του Ειδικού Ανταποκριτή

Γράφτηκε σε ένα από τα θεωρούμενα σοβαρά ελληνικά ΜΜΕ ότι «ο Σαλβίνι μετατρέπει την Ιταλία σε μια φασιστική χώρα». Ίσως και χειρότερη από φασιστική διότι, όπως επισημαίνει η εν λόγω ανάλυση, «σχεδόν έναν αιώνα από την διακυβέρνηση του φασίστα Μπενίτο Μουσολίνι στη Ρώμη εγκαταστάθηκε μια νέα κυβέρνηση, που κάνει τον Μπενίτο να μοιάζει με… παράδειγμα πολιτικής ικανότητας». Γίνεται έτσι εμφανές ότι αυτό που δεν μπορούν, ή δεν θέλουν, να καταλάβουν οι διάφοροι αυτοχρισμένοι προοδευτικοί αναλυτές είναι αυτή καθαυτή η ιταλική πραγματικότητα. Ναι μεν πρόκειται για μια περίπλοκη κατάσταση με πολλές αντιφάσεις, που συχνά μπερδεύει και τους ίδιους τους Ιταλούς, αλλά αποσιωπούνται και καθοριστικές πλευρές: ότι, για παράδειγμα, η σημερινή κυβέρνηση συνασπισμού, προϊόν συμβιβασμών, απαρτίζεται όχι μονάχα από τη Λέγκα του Σαλβίνι αλλά και από το Κίνημα 5 Αστέρων –που η σκέψη χρειάζεται άλματα στο κενό για να το χαρακτηρίσει ακροδεξιό– και, επίσης, από πρόσωπα εμπιστοσύνης του… αντίπαλου στρατοπέδου. Για παράδειγμα τον υπουργό Οικονομικών Τζιοβάνι Τρία*.

Επιπλέον, καταγγέλλεται π.χ. η «περιφρόνηση (των ακροδεξιών, λαϊκιστών κ.ο.κ.) προς τη δημοκρατία». Όμως ταυτόχρονα περιφρονείται από τους καταγγέλλοντες η πλειοψηφία των Ιταλών. Διότι από πού αντλεί την ισχύ της η σημερινή ετερόκλητη, ενίοτε και αυτοϋπονομευόμενη και αλληλοσπαρασσόμενη, ιταλική κυβέρνηση; Πώς μπορεί να συνεχίζει, όπως και όσο συνεχίζει, την αντιπαράθεσή της με την ευρωκρατία; Τη στηρίζει μήπως η Κονφιντούστρια; Τα μεγάλα ΜΜΕ; Η χρηματοπιστωτική μαφία; Έστω, η… κανονική μαφία; Κάθε άλλο. Την ισχύ της την αντλεί από την απέχθεια της μεγάλης πλειοψηφίας προς το αντιλαϊκό και διαπλεκόμενο σύμπλεγμα του παραδοσιακού πολιτικού φάσματος – αυτού δηλαδή που ξήλωσε μεθοδικά το πουλόβερ των μεταπολεμικών κοινωνικών και δημοκρατικών κατακτήσεων. Γι’ αυτό και τα κόμματα-μεταλλάξεις της παραδοσιακής Αριστεράς και της Χριστιανοδημοκρατίας (βασικά το Δημοκρατικό Κόμμα και η Φόρτσα Ιτάλια) βλέπουν με το κυάλι, πλέον, το 20% και 10% αντίστοιχα – ενώ τα δύο συγκυβερνώντα κόμματα υπερβαίνουν το 60%. Η δε λαϊκή αποδοχή της κυβέρνησης Σαλβιμάιο θυμίζει αυτήν της κυβέρνησης Τσίπρα τις πρώτες εβδομάδες του Φεβρουαρίου 2015: άνω του 70%.

Πρωτότυπη αντίληψη περί δημοκρατίας

Μάλλον πρέπει να αναζητηθεί μια εξήγηση διαφορετική από την υπόθεση ότι «ξαφνικά» οι περισσότεροι Ιταλοί έγιναν φασίστες ή/και ηλίθιοι. Κάτι ακόμη: η απέχθεια των πολιτών σήμερα πια αφορά και την ευρωκρατία. Μπροστά στις αλαζονικές και απειλητικές επεμβάσεις των «ευρωπαϊκών θεσμών» οι Ιταλοί οργίζονται. Δικαίως. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το προχθεσινό τελεσίγραφο της Κομισιόν σχετικά με το προσχέδιο προϋπολογισμού, το οποίο χαρακτηρίζει ως «άνευ προηγουμένου παρέκκλιση» (παρόλο που το προβλεπόμενο έλλειμμα 2,4% είναι σαφώς κάτω του ορίου του 3% που θέτουν οι «κανόνες» του Βερολίνου και των Βρυξελλών). Η Κομισιόν, δια στόματος του θρασύτατου Μοσκοβισί, δίνει προθεσμία στην ιταλική κυβέρνηση να συμμορφωθεί ως τη Δευτέρα, επικαλούμενη τους «συμφωνημένους στόχους». Ξεχνά να πει ότι αυτούς τους στόχους τους είχαν συμφωνήσει με την προηγούμενη κυβέρνηση, του Δημοκρατικού Κόμματος. Το οποίο ηττήθηκε κατά κράτος στις εκλογές. Αλλά η λαϊκή βούληση δεν έχει και τόση σημασία για τους πρωταθλητές αυτής της πρωτότυπης αντίληψης περί δημοκρατίας. Εξάλλου πρέπει να παίρνουμε υπόψη όχι μόνο τις κάλπες αλλά και τις αγορές, όπως έχει πει και η Μέρκελ…

Όταν τώρα ο Σαλβίνι απαντά «για την Ιταλία αποφασίζουν οι Ιταλοί» και ο Ντι Μάιο συνιστά στους εκπροσώπους της Ε.Ε. «να δαγκώνουν τη γλώσσα τους τρεις φορές πριν ανοίξουν το στόμα τους»… ε ναι, είναι λαϊκιστές! Όσο λαϊκιστικά είναι και τα μέτρα που προβλέπει ο προϋπολογισμός και αποτελούν κόκκινο πανί για την ευρωκρατία – για παράδειγμα ο πενταπλασιασμός του κονδυλίου για την καταπολέμηση της φτώχειας. Όπως κόκκινο πανί είναι και η αντίθεση της ιταλικής κυβέρνησης στη συνέχιση των δυτικών κυρώσεων κατά της Ρωσίας («τη στιγμή που τρέχουμε από πίσω από μια άλλη χώρα η οποία έχει θέσει υπό στρατιωτική κατοχή ένα κράτος μέλος της Ε.Ε.», πρόσθεσε ο Σαλβίνι, φωτογραφίζοντας την τουρκική στρατιωτική κατοχή στην Κύπρο – αλλά σ’ αυτό δεν έδωσε και κανείς σημασία). Το πρόβλημα της ευρωκρατίας με την Ιταλία δεν είναι οικονομικό. Είναι πολιτικό: εκδηλώνεται μια ακόμη ανταρσία εντός Ε.Ε., που πρέπει να παταχθεί παραδειγματικά. Τα υπόλοιπα είναι μάλλον αστεία.

* Βλ. και προηγούμενες ανταποκρίσεις (φύλλο 425, σελ. 18 και φύλλο 424, σελ. 23).

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!