όπως εκείνες που στηρίζουν τα Λευκά Κράνη στη Συρία ή όπως αυτές που προετοίμασαν την «ανθρωπιστική επέμβαση» στη Γιουγκοσλαβία). Η αναβαθμισμένη αυτή στρατηγική της Τουρκίας έχει ως σκοπό να γκριζάρει την κυριαρχία στον Έβρο και να επιδιώξει τη δημιουργία μιας ζώνης ειδικού ελέγχου, την οποία θα χρησιμοποιήσει ως βάση για τα περαιτέρω επεκτατικά της σχέδια.

 

Ζητείται πολιτική συνολικής ανάταξης

Το αφήγημα της Ν.Δ. δεν δείχνει ικανό να απαντήσει στην απειλή αυτή. Η επιχειρησιακή ικανότητα του στρατού και της αστυνομίας μπορεί να απέτρεψε τις επιθέσεις στα σύνορα, αλλά δεν μπορεί από μόνη της να μπλοκάρει τους σχεδιασμούς αυτούς. Απαιτείται μια άλλη πολιτική στάση συνολικά, τόσο εσωτερικά όσο και διεθνώς. Αντ’ αυτής, η κυβέρνηση καλωσόρισε τους Ευρωπαίους αξιωματούχους στον Έβρο επαναλαμβάνοντας μονότονα πως τα ελληνικά σύνορα είναι και ευρωπαϊκά, πήρε μια οικονομική ενίσχυση, και ξαναϋποσχέθηκε να φτιάξει κλειστά κέντρα, στα νησιά αλλά και στις Σέρρες – απειλώντας να δημιουργήσει διπλωματικό επεισόδιο με τη γείτονα Βουλγαρία. Ο κ. Μητσοτάκης πανηγύρισε που τα σύνορά μας πλέον τα φυλάνε Αυστριακοί, Frontex κ.ά.: δεν βλέπει πως μ’ αυτή τη διεθνοποίηση πάμε βήμα-βήμα προς το σχέδιο μειωμένης κυριαρχίας του Ερντογάν.

Την ίδια στιγμή, προβλέψιμη απ’ όλους, δεν έχει αυξήσει την πίεση προς Τουρκία και Ε.Ε. Δεν πιέζει ούτε τώρα τα κράτη μέλη της Ε.Ε. να πάρουν τους μετανάστες και πρόσφυγες που τους αντιστοιχούν. Δεν έχει βάλει βέτο σε καμιά απόφαση του ΝΑΤΟ και Ε.Ε. για στήριξη της Τουρκίας στον πόλεμο της Συρίας, ούτε έχει αποκαταστήσει τις σχέσεις με τη Συρία. Έχει αποτύχει να αντιστρέψει τη διεθνή κοινή γνώμη και να μπλοκάρει στην πράξη την προπαγανδιστική μηχανή του Ερντογάν. Στον άλλο πόλο του πολιτικού μας συστήματος, ο ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζει τη διγλωσσία του: ο πρόεδρός του συμφωνεί με το κλείσιμο των συνόρων, η νεολαία του ζητά να ανοίξουν, και οι βουλευτές του καταγγέλλουν την κυβέρνηση για νεκρούς στον Έβρο – σε πλήρη στοίχιση με τον Ερντογάν…

Η συνολική αδυναμία του πολιτικού συστήματος να χαράξει μια στρατηγική άμυνας και βιωσιμότητας της χώρας είναι πλέον καταφανέστατη. Έστω και εκ των υστέρων απαιτείται μια πολιτική ανάταξης σε όλα τα πεδία. Η εθνική ενότητα και η κοινωνική συνοχή, η ανάπτυξη του φρονήματος του λαού (που, όταν ενωθεί, μπορεί να πετύχει πολλά, όπως έδειξαν τα γεγονότα στα νησιά και τον Έβρο), η καταγγελία του επεκτατισμού της Τουρκίας, η αντιστροφή του χαρακτήρα της χώρας ως «προβλέψιμου συμμάχου» των Ε.Ε. και ΝΑΤΟ, είναι οι βάσεις μια άλλης πολιτικής στάσης. Το πολιτικό σύστημα και συνολικά οι ελίτ της χώρας φαντάζουν ανίκανες να δώσουν τέτοιες διεξόδους, βυθισμένες στη μικροπολιτική και επικοινωνιακή πολιτική και στην πλήρη εξάρτηση απ’ τους «συμμάχους», με το χάσμα που τις χωρίζει απ’ την κοινωνία να μεγαλώνει διαρκώς.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!