Η Ελλάδα για μία ακόμα φορά σε περίοδο αιχμής ηλεκτρικής κατανάλωσης λόγω καιρικών συνθηκών βρίσκεται (τυχαία; δεν νομίζω) να έχει αν όχι το ακριβότερο αλλά από τις πλέον ακριβές χρεώσεις στην Ευρώπη. Την 25/7/2024 σύμφωνα με την ΡΑΕ η τιμή μεγαβατώρας (MWh) ήταν 147,94 €, όσο ήταν και στην Βουλγαρία. Ακριβότερες ήταν οι Αλβανία, Ρουμανία, Ουγγαρία και Κροατία (η τελευταία με 261,66 €). Δηλαδή η Ελλάδα και η Βουλγαρία που συναγωνίζονται για το 2024 ποιος θα είναι στον «πάτο» της ΕΕ από πλευράς αγοραστικής ικανότητας εισοδήματος, κοινώς ο ποιο φτωχός λαός σε όλη την ΕΕ, έχουν από τις ακριβότερες τιμές ρεύματος!!!. Την ίδια ώρα ο αναπτυγμένος βορράς έχει τιμές τουλάχιστον κάτω από το 50% της διαμορφούμενης τιμής στην Ελλάδα. Εκεί βέβαια θα μας πουν οι «αναλυταράδες» των μέσων εξαπάτησης ότι οι τιμές είναι χαμηλά διότι δεν υπάρχει ζέστη και συνεπώς η ζήτηση είναι μειωμένη. Όμως και σε όλες τις Μεσογειακές χώρες της ΕΕ οι τιμές είναι πολύ χαμηλότερες συγκριτικά με την Ελλάδα και παράλληλα τα εισοδήματα σημαντικά υψηλότερα. Η τιμή στην Ιταλία ήταν 115,98 €, στην Πορτογαλία 89,53 € και στην Ισπανία 89,26 €. Συνεπώς κάτι πολύ σάπιο υπάρχει στον τρόπο μεθόδευσης/τιμολόγησης στην Ελλάδα.
Τις αμέσως προηγούμενες μέρες οι τιμές είχαν εκτοξευτεί φθάνοντας τις ώρες αιχμής, οι μέγιστες ωριαίες τιμές εκκαθάρισης, ακόμα και στα 850 € η MWh. Την ίδια στιγμή σύμφωνα με τους ειδικούς αναλυτές το κόστος παραγωγής του ηλεκτρικού ρεύματος κυμαίνεται στην χειρότερη περίπτωση, με τις πλέον δυσμενείς συνθήκες και μείγμα (οριακή συμμετοχή ΑΠΕ και κυρίως ορυκτά καύσιμα), στα 100 € ανά MWh. Διαχρονικά ο μέσος όρος τιμών εκκαθάρισης πρέπει, υπό ακόμα και υπό δυσμενείς συνθήκες πρέπει να κινείται στα επίπεδα των 100-120 €/MWh. Όμως η πραγματικότητα αποδεικνύεται αρκετά διαφορετική και αυτό μεταφέρεται στον τελικό καταναλωτή, νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Πρακτικά βιώνουμε μια κατάσταση όπου η συνεχής αύξηση της πλασματικής τιμής της ενέργειας μεταφέρεται πολλαπλά στον καταναλωτή, τα νοικοκυριά, και οδηγεί σε ένα ακόμα μηχανισμό κλοπής σε βάρος του. Με τα χρηματιστηριακά τεχνάσματα που εφαρμόζονται αυξάνονται οι τιμές που πληρώνει ο καταναλωτής και έτσι μεταφέρεται μέρος του εισοδήματός του στους μεσολαβούντες προμηθευτές και παραγωγούς, οι οποίοι κερδίζουν/κερδοσκοπούν σε βάρος τους πολλαπλασιάζοντας τα κέρδη τους. Το μηχανισμό αυτό θα εξετάσουμε στη συνέχεια.
Το «Χρηματιστήριο Ενέργειας»
Οι τιμές που προαναφέραμε δεν βασίζονται στο κόστος παραγωγής αλλά στη διαδικασία που εφαρμόζεται στην Ελλάδα από το 2018, ναι επί της «αριστερής» κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, κατόπιν εντολών της ΕΕ. Στη διαδικασία χρηματιστηριακής διαμόρφωσης τιμών ρεύματος στη βάση της κερδοσκοπίας, του τζογαρίσματος και όχι με βάση το κόστος παραγωγής ούτε με τη χρήση μέσων όρων όσον αφορά τις τιμές. Το όλο παιγνίδι παίζεται με την προσφορά και τη ζήτηση σε ώρες αιχμής χωρίς να υπάρχει καμία ασφαλιστική δικλείδα να ξεφύγουμε από την κερδοσκοπία. Το άθλιο πολιτικό σύστημα που εφαρμόζει τις διαδικασίες, ανεξαρτήτως κόμματος και χρώματος, έχει φροντίσει να μας αφήσει τελείως ανυπεράσπιστους στα χέρια των κερδοσκόπων της ενέργειας. Το μόνο που κάνει όταν φτάνουμε σε ακραίες καταστάσεις είναι, αφ΄ ενός να επιστρατεύει τους αργυρώνητους «δημοσιογραφούντες» να μας πείσουν ότι έχουμε ακραία καιρικά φαινόμενα και πρέπει είτε να υποστούμε τις συνθήκες (το χειμώνα να παγώνουμε και το καλοκαίρι να ψηνόμαστε χωρίς θέρμανση και ψύξη αντίστοιχα) είτε να πληρώσουμε αρκετά παραπάνω γιατί έτσι είναι οι συνθήκες της αγοράς, είτε στα πολύ δύσκολα να ψάχνει να δώσει κάποια ψίχουλα επιδοτήσεων με το σταγονόμετρο για να καλμάρει τις αντιδράσεις.
Οι τιμές χονδρικής, οι οποίες οδηγούν στη συνέχεια σε εκείνες της λιανικής με τις ανάλογες προσαυξήσεις διαφόρων ειδών (πάγια, κλιμακωτά τιμολόγια κλπ) διαμορφώνονται με τον ακόλουθο τρόπο.
Κατ΄αρχήν στο χρηματιστήριο ενέργειας οι τιμές διαμορφώνονται χωρίς να υπάρχει κανένα όριο ή περιορισμός. Όσο φτάσουν, αυτό είναι το όριο!!! Όσον αφορά την ζήτηση και την προσφορά συνεχώς παίζονται παιγνίδια που μεγιστοποιούν τις τιμές ανάλογα με τις επικρατούσες συνθήκες ανά πάσα στιγμή. Στο πλαίσιο αυτό το «ρυθμιστικό» ρόλο τον παίζουν οι παραγωγοί ρεύματος με φυσικό αέριο. Όταν υπάρχει ελεγχόμενη ζήτηση και καλές συνθήκες (π.χ. ηλιοφάνεια για τα ρεύμα από τα φωτοβολταϊκά) το ισοζύγιο ρεύματος θα είναι θετικό. Περισσεύει ρεύμα αλλά στην Ελλάδα δεν έχει φροντίσει κανείς από τους εμπλεκόμενους θεσμικά να υπάρχουν δυνατότητες αποθήκευσης ρεύματος. Αυτό είναι μία συνειδητή επιλογή με επικεφαλής τη «δημόσια» ΔΕΗ. Ο λόγος είναι ότι αν υπάρχει αποθηκευμένο ρεύμα, όπως γίνεται σε άλλες χώρες στην ΕΕ και γι’ αυτό έχουμε τις προαναφερθείσες αποκλίσεις τιμών προς τα κάτω εκεί, δεν μπορούν να παιχτούν με αποτελεσματικότητα τα κερδοσκοπικά παιγνίδια. Συνεπώς σε συνθήκες που το ρεύμα επαρκεί να καλυφθεί από τις φθηνότερες πηγές (αιολική, ηλιακή, υδροηλεκτρικά, λιγνίτης) δεν συμμετέχουν στη διαδικασία οι παραγωγοί του φυσικού αερίου και αφήνουν τις τιμές στα χαμηλά για όλους. Στις περιπτώσεις αυτές οι τιμές μπορεί να φτάσουν πολύ χαμηλά. Όταν υπάρχει αυξημένη ζήτηση και πίεση στην αγορά τότε αλλάζουν όλα και μπαίνουν στο παιγνίδι οι κερδοσκόποι.
Η διαμόρφωση των τιμών ρεύματος
Η χονδρική τιμή κάθε μέρα διαμορφώνεται μέσω δημοπρασιών, από τις ωριαίες προσφορές των ηλεκτροπαραγωγικών μονάδων για να καλύψουν την ωριαία ζήτηση που θα χρειαστούν οι καταναλωτές ενέργειας. Πρώτες, με πολύ χαμηλές τιμές, λόγω ουσιαστικά μηδενικού οριακού κόστους, μπαίνουν στο σύστημα οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) και τα υδροηλεκτρικά και ακολουθούν κατά σειρά οι μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από την φθηνότερη στην ακριβότερη (λιγνίτης, φυσικό αέριο, πετρέλαιο). Στο πλαίσιο της ζήτησης γίνονται οι ανάλογες προσφορές από κάθε μονάδα παραγωγής σύμφωνα με το κόστος παραγωγής συν το προσδοκώμενο κέρδος, με αρκετή δόση κερδοσκοπίας ανάλογα με την πιεστικότητα των συνθηκών. Έτσι οι τιμές διαμορφώνονται «ελεύθερα» (;;;) και σε περιόδους κρίσης ανεβαίνουν στα ύψη, ανεξάρτητα από το κόστος παραγωγής. Το ύψος δεν έχει όριο αφού όπως είπαμε δεν υπάρχει κανείς περιορισμός στο που μπορεί να φτάσει η τιμή.
Με βάση αυτά διαμορφώνεται η τιμή εκκαθάρισης της αγοράς, όπως την λένε, ανά ώρα. Μόνο που η τιμή δεν βασίζεται στο μέσο όρο των προσφορών αλλά καθορίζεται από την υψηλότερη προσφερόμενη τιμή. Στην τιμή αυτή, την υψηλότερη, πληρώνονται όλοι οι παραγωγοί ανεξάρτητα αν κάποιοι στην αρχή της διαδικασίας προσέφεραν πολύ χαμηλότερη τιμή. Κοινώς η άκρατη κερδοσκοπία «με αέρα» στην πιο εξειδικευμένη μορφή της. Έτσι φτάσαμε προχθές στο σημείο να διαμορφωθεί η αγορά κάποια στιγμή και στα 850 €!!!
Όπως είπαμε το πολιτικό σύστημα έχει φροντίσει να μην υπάρχουν μηχανισμοί εξισορρόπησης της κερδοσκοπικής μανίας των παραγωγών. Τα πράγματα θα ήταν τελείως διαφορετικά, όπως βλέπουμε κυρίως στον πυρήνα της ΕΕ, αν υπήρχαν κάποια στοιχεία στα οποία δυστυχώς είτε με τις επιλογές του πολιτικού συστήματος είμαστε εκτός (χρήση λιγνίτη, αποθηκευτικά μέσα για το ρεύμα από ΑΠΕ κ.α.) είτε είμαστε πολύ πίσω ως χώρα για διάφορους λόγους (ηλεκτρική διασύνδεση με άλλες χώρες) ειδικότερα: i) το πρόβλημα με την ουσιαστική πολιτική απαγόρευση της αξιοποίησης του λιγνίτη είναι γνωστό, όταν η παραγωγή από λιγνίτη έχει ελάχιστο κόστος. Ακόμα και η Γερμανία θα σταματήσει την αξιοποίησή του το 2030 αλλά η Ελλάδα το 2028!!! έχοντας ήδη ελαχιστοποιήσει τη χρήση του, ii) η ανυπαρξία αποθήκευσης ενέργειας για τη χρήση της στις ώρες αιχμής, είτε έστω ενός ουσιαστικού σχεδίου για την δημιουργία συνθηκών αποθήκευσης, iii) η διαμόρφωση διμερών συμβάσεων τόσο εντός της χώρας μεταξύ παραγωγών και προμηθευτών όσο και με χώρες του εξωτερικού, iv) η ηλεκτρική διασύνδεση της χώρας με όλες τις γειτονικές χώρες και όχι ουσιαστικά μόνο με την Ιταλία.
Φυσικά τα πάντα θα ήταν διαφορετικά αν αντί να καθορίζονται οι τιμές, σε ένα κοινωνικό αγαθό όπως είναι στη συγκεκριμένη περίπτωση η ηλεκτρική ενέργεια, από το χρηματιστήριο διαμορφώνονταν στο πλαίσιο μιας διαδικασίας οριοθέτησης των τιμών με βάση το κόστος κάθε παραγωγού συν ένα λογικό κέρδος. Αυτό μέχρι να λειτουργήσει τέλεια (;;;) το χρηματιστήριο ενέργειας και να φτάσει στο στόχο που έχει υποσχεθεί η ΕΕ δηλαδή πρακτικά στο επίπεδο που καταναλωτής και πωλητής είναι αμφότεροι ικανοποιημένοι (!!!). Η απαλλαγή πάντως από το χρηματιστήριο ενέργειας είναι η μοναδική ουσιαστική λύση στην παρούσα φάση.
Ο ΣΥΡΙΖΑ επέβαλε/εφάρμοσε τη διαδικασία του χρηματιστηρίου ενέργειας. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη (ΝΔ + Σημιτικό ΠΑΣΟΚ) το εφαρμόζει με θρησκευτική ευλάβεια υπηρετώντας τα συγκεκριμένα συμφέροντα. Οι παραγωγοί θησαυρίζουν σε βάρος του λαού. Τα λοιπά κόμματα αντιπολιτεύονται στα λόγια την κυβέρνηση χωρίς να πείθουν με το λόγο, την πράξη αλλά και την ιστορία τους. Ο λαός ανήμπορος ακόμα στην παρούσα περίοδο αναμένει και αναζητά…