Δεν βρισκόμαστε προ της χρεοκοπίας. Βρισκόμαστε μέσα στην ελεγχόμενη χρεοκοπία και δυναμώνουν οι όροι για να μετατραπεί σε ανεξέλεγκτη χρεοκοπία.
Η οικονομία διαλύεται, τα λουκέτα εξαπλώνονται σαν λεκές σε ολόκληρη την χώρα, η ανεργία θεριεύει, η «εφεδρεία» θα προσθέσει άλλους 100.000 άνεργους και μάλιστα από το Δημόσιο (ποιος το φαντάζονταν πριν από 1 χρόνο;), τα χαράτσια στοχεύουν να μαζευτούν όσα είναι δυνατόν για τους δανειστές, πριν από τη «μεγάλη τιμωρία».
Η απόγνωση, ο τρόμος, ο φόβος και η οργή, ο πανικός, η ανασφάλεια, η κατάθλιψη και η αναζήτηση λύσης σωτηρίας, είναι τα συναισθήματα που εισβάλλουν σε κάθε νοικοκυριό και έρχεται η επίγνωση ότι πλησιάζει η τρομακτική χειροτέρευση των όρων ζωής για τη μεγάλη πλειοψηφία.
Τα χαράτσια εξανεμίζουν τις έσχατες μικροοικονομίες που είχε ο καθένας για τις δύσκολες μέρες. Το πλιάτσικο δεν αφορά μόνο μεγάλους οργανισμούς και επιχειρήσεις, αφορά γενικά το λαϊκό εισόδημα που πρέπει να αφαιμαχθεί εντελώς. Αυτοί που δεν έχουν και δεν θα πληρώσουν, θα χάσουν περιουσιακά στοιχεία. Όσοι ακόμα έχουν κάτι, θα εξαναγκαστούν να το δώσουν.
Χωρίς βουλή, χωρίς θεό, σαν θεατές σε αρχαίο δράμα, βλέπουμε το βούλιαγμα και τις απέλπιδες προσπάθειες των υποψήφιων… πνιγμένων. Θα περάσουμε το χειρότερο μεταπολεμικό (από το 1950) χειμώνα της σύγχρονης ιστορίας. Η φτώχεια, η πείνα, η εξαθλίωση θα διαλύσουν τον κοινωνικό ιστό. Η παιδεία θα καταβαραθρωθεί, η υγεία και η πρόνοια θα εκλείψουν. Η αστυνόμευση, ιδιωτική και δημόσια θα αυξηθεί για να συγκρατήσει το πλήθος. Οι πολιτικές θα στοχεύουν στο «βόηθα μην φαγωθούμε μεταξύ μας».
Ο λαός στις πλατείες και τους δρόμους, στις γειτονιές, στους χώρους δουλειάς (υπό ανοικτή τρομοκρατία και φόβο), στα σχολεία και τα πανεπιστήμια, στα χωριά και τις πόλεις βλέπει, σκέφτεται, αναρωτιέται και περιμένει.
Τι ακριβώς; Ποιος, τι, από πού, μπορεί να τους δώσει ελπίδα; Κάτω από άλλους όρους θα έπρεπε η Αριστερά να έχει προτάσεις και λύσεις. «Κάτω από άλλους όρους», δηλαδή; Η αξιοπιστία της είναι θέμα προτάσεων ή βαθιάς επαναθεμελιωτικής καταστατικής αλλαγής; Δεν καταλαβαίνει ο κόσμος (και όσα του λέει η Αριστερά); Ή μήπως, τελικά, καταλαβαίνει πολύ καλά;
Ο «Κανένας» που βρίσκεται; Τελείωσε; Έδωσε την παρουσία του στις πλατείες και εξαφανίστηκε; Έχασε μια μάχη και διαλύθηκε;
Ο Κανένας βλέπει πιο καθαρά πως το τσουνάμι έχει έρθει. Και ο ίδιος βρίσκεται αντικριστά στο κύτος. Οργίζεται συνέχεια, μα δεν έχει πια πολυτέλεια για γενικολογίες. Γι’ αυτό μοιάζει να αναδιπλώνεται. Τρέχει να σώσει ό,τι μπορεί. Ξέρει πως θα θυσιαστεί, μα δεν θέλει η θυσία του να πάει χαράμι για να κορεστεί η αδηφαγία των δανειστών και να ανακυκλωθεί η δημόσια σήψη. Ψάχνει πώς η θυσία θα γίνει εφαλτήριο.
Όποιος δεν τα αισθάνεται όλα αυτά απλά δεν ξέρει «πού πατά και πού πηγαίνει».
Η κατανόηση της στιγμής είναι σημαντικό πράγμα…
Η απόγνωση, ο τρόμος, ο φόβος και η οργή, ο πανικός, η ανασφάλεια, η κατάθλιψη και η αναζήτηση λύσης σωτηρίας, είναι τα συναισθήματα που εισβάλλουν σε κάθε νοικοκυριό και έρχεται η επίγνωση ότι πλησιάζει η τρομακτική χειροτέρευση των όρων ζωής για τη μεγάλη πλειοψηφία.
Τα χαράτσια εξανεμίζουν τις έσχατες μικροοικονομίες που είχε ο καθένας για τις δύσκολες μέρες. Το πλιάτσικο δεν αφορά μόνο μεγάλους οργανισμούς και επιχειρήσεις, αφορά γενικά το λαϊκό εισόδημα που πρέπει να αφαιμαχθεί εντελώς. Αυτοί που δεν έχουν και δεν θα πληρώσουν, θα χάσουν περιουσιακά στοιχεία. Όσοι ακόμα έχουν κάτι, θα εξαναγκαστούν να το δώσουν.
Χωρίς βουλή, χωρίς θεό, σαν θεατές σε αρχαίο δράμα, βλέπουμε το βούλιαγμα και τις απέλπιδες προσπάθειες των υποψήφιων… πνιγμένων. Θα περάσουμε το χειρότερο μεταπολεμικό (από το 1950) χειμώνα της σύγχρονης ιστορίας. Η φτώχεια, η πείνα, η εξαθλίωση θα διαλύσουν τον κοινωνικό ιστό. Η παιδεία θα καταβαραθρωθεί, η υγεία και η πρόνοια θα εκλείψουν. Η αστυνόμευση, ιδιωτική και δημόσια θα αυξηθεί για να συγκρατήσει το πλήθος. Οι πολιτικές θα στοχεύουν στο «βόηθα μην φαγωθούμε μεταξύ μας».
Ο λαός στις πλατείες και τους δρόμους, στις γειτονιές, στους χώρους δουλειάς (υπό ανοικτή τρομοκρατία και φόβο), στα σχολεία και τα πανεπιστήμια, στα χωριά και τις πόλεις βλέπει, σκέφτεται, αναρωτιέται και περιμένει.
Τι ακριβώς; Ποιος, τι, από πού, μπορεί να τους δώσει ελπίδα; Κάτω από άλλους όρους θα έπρεπε η Αριστερά να έχει προτάσεις και λύσεις. «Κάτω από άλλους όρους», δηλαδή; Η αξιοπιστία της είναι θέμα προτάσεων ή βαθιάς επαναθεμελιωτικής καταστατικής αλλαγής; Δεν καταλαβαίνει ο κόσμος (και όσα του λέει η Αριστερά); Ή μήπως, τελικά, καταλαβαίνει πολύ καλά;
Ο «Κανένας» που βρίσκεται; Τελείωσε; Έδωσε την παρουσία του στις πλατείες και εξαφανίστηκε; Έχασε μια μάχη και διαλύθηκε;
Ο Κανένας βλέπει πιο καθαρά πως το τσουνάμι έχει έρθει. Και ο ίδιος βρίσκεται αντικριστά στο κύτος. Οργίζεται συνέχεια, μα δεν έχει πια πολυτέλεια για γενικολογίες. Γι’ αυτό μοιάζει να αναδιπλώνεται. Τρέχει να σώσει ό,τι μπορεί. Ξέρει πως θα θυσιαστεί, μα δεν θέλει η θυσία του να πάει χαράμι για να κορεστεί η αδηφαγία των δανειστών και να ανακυκλωθεί η δημόσια σήψη. Ψάχνει πώς η θυσία θα γίνει εφαλτήριο.
Όποιος δεν τα αισθάνεται όλα αυτά απλά δεν ξέρει «πού πατά και πού πηγαίνει».
Η κατανόηση της στιγμής είναι σημαντικό πράγμα…
Σχόλια