Με τη σημερινή ομιλία, θα θίξω τέσσερα σημεία. Πρώτον, την επανανοηματοδότηση της πολιτικής ως αναγκαίας προϋπόθεσης κάθε σημαντικού εγχειρήματος. Δεύτερον, ποια είναι τα βασικά μέτωπα της νέας φάσης. Τρίτον, την πολιτική συγκυρία όπως αυτή διαμορφώνεται. Και τέταρτον, θα μοιραστώ ορισμένες σκέψεις για την εναλλακτική προοπτική.

Επανανοηματοδότηση της πολιτικής

Η κρίση άνοιξε έναν μεγάλο πολιτικό κύκλο που έφερε αφύπνιση, συμμετοχή και κινητοποίηση. Η πολιτική επανήλθε στο προσκήνιο. Όπως τέλος πάντων την επανέφεραν. Διότι αυτή η ενεργοποίηση συνάντησε όρια και συναντώντας όρια εξετράπη σε ανάθεση.

Έπειτα, μέσα και από τη μεταστροφή του ΣΥΡΙΖΑ, οδηγηθήκαμε σε μια παλινδρόμηση της μαζικής συμμετοχικότητας και του μαζικού ενδιαφέροντος. Σήμερα, συνοδεύεται από κάθε είδους αποστασιοποίηση που εκλαμβάνεται ως διαμαρτυρία. Αδιαφορία και μια διαμαρτυρία που χωρίς να βρίσκει διέξοδο οδηγείται στην αποστασιοποίηση και όλο αυτό μετατρέπεται σε αποχή. Μέσα από αυτά, η παλινδρόμηση συνοδεύεται και από μια κορυφαία σύγχυση.

Ταυτόχρονα, η ίδια η πολιτική μοιάζει σήμερα να είναι συνώνυμη του ευτελισμού, η σχέση της αραιώνεται και γίνεται «λάιτ», καθώς άλλα κέντρα την υποκαθιστούν. Ωστόσο, η πολιτική παραμένει βασική συνθήκη για τους λαούς και τις κοινωνίες. Ο λαός δεν έχει άλλο τρόπο να αυτοκαθορίζεται και να συνειδητοποιείται και δρα μέσα από την πολιτική.

Ούτως εχόντων των πραγμάτων, είναι κεντρικό ζήτημα η επανανοηματοδότηση της πολιτικής. Ειδικά αν πρόκειται για μια πολιτική που θα στόχευε σε επανασύνταξη, επαναπροώθηση και επαναπροσανατολισμό.

Οποιοδήποτε λοιπόν περιεχόμενο και να θέλαμε να δώσουμε, αυτό θα συμπεριελάμβανε μια επανανοηματοδότηση της πολιτικής. Πράγμα που θα σήμαινε να ξεκαθαριστεί μαζικά και να διασφαλιστεί πως η άρνηση συμμετοχής στο φιάσκο της πολιτικής κονίστρας δεν θα τροφοδοτεί γενικά την αποστασιοποίηση. Γιατί έχουμε μπλοκαριστεί σε μια τέτοια κατάσταση. Ο κόσμος σιχαίνεται ή αρνείται να πάρει μέρος στο φιάσκο, κριτικάρει αλλά ταυτόχρονα αποστασιοποιείται.

Η «χύμα» αμφισβήτηση πρέπει να λάβει τέλος. Δεν βοηθάει και αυθορμήτως οδηγεί στην καθήλωση, την αποστασιοποίηση, στο ξέκομα από την ίδια την πολιτική. Άρα η συζήτηση πρέπει να σηματοδοτηθεί από θετικότητα και από ένα διαρκές μέλημα να αποκτήσουν νόημα και ουσιαστικότητα τα πράγματα.

Τα μέτωπα της νέας φάσης

Για να αποκτήσει νόημα η πολιτική, αυτό δεν μπορεί να γίνει με εκκλήσεις παρά μόνο ως πολιτικοποίηση. Κι αυτή μεταξύ άλλων πρέπει να έχει σαφή τα μέτωπα και τα επίδικα, ώστε να μπορέσουν σιγά-σιγά να χαραχθούν κάποιες γραμμές. Τα επίδικα της επόμενης φάσης, το πλαίσιο, η ατζέντα, η περίοδος, δεν καθορίζονται από το τι θα θέλαμε εμείς, αλλά από το τι βάζουν τα ίδια τα πράγματα. Κι αν δεν συμβούν συγκλονιστικά γεγονότα, αυτά μπορούν να αξονιστούν σε δύο μεγάλες κατευθύνσεις-πυλώνες.

Στήνεται μια αμοιβαία επωφελής πόλωση. Αυτή γίνεται πάνω σε ρηχά πολιτικά σχέδια. Η λέξη κλειδί είναι το «ρηχά». Όχι μόνο γιατί συμπίπτουν σε μεγάλο βαθμό οι πολιτικές τους. Αλλά και διότι και οι ίδιοι εισπράττουν το ρόλο τους ως εκτελεστικό με μόνο περιθώριο τους ελιγμούς διάσωσης

Πρώτον, τα γεωπολιτικά, έτσι όπως αυτά συγκεκριμενοποιούνται ως εθνικά θέματα και ως εθνικές απειλές. Δεύτερον, το μεταναστευτικό, το οποίο κορυφώνεται, μέσα από το οποίο θα γίνουν εθνικές και διεθνείς ανακατατάξεις και στο οποίο θα ενσωματωθεί το πολιτικό παιχνίδι, τουλάχιστον στην Ευρώπη. Αυτά θα ορίζουν το πλαίσιο των αντιθέσεων και των ζητημάτων στη νέα περίοδο. Και μέσα σ’ αυτό θα αναζητηθεί η πολιτική αναμόρφωση και οι αλλαγές στο πολιτικό πεδίο στη χώρα. Στο πολιτικό σκηνικό, το πολιτικό σύστημα, τη διακυβέρνηση κ.ό.κ.

Για να γίνει πιο κατανοητό, μιλάμε για μία περίοδο που θα αντικαταστήσει την μνημονιακή, η οποία για 7-8 χρόνια καθόρισε τις εξελίξεις. Τώρα λοιπόν μπαίνουμε σε μια εποχή γεωπολιτική και μεταναστευτική. Με την ίδια δύναμη και ορμή αυτά τα ζητήματα θα καθορίσουν τις τύχες τόσο της χώρας συνολικά όσο και την διεξαγωγή στο εσωτερικό της όλων των πολιτικών αναμετρήσεων, συγκρούσεων και πιο γενικά της ταξικής πάλης. Δύο σχόλια για αυτό:

Είναι ζητήματα εξαιρετικά σύνθετα και δύσκολα στην προσέγγιση τους. Συμπυκνώνουν δηλαδή μεγαλύτερη πολυπλοκότητα σε σχέση με αυτή που πρόκυψε από την μνημονική φάση. Έτσι, καλούνται οι πολιτικές δυνάμεις και οι αγωνιστές, οι ενεργοί άνθρωποι, να ξεπεράσουν εαυτόν, όπως ακριβώς δεν έκαναν επί μνημονίου.

Είμαστε σε φάση παρόξυνσης των ζητημάτων της κρίσης, η οποία έχει πάψει προ πολλού να είναι οικονομική κι έχει γίνει κοινωνική, γεωπολιτική κ.ό.κ, έχει δηλαδή καθολικοποιηθεί. Από την άποψη αυτή, έχουμε ρευστοποίηση και επιδείνωση όλων των παραμέτρων. Το καθοδικό σπιράλ συνεχίζεται και μοιάζει να έρχονται όλα στο προσκήνιο. Και πράγματι όλα είναι επείγοντα και όλα ζητούν την λύση τους. Ωστόσο μέσα σε αυτήν την κατάσταση πρέπει να γίνουν ορισμένες αξιολογήσεις.

Το βασικό είναι ότι διάφορες δυνάμεις της Αριστεράς κι όχι μόνο, αρνούνται να δουν το πρόβλημα, να το αναγνωρίσουν στην έκτασή του, να εκτιμήσουν την καθολική του σημασία. Στην ουσία, αρνούνται να έχουν μια στάση απέναντί του. Αδυνατούν, δεν μπορούν να έχουν μια στάση. Στο πλαίσιο αυτό, και ο κόσμος παίρνει το μήνυμα για το τι έρχεται, το καταλαβαίνει, το αναδεικνύει ως φόβο και ως ζήτημα, αλλά δεν μπορεί να κάνει παρά ελάχιστα πράγματα. Η κατανόηση και ο προσανατολισμός είναι δύσκολα ζητήματα.

Είναι δε χαρακτηριστικό πως ενώ έχει ξεκινήσει η καινούργια περίοδος, όλοι την εντάσσουν στην ζύμωσή τους σαν να μην άλλαξε τίποτα. Ό,τι έλεγαν για αυτά τα θέματα πριν, τα ίδια λένε και τώρα, τα ίδια μάλλον θα λένε και στο μέλλον. Σαν να μην αναμορφώνουν αυτά τα γεγονότα το σύνολο των πολιτικών σχέσεων της κοινωνικής αλλά και της παγκόσμιας πραγματικότητας. Κανένα συμπέρασμα δεν βγαίνει και αν δεν προσεγγίσουμε ουσιαστικά αυτά τα θέματα θα είμαστε εντελώς έξω από τα γεγονότα.

Η πολιτική συγκυρία

Τι είναι αυτό που ζούμε; Στήνεται μια αμοιβαία επωφελής πόλωση και όχι ακριβώς ένας «διπολισμός». Που σημαίνει εσωτερική συσπείρωση, περιθωριοποίηση των υπολοίπων, μονοπώληση της επικαιρότητας και της ατζέντας, διευκολύνσεις για τους κεντρικούς πόλους και ήττα για τους άλλους.

Αυτή η πόλωση γίνεται πάνω σε ρηχά πολιτικά σχέδια. Η λέξη κλειδί είναι το «ρηχά». Όχι μόνο γιατί συμπίπτουν σε μεγάλο βαθμό οι πολιτικές τους. Αλλά και διότι και οι ίδιοι εισπράττουν το ρόλο τους ως εκτελεστικό με μόνο περιθώριο τους ελιγμούς διάσωσης. Αυτό είναι το χαρακτηριστικό των ρηχών σχεδιασμών. Δεν έχουν τίποτα, δεν νοιάζονται για τίποτα, δεν νοιάζονται καν στο πώς να διαχειριστούν μεγάλα ζητήματα. Αρκούνται λοιπόν σε πολιτικές μηχανορραφίες και στο να ρίχνουν λάσπη ο ένας στον άλλον. Ακόμα και κεντρικές πολιτικές επιλογές τους αφήνονται για μετά, μπροστά στους ελιγμούς διάσωσης που προαναφέραμε. Π.χ. ο ΣΥΡΙΖΑ αφήνει τα περί κεντροαριστερής συμπαράταξης για να επανακριθούν όλα αυτά μετά το αποτέλεσμα των εκλογών. Το ίδιο μια προετοιμασία διακυβέρνησης από την πλευρά Μητσοτάκη. Θα ήταν το αυτονόητο κι όμως δεν υπάρχει τίποτα, ούτε καν πρόγραμμα.

Χρειάζονται ευρύτερες ιδεολογικές μετατοπίσεις και ανασυγκροτήσεις και αυτό είναι το πραγματικό στοίχημα. Χωρίς μεγάλες αναδιατάξεις συνείδησης στο πολιτικό δυναμικό, δεν θα μπορέσουν να γίνουν ουσιαστικά βήματα

Δύο πράγματα μένουν τελικά. Από τη μια το σχέδιο του Μητσοτάκη που αφορά την αυτοδυναμία και μόνον. Κι από την άλλη το σχέδιο του Τσίπρα που είναι να διαμορφώσει όρους για μια δεξιά παρένθεση. Τίποτα άλλο παραπάνω. Οι έξω από αυτούς δυνάμεις και η Αριστερά δεν μπορούν να κάνουν πολλά γιατί ο λόγος και η πρόταση τους είναι έξω από τα επίδικα της χώρας. Έτσι οδεύουμε προς τις εκλογές. Και αυτά θα αντιμετωπίσουμε. Όλα θα μπαίνουν μέσα σε αυτό το τσουβάλι χωρίς πολλά πολλά.

Για την εναλλακτική προοπτική

Μέσα σε αυτή την κατάσταση, δεν μπορούν να υπάρξουν αντανακλαστικές κινήσεις διεξόδου, ελπιδοφόρες κινήσεις και αυτόματες αντιπολιτευτικές προσπάθειες. Το πραγματικό αιτούμενο είναι οι μεγάλες αναδιατάξεις συνείδησης στο πολιτικό δυναμικό. Και πρέπει κανείς να ελπίσει σε μεγάλες ανασυντάξεις. Τα πράγματα δεν θα απαντηθούν από προσπάθειες όπως της ΛΑΕ, της Πλεύσης Ελευθερίας, του DIEM (Βαρουφάκης) και από προσπάθειες εκ των εν όντων. Ο καθένας βέβαια προσπαθεί να συμβάλλει με τον τρόπο του, αλλά δεν μπορούμε να περιμένουμε πολλά από την υπάρχουσα κατάσταση αυτών των σχηματισμών για μια ευρύτερη και βαθύτερη ανασύνταξη. Για να γίνει αυτό, χρειάζονται ευρύτερες ιδεολογικές μετατοπίσεις και ανασυγκροτήσεις και αυτό είναι το πραγματικό στοίχημα. Χωρίς μεγάλες αναδιατάξεις συνείδησης στο πολιτικό δυναμικό, δεν θα μπορέσουν να γίνουν ουσιαστικά βήματα.

Δεν παραπέμπουμε σε ένα μαύρο και σκοτεινό σενάριο. Βεβαίως η ελπίδα είναι μακριά από αυτά τα σχέδια αλλά δεν είναι τόσο μακριά από τις δυνατότητες του ριζοσπαστισμού, του κινήματος, των πολιτικών ομάδων, των δραστήριων ανθρώπων. Δεν είναι πολύ μακριά, υπάρχει δηλαδή η δυνατότητα για έναν άλλο προσανατολισμό. Πρέπει όμως να επιδειχθεί μια επιμονή πάνω σε αυτά τα ζητήματα.

Μπαίνει εδώ το πρόβλημα: Και ποιοι θα το κάνουν αυτό; Επαναορίζεται κοινωνικοπολιτικά κι από άποψη βάσης όλη η έννοια της Αριστεράς και του ριζοσπαστισμού. Όλη η έννοια της κοινωνικής βάσης της αντίθεσης προς το σύστημα. Κλονίζεται η Αριστερά, κλονίζεται όχι μόνο μία εκδοχή της αλλά και συθέμελα οι ομάδες και οι αντιλήψεις τους. Πώς να πας ως «Αριστερά» μετά τον ΣΥΡΙΖΑ, πώς να πας ως «κομμουνισμός» μετά τα κομμουνιστικά καθεστώτα, τέτοιας τάξης είναι το ζήτημα.

Θα επανακαθοριστούν λοιπόν τα πράγματα, θα επανακαθοριστεί βαθιά η Αριστερά, τόσο βαθιά που θα είναι μια μετα-αριστερά. Η Αριστερά ήταν πάντοτε το σμίξιμο δύο καταστάσεων: Του ιστορικού αιτήματος του κομμουνισμού, δηλαδή όσων ζητούσαν αταξική κοινωνία και είχαν καταβολή από το κομμουνιστικό κίνημα, και των ριζοσπαστικών κινημάτων των εκάστοτε ιστορικών περιόδων. Αυτό ήταν πάντα η Αριστερά. Κι αφού σήμερα η «ταμπέλα» γίνεται δύσκολη πρέπει οπωσδήποτε να δούμε τα δομικά της συστατικά.

Πρέπει να προσβλέψουμε σε ένα κομμάτι από τον αριστερό χώρο που θα διασωθεί από το στραπάτσο και αυτό όχι με σεχταριστικούς όρους γκρουπών αντιμαχόμενων. Κι έπειτα, στον ριζοσπαστισμό που παλιά συμπορεύτηκε με την Αριστερά αλλά είναι κάτι πιο πέρα, όχι αναγκαστικά αριστερό. Μια νέα δηλαδή σύμπλευση ανάμεσα στο αγωνιστικό κομμάτι της Αριστεράς που θα επιμείνει και σε εκείνο το τμήμα που δεν ορίζεται ως αριστερό, αλλά που βλέπει τον εαυτό του εντός του χώρου της πολιτικής. Αυτό πρέπει να αποτελέσει το δυναμικό που θα ορίσει τη βάση ενός επαναπροσανατολισμού. Μια δυναμική που να απαντά και σε ό,τι αφορά το υποκείμενό της και σε σχέση με το προς τα πού πρέπει να ψαχτεί.

* Ο Ρούντι Ρινάλντι είναι εκδότης της εφημερίδας “Δρόμος”

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!