του Γιώργου Κυριακού
Την προηγούμενη εβδομάδα, η επίσκεψη του κ. Δένδια στις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων ολοκληρώθηκε με τη Σύνοδο Κορυφής της SEECP (Διαδικασία Συνεργασίας Νοτιοανατολικής Ευρώπης) στη Θεσσαλονίκη. Μετά την ανακήρυξή της Ελλάδας σε «ακρογωνιαίο λίθο των σχέσεων της Ε.Ε. με τα Δυτικά Βαλκάνια» πριν από σχεδόν 20 χρόνια (Κομισιόν, Σύνοδος Θεσσαλονίκης 2003), η τωρινή «αναβάθμιση» του ρόλου της δεν ενισχύει την εθνική της κυριαρχία. Στο επίπεδο προσφοράς υπηρεσιών, όμως, η ελλαδική ελίτ βρίσκεται πάλι στην πρώτη γραμμή. Οι προσφορές και παραχωρήσεις της σε εποχή πολέμου την έχουν κατατάξει στις πιο υπάκουες χώρες της Ευρώπης. Χωρίς κανένα ανταποδοτικό όφελος, έχει αναλάβει και ρόλο διαμεσολαβητή: διανέμει τις υποσχέσεις της Ε.Ε., του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ στις μη ενταγμένες χώρες των Βαλκανίων. Ξαναγινόμαστε «ιμπεριαλιστές», που θα έλεγαν παλιοί σύντροφοι; Ξαναγίναμε οι «Αμερικάνοι» των Βαλκανίων; Αξίζει τον κόπο να θυμηθούμε λίγο τις παλιές «δόξες» της «ισχυρής Ελλάδας»…
Από διαμεσολαβητής-επενδυτής, απειλούμενη αποικία χρέους
Μετά το 1990 η Ελλάδα έγινε βασικός μοχλός της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ για την ένταξη των νέων αλλά και των αναβαπτισμένων βαλκανικών χωρών στους πολιτικούς, οικονομικούς και στρατιωτικούς οργανισμούς της Δύσης. Είτε με τη συναίνεσή της στην αποσταθεροποίηση της Γιουγκοσλαβίας (με άμεση συνέπεια την επανεμφάνιση του «μακεδονικού» ζητήματος), είτε με τη συμβολή της στη νέα «σταθερότητα» της Βαλκανικής, ως χώρα με εμπειρία στους «δημοκρατικούς θεσμούς και στην ελεύθερη οικονομία» ανέδειξε μια διακριτή οικονομικοπολιτική ελίτ. Η περίοδος που η ελληνική οικονομία ήταν «σταθερή και κερδοφόρα» –σε αριθμούς που δεν εξέφραζαν την κατευθυνόμενη παραγωγική της καταπόντιση– ήταν ευκαιρία για αετονύχηδες εμποροπαρασιτικούς οίκους, νεοεργολάβους και Τράπεζες.
Συστάθηκε τοιουτοτρόπως μια κρατικο-ευρωδίαιτη ελλαδική ελίτ που κερδοσκοπούσε, δημιουργώντας πρότυπα για τους λοιπούς Βαλκάνιους ολιγάρχες και ανοιχτό πεδίο συνεργασιών. Η άνοδος της βιομηχανικής-βιοτεχνικής-γεωργικής επένδυσης στη χώρα μας βασίστηκε σε φτηνά χέρια Βαλκάνιων μεταναστών, που κάλυψαν το έλλειμμα του οργανωτικού και τεχνολογικού εκσυγχρονισμού. Η ραγδαία πτώση αυτής της δραστηριότητας, μετά την όξυνση της οικονομικής κρίσης, επιτάθηκε από την είσοδο της Κίνας και της Τουρκίας στις αγορές των Βαλκανίων, καταδεικνύοντας την παραγωγική αποτυχία της Ελλάδας και πλήττοντας την επίπλαστη πρωτοκαθεδρία της στα Βαλκάνια.
Η Ελλάδα συνεργάστηκε στους επεκτατικούς πολέμους της Δύσης, σε ρόλους δευτερεύοντες βέβαια. Χρησιμοποίησε το δικαίωμα της αρνησικυρίας μόνο στην περίπτωση της (αποκατεστημένης πλέον) «Βόρειας Μακεδονίας». Αντίθετα, σε κάθε απειλή της Τουρκίας, η κατευναστική της πολιτική την αποδυνάμωσε περαιτέρω. Τα παραμύθια για την «ισχυρή Ελλάδα» (όπως και οι θεωρήσεις για την «ιμπεριαλιστική Ελλάδα») ξέφτισαν. Την περίοδο του ξεσπάσματος της ελλαδικής κρίσης, η Ελλάδα κατρακύλησε από «παράγοντας» των Βαλκανίων σε αποικία χρέους, χάνοντας βαθμούς κυριαρχίας στο Αιγαίο και στην Κύπρο…
Μήπως είναι αργά για δάκρυα Στέλλα;
Η αποδρομή των ΗΠΑ και η ευρωπαϊκή κρίση προκάλεσε κενά που καλύφθηκαν από τους Τρίτους Παράγοντες (Κίνα κ.ά.), οι οποίοι αμφισβήτησαν την κυριαρχία του ευρωαμερικανικού προτάγματος. Τα κενά αυτά επαν-ανακαλύπτονται από το τέλος της προηγούμενης δεκαετίας, οδηγώντας σε μια ανοιχτή και με πολλές αντιφάσεις σύγκρουση γιγάντων. Η κλιμάκωση του πολέμου στην Ουκρανία, ως αμερικανική επιλογή και ευρωπαϊκή ανεπάρκεια, έδωσε τη δυνατότητα σήμερα στην Ελλάδα να «αναβαθμίζει» τον ρόλο της ως επικεφαλής του βαλκανικού υπηρετικού προσωπικού. Ποια είναι τα χάσματα που άνοιξαν και ποιους στόχους μπορεί να ικανοποιήσει η ελλαδική ελίτ στους δεδομένους ρόλους της;
Η διαχείριση της πανδημίας ήταν σημαντικός παράγοντας, μετά τη διαχείριση του μεταναστευτικού και της μεγάλης φτώχειας από την οικονομική κρίση. Η Ελλάδα μοίραζε περισσευούμενα «εγκεκριμένα» εμβόλια στους φτωχούς συγγενείς των Δυτικών Βαλκανίων όταν οι συμπράξεις Ρώσων, Κινέζων και Τούρκων επένδυαν στα κενά. Έγινε το κατ’ εξοχήν στρατόπεδο μεταναστών, ικανοποιώντας την έλλειψη πρόθεσης ισοκατανομής τους, καθώς και ο πειραματικός σωλήνας της Ευρώπης στα μνημόνια. Έγινε ο βασικός κόμβος εξυπηρέτησης της ενεργειακής και γεωπολιτικής επέκτασης των ΗΠΑ, έχοντας υπογράψει ένα «πρότυπο ειρήνευσης» υπό ευρωαμερικανική ηγεμονία στις Πρέσπες.
Η άμεση ανταπόκρισή της στις υπερατλαντικές επιθυμίες για μεγαλύτερη εμπλοκή της στον πόλεμο της Ουκρανίας συνοψίζει τον σημερινό της ρόλο ως υποδειγματικού διαμεσολαβητή που μεταφέρει εντολές και υποσχέσεις. Είναι ένας βοηθητικός ρόλος, που της προσφέρεται μετά τον «ακρογωνιαίο λίθο» του 2003: πρωτοστάτης κυρώσεων, κόμβος για την επέκταση του LNG (υγροποιημένο φυσικό αέριο), εργολαβίες για την πράσινη ανάπτυξη και τις ψηφιακές μεταρρυθμίσεις, εμπορικές σχέσεις, απομάκρυνση από τους Τρίτους Παράγοντες.
Όμως παίζει αυτόν τον ρόλο σε ένα περιβάλλον που σθεναρά υπερασπίζεται την πολυεξάρτησή του… Κι ο βραχνάς παραμένει: Πού είμαστε «εμείς των κινημάτων» μπροστά σε αυτές τις εξελίξεις; Και ποιες μπορεί να είναι οι πρώτες κινήσεις που θα μπορούσαν να ξεκινήσουν μια βαλκανική ενδοσυνεννόηση;
Τι μπορεί να σημαίνει η «αναβάθμιση» της Ελλάδας;
Στη Σύνοδο Κορυφής της Θεσσαλονίκης η γερμανική παρουσία, για να ξέρουμε ποιος κυβερνάει αυτόν τον τόπο, ήταν κυρίαρχη – πιέζοντας κυρίως τη Βουλγαρία για την άρση του βέτο στην ένταξη της «Βόρειας Μακεδονίας» στην Ε.Ε., και τη Σερβία για να επιβάλει κυρώσεις στη Ρωσία. Η ελλαδική οικονομικοπολιτική ελίτ πήρε μια στιγμιαία ανάσα από την ασφυκτική κλιμάκωση της έντασης που προκαλεί η Τουρκία, επαναλαμβάνοντας copy paste εντολές ως κάτοχος θέσης υψηλής ευθύνης στο υπηρετικό προσωπικό της Ευρώπης.
Οι διαδικασίες ένταξης του υπολοίπου των Βαλκανίων, με τον «φιλόδοξο» στόχο να ολοκληρωθούν το 2033, αποτελούν δυνατότητες για πρόσκαιρα κέρδη από την κομβική θέση της ελλαδικής ελίτ στην προώθηση του LNG και από τον ρόλο τοπικής εγγυήτριας δύναμης-υπεργολάβου στη διανομή του πακέτου ανάκαμψης. Οι διακρατικές συμφωνίες που αφορούν τον τουρισμό και το εμπόριο ή τις τεχνολογίες προωθούν οίκους που τα συμφέροντά τους συμπίπτουν με την κάλυψη μικρών κενών στη μεγάλη διαδικασία της ένταξης, ενώ οι επιχειρηματικές εμπειρίες των υψηλών εταίρων θα παίξουν τον βασικό ρόλο για την ολοκληρωτική αποικιοποίηση των Βαλκανίων.
Όμως γεγονότα όπως της νέας βουλγαρικής πολιτικής κρίσης αλλά και διχασμοί μέσα στα πολιτικά συστήματα εγείρουν σοβαρές αμφιβολίες: Πώς θα εντάξουν τα Σκόπια στην Ε.Ε. όταν η Βουλγαρία στη συντριπτική της πλειοψηφία επιδιώκει τη δορυφοροποίησή τους; Πώς θα μπορέσουν να «ειρηνεύσουν» το Κόσοβο εφόσον ο κ. Κούρτι δεν αναγνωρίζει την ευρωαμερικανική οδηγία να συνεργαστεί με τους Σέρβους; Πώς θα επέλθει «ειρήνευση» στη Βοσνία όταν η σερβική και η κροατική οντότητα διεκδικούν την αναθεώρηση του αδιαπραγμάτευτου Ντέιτον; Πώς θα ξεδιπλώσουν μια συντεταγμένη πολιτική εναντίον της Ρωσίας όταν παραδέχονται ότι έχουν αποτύχει; Αυτές οι «λεπτομέρειες» δεν διαφεύγουν της ελλαδικής ελίτ – αλλά τις προσπερνάει με copy paste, αποβλέποντας σε πρόσκαιρα κέρδη.
* Το σημερινό άρθρο αποτελεί συνέχεια αυτού που δημοσιεύθηκε το περασμένο Σάββατο («Τα Δυτικά Βαλκάνια ως υπόλοιπο στη νέα πλανητική γεωγραφία», φύλλο 594).