Ο μέσος πολίτης αδιαφορεί για την συνταγματική αναθεώρηση. Ίσως φταίει η τεχνικότητα των νομικών επιχειρημάτων, ίσως έχει κουραστεί από τα αλλεπάλληλα πολιτικά γεγονότα της τελευταίας περιόδου που συνήθως μεταφράζονται σε ήττες, διαψεύσεις και χειροτέρευση των όρων της ζωής του.
Κυρίως όμως αντιλαμβάνεται –καλύτερα διαισθάνεται– ότι αυτό το παιχνίδι της αναθεώρησης είναι το πιο σικέ από όλα. Διότι, όπως γίνεται σε μια κακοστημένη θεατρική παράσταση οι ηθοποιοί δεν πείθουν. Ακούγονται οι υποβολείς που τους ψιθυρίζουν τα λόγια.
Διότι συνταγματική αναθεώρηση θα μπορούσε να γίνει «δικαιοπολιτικά», εάν το Σύνταγμα ήταν σε ισχύ. Τα δάση και το περιβάλλον θα μπορούσαν να προστατευτούν από το Σύνταγμα, εάν ένα μεγάλο μέρος των δασικών εκτάσεων δεν είχε παραχωρηθεί στο ΤΑΙΠΕΔ και το Υπερταμείο και αν τα ανώτατα δικαστήρια δεν απέρριπταν τις προσφυγές εναντίον αυτών των παραχωρήσεων.
Η υπεράσπιση του Άρθρου 16 μπορεί να ξεσήκωνε ξανά την νεολαία, εάν το δημόσιο πανεπιστήμιο δεν είχε διαβρωθεί από την συναινετική ιδιωτικοποίηση της κυβέρνησης της Αριστεράς.
Η διεύρυνση των δημοψηφισμάτων θα μπορούσε να είναι λαϊκό αίτημα, εάν δεν είχε προηγηθεί η χειραγώγηση, η ακύρωση του δημοψηφίσματος του 2015, όπου κατά το γνωστό φεμινιστικό σύνθημα ο πρωθυπουργός ερμήνευσε το «Όχι» του λαού ως «Ναι».
Επειδή όλα αυτά τα «εάν» των υποθετικών λόγων δεν ισχύουν, η θεατρική παράσταση της συνταγματικής αναθεώρησης είναι πολύ κακοπαιγμένη αλλά και ενταγμένη στο σχέδιο της κεντροαριστεροποίησης και του διπολισμού. Οι υποβολείς των ηθοποιών ακούγονται και σε αυτές τις περιπτώσεις οι θεατές είτε γελούν είτε εγκαταλείπουν την παράσταση… Στο αρχαίο ελληνικό θέατρο, μας λένε οι ιστορικές πηγές, πετούσαν και κρεμμύδια οι δυσαρεστημένοι θεατές!
Μ.Α.