Η προεκλογική κούρσα για τις επόμενες εθνικές εκλογές έχει ήδη ξεκινήσει αφού επί της ουσίας ο Κ. Μητσοτάκης τις προανήγγειλε σε πρόσφατη συνέντευξή του στο capital.gr. Βέβαια μέχρι να εξαγγελθούν επίσημα πολλά μπορούν να αλλάξουν αλλά από ό,τι φαίνεται αν μέσα στο καλοκαίρι δεν έχουμε μεγάλα γεγονότα όπως οι περσινές φωτιές ή μια σοβαρή εμπλοκή με την Τουρκία ή κάποιο άλλο γεγονός, ανάλογης έκτασης και έντασης, τότε μάλλον οι εθνικές εκλογές τον Σεπτέμβριο είναι μια πιθανή πραγματικότητα.
Με βάση αυτές τις διαπιστώσεις και τις σκέψεις κινούνται τα επιτελεία των κοινοβουλευτικών κομμάτων –και όχι μόνο αφού η απλή αναλογική κάνει πολλούς πολιτικούς σχηματισμούς να ονειρεύονται βουλευτικά έδρανα– και έχουμε εισέλθει σε μια προεκλογική περίοδο που εξελίσσεται με ταχύτατους ρυθμούς.
Η Ν.Δ.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης φαίνεται να προχωράει στην κίνηση των πρόωρων εκλογών, αρχικά γιατί θέλει να αποφύγει τον δύσκολο χειμώνα που έρχεται –κατά γενική ομολογία– που θα του επιφέρει μεγαλύτερη εκλογική φθορά από την ήδη σημαντική που τον φιλοδώρησε το πρώτο εξάμηνο του 2022. Κατόπιν θεωρεί ότι τα πακέτα παροχολογίας όλων των ειδών, αν και κουτσουρεμένα, θα αναστρέψουν το κλίμα ειδικά αν συνοδευτούν από τη ρητορική της ασφάλειας, του νόμου και της τάξης, των καλών σχέσεων με τους συμμάχους, του κράτους που λειτουργεί, της κυβέρνησης που ανταπεξήλθε των μεγάλων δυσκολιών και της αναξιόπιστης αντιπολίτευσης που δεν είναι ικανή για τίποτα.
Βοηθητικός παράγοντας σε όλα αυτά είναι και οι δημοσκοπήσεις που δείχνουν τη Ν.Δ να είναι μπροστά με μεγάλη διαφορά από τον ΣΥΡΙΖΑ και έτσι τα κυβερνητικά επιτελεία διαφημίζουν μια εκλογική νίκη με άνεση. Πέρα από το γεγονός ότι όλα αυτά μπορεί να είναι ολίγον τι φουσκωμένα από τις δημοσκοπικές εταιρείες και από τα καλοταϊσμένα ΜΜΕ, το ποσοστό 32% που του δίνουν μπορεί να θεωρηθεί μια καλή βάση εκκίνησης, την ίδια στιγμή όμως απέχει πολύ από το 44% (τουλάχιστον) που χρειάζεται για να σχηματίσει κυβέρνηση αλλά και το 37% που θα απαιτηθεί στις δεύτερες εκλογές – αν βέβαια φτάσουμε μέχρι εκεί.
Από την άλλη, υπάρχει πάντα στο μυαλό του πρωθυπουργού το σενάριο μιας κυβέρνησης συνεργασίας σαν πιθανό ενδεχόμενο, όμως κάτω από την δική του ηγεσία, κάτι όμως που θα εξαρτηθεί από τα αποτελέσματα της κάλπης και τον συσχετισμό που θα σχηματιστεί μεταξύ των κομμάτων. Σε κάθε περίπτωση ένα ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ με ποσοστό κάτω του 10% αλλά με βουλευτικές έδρες που επαρκούν για τη δεδηλωμένη θα είναι μια λύση συνεργασίας για τη Ν.Δ., που θα μπορεί να προωθηθεί και από τις πρώτες κάλπες.
Ο ΣΥΡΙΖΑ
Ο Αλέξης Τσίπρας σαν αρχικό στόχο έχει στο να βγει ο ΣΥΡΙΖΑ πρώτο κόμμα –καταφέρνοντας να εισπράξει τη φθορά της Ν.Δ.– και να είναι έτσι ο πυρήνας ενός κεντροαριστερού κυβερνητικού πόλου ή μιας κυβέρνησης κεντροαριστερής-αριστερής συνεργασίας. Για να το πετύχει αυτό θα προωθήσει μια γραμμή «αντιδεξιού μετώπου» και σκληρού αντιμητσοτακισμού με στόχο το παιχνίδι να γίνει ντέρμπι. Ακόμα αυτή η γραμμή θα τον βοηθήσει να πάρει ψήφους από το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ αλλά και να το τραβήξει πιο κοντά του πολιτικά, αφού και ο Αλέξης Τσίπρας επιθυμεί το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ για κυβερνητικό εταίρο καθώς θεωρεί ότι είναι ένα κόμμα κεντροαριστερής κοπής και χωρίς αυτό δεν βγαίνουν τα νούμερα της δεδηλωμένης.
Υπάρχουν όμως και σενάρια που θα δημιουργήσουν προβλήματα στον Αλέξη Τσίπρα. Να χάσει ο ΣΥΡΙΖΑ τις εκλογές με μια διαφορά σημαντική ή με διαφορά που δεν προοιωνίζει ντέρμπι στη δεύτερη κάλπη (π.χ. κάτι κοντά ή παραπάνω από 6-7 ποσοστιαίες μονάδες) και παράλληλα το κλίμα που θα έχει δημιουργηθεί, πολιτικά και κοινωνικά, να είναι: «να φτιαχτεί μια κυβέρνηση (από Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ) και να τελειώνουμε, έχουμε σοβαρά προβλήματα να λύσουμε». Σε αυτή την περίπτωση θα νιώσει κραδασμούς ο Α. Τσίπρας (παρόλο που δεν έχει εσωτερική αντιπολίτευση της προκοπής) αφού για ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα ο ΣΥΡΙΖΑ θα μείνει εκτός της εξουσίας και αυτό θα κακοφανεί σε διάφορους που νιώθουν να ασφυκτιούν στους στενούς τοίχους της Κουμουνδούρου –διάφορα «φυντάνια» του παλιού και νέου ΣΥΡΙΖΑ, πασοκογενείς μεταγραφές κ.ο.κ.– και ονειρεύονται υπουργικές καρέκλες και τη διαχείριση των πολλών δισ. ευρώ του νέου ΕΣΠΑ και του Ταμείου Ανάκαμψης.
Το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ
Μέσα σε αυτό το τοπίο το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ θα πιεστεί από διάφορες κατευθύνσεις. Θα πιεστεί η εκλογική του βάση προεκλογικά αφού τόσο η Ν.Δ. όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ θα θελήσουν να την αλώσουν παίζοντας το παιχνίδι του δικομματισμού. Θα πιεστεί, μετά τα αποτελέσματα των πρώτων εκλογών, να πάρει μέρος σε κυβέρνηση συνεργασίας. Και θα πιεστεί και στις δεύτερες εκλογές, αν υπάρξουν, η εκλογική βάση του από τα δύο μεγάλα κόμματα αν αυτά βρίσκονται σε κατάσταση ντέρμπι μεταξύ τους ή και αν κάποιο από αυτά κυνηγάει αυτοδυναμία. Απέναντι σε αυτές τις πιέσεις το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ επενδύει σε μια στρατηγική «διμέτωπου» προεκλογικού αγώνα βάζοντας για στόχο τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, προσδοκώντας με αυτό τον τρόπο να αμβλύνει την πίεση που δέχεται.
Τα υπόλοιπα κόμματα
Μέσα σε αυτή τη κατάσταση η Αριστερά, από ό,τι φαίνεται, μάλλον θα παραμείνει στάσιμη. Το ΚΚΕ θα περιχαρακωθεί ακόμα περισσότερο για να αποφύγει περιπέτειες ενώ το ΜέΡΑ25 θα συνεχίσει να παλαντζάρει μεταξύ της προσπάθειας να συγκρατήσει τα ποσοστά του και του φλερτ με τον ΣΥΡΙΖΑ. Για τους μικρότερους δεξιούς σχηματισμούς, παλιούς και νέους, παραμένει ακόμα σαν ερωτηματικό η δυναμική τους.
Δυο κλειδιά
Σε πρόσφατη συνέντευξή του στο δίκτυο της EURACTIV, ο Αλέξης Τσίπρας, μεταξύ άλλων τόνισε: «Πιστεύω ότι υγιείς συνεργασίες δεν είναι μεταξύ των δυο βασικών πόλων του πολιτικού συστήματος, είναι έκαστου πόλου κάθε φορά, του ενός εκ των δύο, με δυνάμεις με τις οποίες μπορεί να βρίσκει προγραμματική σύγκληση. Η συνεργασία των δυο βασικών πόλων μπορεί να συμβεί μονάχα σε πάρα πολύ έκτακτες περιόδους εθνικού κινδύνου, εθνικής ανάγκης. Ας ευχηθούμε όλο ότι δεν θα ζήσουμε τέτοιες περιόδους.»
Από την άλλη ο Κυριάκος Μητσοτάκης, σε διάφορους τόνους, έχει δηλώσει ότι: «Πρωθυπουργός πρέπει να είναι ο αρχηγός του πρώτου κόμματος, είτε η κυβέρνηση είναι μονοκομματική είτε όχι».
Αυτές οι δύο φράσεις, φαίνεται να είναι δύο από τα κλειδιά που επιλέγουν οι αρχηγοί των δύο μεγάλων κομμάτων για να διατηρήσουν τον έλεγχο του πολιτικού παιχνιδιού. Γιατί κάτι που δεν επιθυμούν και οι δύο είναι να μπουν και άλλες προσωπικότητες ανεξάρτητες ή μη, στο παιχνίδι της πρωθυπουργίας σε περίπτωση κυβέρνησης συνεργασίας – γιατί θα πέσουν και τέτοιες προτάσεις στο τραπέζι από ξένους ή/και ντόπιους κύκλους.
Σε αυτή τη περίπτωση όμως θα μετρήσει και τι θα βγάλει η κάλπη. ποιος θα είναι ο συσχετισμός της εκλογικής δύναμης και το πιο σημαντικό από όλα: Τι πολιτικές εξελίξεις θα υπάρχουν το επόμενο διάστημα, διεθνώς, ευρωπαϊκά, στο πολεμικό μέτωπο, στην ευρύτερη περιοχή, με την Τουρκία, πώς θα αντανακλαστούν εσωτερικά στη χώρα μας κ.ο.κ. Οψόμεθα λοιπόν…