Το φθινόπωρο του 2008, όταν η χρηματοπιστωτική κρίση ήταν στο αποκορύφωμά της και ακούγονταν ολολυγμοί περί «κατάρρευσης του καπιταλισμού», οι εκπρόσωποι του τραπεζικού κεφαλαίου που λύγιζε υπό το βάρος των χρεών του είχαν ανέβει στα κεραμίδια και κραύγαζαν γοερά «πού είναι το κράτος;». Ακριβώς σαν τους νοικοκυραίους που διαμαρτύρονται όταν οι πλημμύρες σαρώνουν τα αυθαίρετα παλατάκια που έχουν κτίσει πάνω σε μπαζωμένα ρέματα ή καμένα δάση. «Πού είναι το κράτος;»

Και το κράτος δήλωσε «παρών». Παρά την τρομακτική αποδυνάμωση που είχε υποστεί ο οικονομικός και ρυθμιστικός του ρόλος, έπειτα από μια εικοσαετία νεοφιλελεύθερης ηγεμονίας, απελευθέρωσης των αγορών και ιδιωτικοποιήσεων, το κράτος επέστρεψε δριμύτερο και πιο γενναιόδωρο από ποτέ. Σε βαθμό που ίσως και να φόβισε τους ακραιφνείς νεοφιλελεύθερους οι οποίοι ορκίζονταν στην εξαφάνισή του και να γοήτευσε τμήματα της Αριστεράς που είχαν ταυτίσει το σοσιαλισμό με τον κρατικισμό.

Το κράτος επέστρεψε αλλά όχι ως ο ισχυρός ρυθμιστής των ανεξέλεγκτων δυνάμεων της αγοράς και αναπτυξιακός κινητήρας της οικονομίας, όπως το φαντάζονταν κλασικοί κεϊνσιανιστές. Ούτε ως εγγυητής της «κοινωνικής ειρήνης» και του «κράτους προνοίας», όπως θα ήθελαν οι κλασικοί σοσιαλδημοκράτες.

Όπως δείχνει κυρίως η ευρωπαϊκή (και πρωταρχικά η ελληνική) εμπειρία η επιστροφή του κράτους, πέρα από τη ληστρική γενναιοδωρία που επέδειξε για να παλινορθώσει την κερδοφορία των τραπεζών, αυτή τη φορά εγγυάται την κατακτημένη απορρύθμιση των παγκοσμιοποιημένων αγορών. Και επίσης συνοδεύεται από την άρση των ελάχιστων εγγυήσεων που παρείχε το κράτος για τους όρους αμοιβής και αναπαραγωγής της εργασίας (μισθοί, κοινωνικές παροχές, ασφάλιση, συντάξεις). Ο Λεβιάθαν του κράτους επιστρέφει ανάπηρος, παραδομένος μέχρι μυελού των οστέων στη διεθνή ολιγαρχία του πλούτου, στο πιο επιθετικό τμήμα του τραπεζικού κεφαλαίου και στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές ελίτ.

Ο «κρατικός παρεμβατισμός» που άσκησαν οι κυβερνήσεις όλων των αποχρώσεων στη διετία της κρίσης και κορυφώνεται τώρα στην Ελλάδα έχει έναν ξεκάθαρο, ακραία ταξικό χαρακτήρα. Πρώτον, όχι μόνο δεν αμφισβητεί την καταστροφική ελευθερία του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου να οδηγεί στη χρεοκοπία επιχειρήσεις και χώρες αλλά του αποδίδει και θεσμική υπόσταση. Του αναγνωρίζει ρόλο συνομιλητή και υποβολέα των κρατικών πολιτικών που πρέπει να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις των αγοραστών του κρατικού χρέους. Δεύτερον, το κράτος διά των κυβερνητικών πολιτικών πρωταγωνιστεί στην επιχείρηση ιστορικής υποτίμησης και απορρύθμισης της εργασίας όπως αποδεικνύουν οι συνταγές λιτότητας και κατάλυσης δικαιωμάτων που εφαρμόζονται τόσο στην υπό πτώχευση Ελλάδα (και τις λοιπές χώρες μέλη του κλαμπ PIGS) όσο και στη δημοσιονομικά αγέρωχη Γερμανία. Τρίτον, η σχετική αυτονομία του κράτους και η στοιχειώδης δημοκρατική νομιμοποίηση που του προσδίδει ο κοινοβουλευτισμός, εξανεμίζονται στο πλαίσιο των υπερεθνικών μηχανισμών τύπου Ευρωπαϊκής Ένωσης και ΟΝΕ που δεν κρατούν, πλέον, ούτε τα δημοκρατικά προσχήματα.

Αλλά ακόμη κι αν θεωρήσει κανείς την Ε.Ε. μια κρατική οντότητα που αποφασίζει εξ ονόματός των 400 εκατομμυρίων πολιτών της, κι αυτής η αυτονομία έχει καταλυθεί από την ολέθρια σχέση που έχει οικοδομήσει με τα θηρία των αγορών, είτε αυτά λέγονται οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης (S&P, Moody’s, Fitch) είτε hedge funds. Το παγκόσμιο «έξυπνο» χρήμα δεν κατέχει πια μόνο τα κρατικά χρέη αλλά και τα ίδια τα κράτη.

Σάιλοκ

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!