Του Τάσου Χριστόπουλου.
Αν θέλουμε πραγματικά να απαντήσουμε στο ερώτημα «Γιατί η οργή του λαού δεν συναντιέται με το οργανωμένο συνδικαλιστικό κίνημα;», θα πρέπει να κάνουμε πρώτα την «αξονική τομογραφία» του σημερινού συνδικαλιστικού κινήματος, να αναλύσουμε τη φυσιογνωμία του, τις δομές του, τις αντιλήψεις που κυριαρχούν, τα αιτήματα που θέτει.
Αν θέλουμε πραγματικά να απαντήσουμε στο ερώτημα «Γιατί η οργή του λαού δεν συναντιέται με το οργανωμένο συνδικαλιστικό κίνημα;», θα πρέπει να κάνουμε πρώτα την «αξονική τομογραφία» του σημερινού συνδικαλιστικού κινήματος, να αναλύσουμε τη φυσιογνωμία του, τις δομές του, τις αντιλήψεις που κυριαρχούν, τα αιτήματα που θέτει.
Το συνδικαλιστικό κίνημα, από τη γέννησή του, πάσχει από μια σοβαρή ασθένεια: Από την αντίληψη της κυριαρχίας του πολιτικού έναντι του οικονομικού και την προτεραιότητα της πολιτικής οργάνωσης ή του κόμματος έναντι της εργατικής οργάνωσης, που είναι το συνδικάτο. Το συνδικάτο ήταν και παραμένει το εργαλείο των πολιτικών φορέων που το ελέγχουν.
Το σημερινό συνδικαλιστικό μοντέλο προωθεί τον κατακερματισμό της εργατικής τάξης και τη διάσπασή της μέσω της αδιαίρετης «ενωτικής» μίας και μοναδικής ΓΣΕΕ (όμοιο μοντέλο θα βρούμε μονάχα στη φασιστική Ισπανία του Φράνκο). Ας δούμε μερικά μόνο χαρακτηριστικά αυτής της… ενότητας: Διάσπαση ανάμεσα στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα. Διάσπαση ανάμεσα στην ηγεσία και την πλατιά βάση των εργαζομένων -εκατομμύρια εργαζόμενοι μένουν μακριά από τη λήψη των αποφάσεων είτε λόγω της ίδιας της λειτουργίας των συνδικάτων και της συνδικαλιστικής ηγεσίας, είτε γιατί έχουν γυρίσει την πλάτη στην ίδια τη συνδικαλιστική πραγματικότητα και τη ζωή.
Διάσπαση ανάμεσα στους συνδικαλισμένους και σε όσους δεν έχουν τη δυνατότητα να συνδικαλιστούν είτε λόγω της φύσης της δουλειάς, είτε γιατί δεν τους δέχονται στα σωματεία. (μπλοκάκια, συμβασιούχοι, «μαύροι»).
Διάσπαση ανάμεσα στους νεοεισερχόμενους και τους παλιούς. Διάσπαση ανάμεσα στους Έλληνες και τους μετανάστες, που για αντικειμενικούς λόγους δεν εντάχθηκαν, αλλά δεν έγινε και καμιά προσπάθεια από το υπάρχον συνδικαλιστικό κίνημα να τους εντάξει, ως όφειλε, από την πρώτη στιγμή. Διάσπαση λόγω του τεράστια δυσανάλογου σωματειακού χάρτη. Αναφέρομαι στην παγκόσμια πρωτοτυπία των εκατοντάδων πρωτοβάθμιων σωματείων και ομοσπονδιών, που κατακερματίζουν την εργατική τάξη. Εσωτερική διάσπαση των «διαταξικών» σωματείων, στα οποία συνυπάρχουν μικροεργοδότες και εργάτες…
Αυτή είναι σε γενικές γραμμές η επίπλαστη ενότητα όσων παλεύουν με λύσσα (και το έκαναν κυρίως την πρώτη περίοδο της μεταπολίτευσης), την ελεύθερη οργανωτική έκφραση της κάθε τάσης μέσα στο σ.κ. (βλ. τσάκισμα ή υπονόμευση του εργοστασιακού συνδικαλισμού).
Το πρόγραμμα και οι στόχοι του σ.κ. καθορίζονταν και συνεχίζουν να διαμορφώνονται με το βλέμμα στραμμένο στη σιγουριά του παρελθόντος – την «καπιταλιστική ομαλότητα».
Στην αναζήτηση, δηλαδή, λύσεων που ούτε το σύστημα μπορεί να προσφέρει ούτε τις έχουμε σήμερα ανάγκη. Οι προτάσεις των πολιτικών δυνάμεων, που κυριαρχούν, κινούνται σε ένα φάσμα που ξεκινάει από το κυνήγι του χαμένου θησαυρού της «εθνικής ανάπτυξης», της αύξησης της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας, περνά από τους «εφικτούς μονόδρομους» του ρεαλισμού, την ενσωμάτωση στο σύστημα και τον ευρωμονόδρομο, για να καταλήξει στη συνύπαρξη των μικρών και μικρομεσαίων αφεντικών με τους εργαζόμενους, ακόμα και σε κοινό κοινωνικοπολιτικό μέτωπο, στην προοπτική μιας λαϊκής εξουσίας μέσα στον καπιταλισμό και, υπό την κομματική απομόνωση και ηγεμονία, προδιαγράφουν την υποταγή στο μικρό, τίμιο και εθνικά καθαρό κεφάλαιο.
Αν θέλουμε το συνδικαλιστικό και συνολικά το εργατικό κίνημα να γίνει η απάντηση, από εδώ και πέρα, και όχι ο παρατηρητής που αναρωτιέται τι δεν πάει καλά, ας προχωρήσουμε τώρα σε προτάσεις. Στο μονόδρομό της ήττας και της υποχώρησης δεν αρκούν τα αναχώματα, χρειάζεται μονοπάτι εξόδου. Χρειάζεται αντικαπιταλιστική κατεύθυνση στους στόχους πάλης, με αιτήματα που δεν θα «φτιασιδώνουν» αλλά θα μπλοκάρουν την καπιταλιστική λειτουργία και ανάπτυξη, που δεν θα ενσωματώνονται αλλά και θα εμπνέουν, βάζοντας στα σκαριά τον καινούριο κόσμο που χτίζεται πάνω στα συντρίμμια του παλιού.
Απαιτείται το άνοιγμα της κουβέντας μέσα στο φυσικό της χώρο -το χώρο δουλειάς- με το υποκείμενο – τον εργαζόμενο. Προτάσεις για το σήμερα και για την ανάπτυξη της παραγωγής με γνώμονα το εργατικό συμφέρον και προς την εξυπηρέτηση των κοινωνικών αναγκών.
Συγκρότηση και μετατροπή των εργατικών φορέων σε σωματεία-πυρήνες της αυριανής κοινωνίας, που θα παράγουν την πολιτική στο εσωτερικό τους, σωματεία κύτταρα των εργαζομένων, χωρίς κρατική παρέμβαση, χωρίς αστική κοινοβουλευτική λειτουργία.
Με την αναδιαμόρφωση των στόχων και του προγράμματος του εργατικού κινήματος και του εργατικού συνδικαλισμού.
Με πάλη για την πλήρη και οριστική αποχώρηση-διάσπαση από τη ΓΣΕΕ και τη δημιουργία νέου αντικαπιταλιστικού συνδικαλιστικού οργάνου.
Αποφασιστική πάλη για την ανατροπή της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, την έξοδο από την Ε.Ε., το ΔΝΤ και κάθε τέτοιον οργανισμό συμμαχίας των αρπακτικών του κεφαλαίου. Για το γκρέμισμα της εξουσίας του κεφαλαίου και την υπέρβαση κάθε εξουσίας.
Ας ανακαλύψουμε την κρυφή γοητεία του επαναστατικού συνδικαλισμού, ακολουθώντας τη φυσιολογική κίνηση της εργατικής τάξης ή, τουλάχιστον, μην την εμποδίζουμε να βρει το δρόμο της.
* Ο Τάσος Χριστόπουλος είναι οικοδόμος. Το παραπάνω άρθρο αποτέλεσε την τοποθέτησή του στη συνάντηση – συζήτηση που οργάνωσε πριν μερικές μέρες το Μέτωπο Αλληλεγγύης και Ανατροπής για το συνδικαλιστικό κίνημα.
Το σημερινό συνδικαλιστικό μοντέλο προωθεί τον κατακερματισμό της εργατικής τάξης και τη διάσπασή της μέσω της αδιαίρετης «ενωτικής» μίας και μοναδικής ΓΣΕΕ (όμοιο μοντέλο θα βρούμε μονάχα στη φασιστική Ισπανία του Φράνκο). Ας δούμε μερικά μόνο χαρακτηριστικά αυτής της… ενότητας: Διάσπαση ανάμεσα στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα. Διάσπαση ανάμεσα στην ηγεσία και την πλατιά βάση των εργαζομένων -εκατομμύρια εργαζόμενοι μένουν μακριά από τη λήψη των αποφάσεων είτε λόγω της ίδιας της λειτουργίας των συνδικάτων και της συνδικαλιστικής ηγεσίας, είτε γιατί έχουν γυρίσει την πλάτη στην ίδια τη συνδικαλιστική πραγματικότητα και τη ζωή.
Διάσπαση ανάμεσα στους συνδικαλισμένους και σε όσους δεν έχουν τη δυνατότητα να συνδικαλιστούν είτε λόγω της φύσης της δουλειάς, είτε γιατί δεν τους δέχονται στα σωματεία. (μπλοκάκια, συμβασιούχοι, «μαύροι»).
Διάσπαση ανάμεσα στους νεοεισερχόμενους και τους παλιούς. Διάσπαση ανάμεσα στους Έλληνες και τους μετανάστες, που για αντικειμενικούς λόγους δεν εντάχθηκαν, αλλά δεν έγινε και καμιά προσπάθεια από το υπάρχον συνδικαλιστικό κίνημα να τους εντάξει, ως όφειλε, από την πρώτη στιγμή. Διάσπαση λόγω του τεράστια δυσανάλογου σωματειακού χάρτη. Αναφέρομαι στην παγκόσμια πρωτοτυπία των εκατοντάδων πρωτοβάθμιων σωματείων και ομοσπονδιών, που κατακερματίζουν την εργατική τάξη. Εσωτερική διάσπαση των «διαταξικών» σωματείων, στα οποία συνυπάρχουν μικροεργοδότες και εργάτες…
Αυτή είναι σε γενικές γραμμές η επίπλαστη ενότητα όσων παλεύουν με λύσσα (και το έκαναν κυρίως την πρώτη περίοδο της μεταπολίτευσης), την ελεύθερη οργανωτική έκφραση της κάθε τάσης μέσα στο σ.κ. (βλ. τσάκισμα ή υπονόμευση του εργοστασιακού συνδικαλισμού).
Το πρόγραμμα και οι στόχοι του σ.κ. καθορίζονταν και συνεχίζουν να διαμορφώνονται με το βλέμμα στραμμένο στη σιγουριά του παρελθόντος – την «καπιταλιστική ομαλότητα».
Στην αναζήτηση, δηλαδή, λύσεων που ούτε το σύστημα μπορεί να προσφέρει ούτε τις έχουμε σήμερα ανάγκη. Οι προτάσεις των πολιτικών δυνάμεων, που κυριαρχούν, κινούνται σε ένα φάσμα που ξεκινάει από το κυνήγι του χαμένου θησαυρού της «εθνικής ανάπτυξης», της αύξησης της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας, περνά από τους «εφικτούς μονόδρομους» του ρεαλισμού, την ενσωμάτωση στο σύστημα και τον ευρωμονόδρομο, για να καταλήξει στη συνύπαρξη των μικρών και μικρομεσαίων αφεντικών με τους εργαζόμενους, ακόμα και σε κοινό κοινωνικοπολιτικό μέτωπο, στην προοπτική μιας λαϊκής εξουσίας μέσα στον καπιταλισμό και, υπό την κομματική απομόνωση και ηγεμονία, προδιαγράφουν την υποταγή στο μικρό, τίμιο και εθνικά καθαρό κεφάλαιο.
Αν θέλουμε το συνδικαλιστικό και συνολικά το εργατικό κίνημα να γίνει η απάντηση, από εδώ και πέρα, και όχι ο παρατηρητής που αναρωτιέται τι δεν πάει καλά, ας προχωρήσουμε τώρα σε προτάσεις. Στο μονόδρομό της ήττας και της υποχώρησης δεν αρκούν τα αναχώματα, χρειάζεται μονοπάτι εξόδου. Χρειάζεται αντικαπιταλιστική κατεύθυνση στους στόχους πάλης, με αιτήματα που δεν θα «φτιασιδώνουν» αλλά θα μπλοκάρουν την καπιταλιστική λειτουργία και ανάπτυξη, που δεν θα ενσωματώνονται αλλά και θα εμπνέουν, βάζοντας στα σκαριά τον καινούριο κόσμο που χτίζεται πάνω στα συντρίμμια του παλιού.
Απαιτείται το άνοιγμα της κουβέντας μέσα στο φυσικό της χώρο -το χώρο δουλειάς- με το υποκείμενο – τον εργαζόμενο. Προτάσεις για το σήμερα και για την ανάπτυξη της παραγωγής με γνώμονα το εργατικό συμφέρον και προς την εξυπηρέτηση των κοινωνικών αναγκών.
Συγκρότηση και μετατροπή των εργατικών φορέων σε σωματεία-πυρήνες της αυριανής κοινωνίας, που θα παράγουν την πολιτική στο εσωτερικό τους, σωματεία κύτταρα των εργαζομένων, χωρίς κρατική παρέμβαση, χωρίς αστική κοινοβουλευτική λειτουργία.
Με την αναδιαμόρφωση των στόχων και του προγράμματος του εργατικού κινήματος και του εργατικού συνδικαλισμού.
Με πάλη για την πλήρη και οριστική αποχώρηση-διάσπαση από τη ΓΣΕΕ και τη δημιουργία νέου αντικαπιταλιστικού συνδικαλιστικού οργάνου.
Αποφασιστική πάλη για την ανατροπή της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, την έξοδο από την Ε.Ε., το ΔΝΤ και κάθε τέτοιον οργανισμό συμμαχίας των αρπακτικών του κεφαλαίου. Για το γκρέμισμα της εξουσίας του κεφαλαίου και την υπέρβαση κάθε εξουσίας.
Ας ανακαλύψουμε την κρυφή γοητεία του επαναστατικού συνδικαλισμού, ακολουθώντας τη φυσιολογική κίνηση της εργατικής τάξης ή, τουλάχιστον, μην την εμποδίζουμε να βρει το δρόμο της.
* Ο Τάσος Χριστόπουλος είναι οικοδόμος. Το παραπάνω άρθρο αποτέλεσε την τοποθέτησή του στη συνάντηση – συζήτηση που οργάνωσε πριν μερικές μέρες το Μέτωπο Αλληλεγγύης και Ανατροπής για το συνδικαλιστικό κίνημα.
Σχόλια