του Έβαλντ Ιλιένκοφ*

 

Το πρόβλημα της ιδεατότητας έχει πάντοτε υπάρξει μια πλευρά του θέματος της αντικειμενικότητας (του προβλήματος της «αλήθειας») της γνώσης, δηλαδή της φύσης ακριβώς εκείνων των μορφών της γνώσης που διέπονται και εξηγούνται όχι μόνο από κάποια καπρίτσια της ατομικής ψυχοφυσιολογίας αλλά από κάτι πολύ πιο σοβαρό, κάτι που στέκεται πάνω από την ατομική νόηση και είναι εντελώς ανεξάρτητη από αυτή. Όπως είναι, για παράδειγμα, οι μαθηματικές αλήθειες, οι λογικές κατηγορίες, οι ηθικές επιταγές, οι ιδέες περί δικαίου, δηλαδή «πράγματα» τα οποία έχουν μια υποχρεωτική σημασία για κάθε ατομική νόηση καθώς επίσης και τη δύναμη να περιορίσουν τις ατομικές της ιδιοτροπίες. Αυτή η ιδιάζουσα κατηγορία των φαινομένων κατέχει ένα ιδιαίτερο είδος αντικειμενικότητας, η οποία είναι ολοφάνερα ανεξάρτητη από το άτομο με το σώμα του και την «ψυχή» του, διαφέρει θεμελιωδώς από την αντικειμενικότητα των πραγμάτων που συλλαμβάνονται μέσω των αισθήσεων των μεμονωμένων ατόμων, και κάποτε «ορίστηκε» από τη φιλοσοφία ως η ιδεατότητα αυτών των φαινομένων, ως το ιδεατό εν γένει. Με αυτή τη σημασία, το ιδεατό (αυτό δηλαδή που ανήκει στον κόσμο των «ιδεών») ήδη φιγουράρει στον Πλάτωνα, στον οποίο η ανθρωπότητα οφείλει την κατάταξη αυτής της περιοχής των φαινομένων σε αυτή την ιδιαίτερη κατηγορία καθώς επίσης και την ονομασία της. Οι «Ιδέες» στον Πλάτωνα, δεν είναι απλά κάποιες καταστάσεις της ανθρώπινης «ψυχής» (του «ψυχισμού») αλλά αναγκαίες καθολικές εικόνα-σχήματα που έχουν κοινή σημασία, που σαφώς αντιτίθενται στην ατομική «ψυχή» και στο κατευθυνόμενο απ’ αυτή ανθρώπινο σώμα, και παρουσιάζονται με τη μορφή υποχρεωτικών για κάθε «ψυχή» νόμων, με τη μορφή απαιτήσεων που κάθε άτομο είναι υποχρεωμένο να λάβει υπόψιν ήδη από την παιδική ηλικία και μάλιστα, πολύ περισσότερο από τις απαιτήσεις που του επιβάλλει το σώμα του με τις εφήμερες και τυχαίες καταστάσεις του.

Ανεξάρτητα από το πώς ο ίδιος ο Πλάτωνας θα ερμήνευε στη συνέχεια την προέλευση αυτών των απρόσωπων, καθολικών προτύπων-σχημάτων που είναι κοινά για όλες τις ποικιλόμορφα κυμαινόμενες ατομικές «ψυχικές» καταστάσεις, σωστά τα προσδιόρισε ως μια ειδική κατηγορία πάνω σε μια αναμφίβολα πραγματική βάση: είναι καθολικές μορφές αυτού του πολιτισμού μέσα στον οποίο το άτομο ξυπνά στη συνειδητή ζωή αλλά επίσης και απαιτήσεις που θα πρέπει να αφομοιώσει ως αναγκαίο νόμο της ίδιας του της ζωτικής δραστηριότητας. Είναι οι κανόνες της καθημερινής κουλτούρας, οι γραμματικοί-συντακτικοί κανόνες της γλώσσας πάνω στην οποία μαθαίνει να ομιλεί καθώς και οι «νόμοι του κράτους» στο οποίο γεννήθηκε, οι κανόνες της σκέψης περί των πραγμάτων ολόγυρά του από την περίοδο της παιδικής του ηλικίας κ.ο.κ. Θα πρέπει να αφομοιώσει όλα αυτά τα ρυθμιστικά σχήματα ως μια ιδιαίτερη «πραγματικότητα» που είναι σαφώς διαφορετική από τον ίδιο (και από τον εγκέφαλό του βεβαίως) και επιπλέον διαθέτει τη δική της αυστηρή οργάνωση. Έχοντας κατατάξει τα φαινόμενα αυτά της ίδιας πραγματικότητας –που είναι άγνωστα σε ένα ζώο ή σε ένα μεμονωμένο άτομο που βρίσκεται ακόμα στην πρωτόγονη, φυσική κατάσταση– σε μια ξεχωριστή κατηγορία, ο Πλάτωνας έθεσε ενώπιον της ανθρωπότητας ένα πραγματικό και πολύ δύσκολο πρόβλημα: το πρόβλημα της «φύσης» αυτών των παράξενων φαινομένων, της φύσης του κόσμου των «ιδεών», του ιδεατού κόσμου.

 

* Ο Ιλιένκοφ ήταν ένας σημαντικός ρώσος φιλόσοφος. Πέθανε πριν 40 χρόνια, τον Μάρτιο του 1979. Το απόσπασμα είναι από το βιβλίο «Η Διαλεκτική του Ιδεατού», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Επέκεινα, σε μετάφραση Μ. Δαρβίρα.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!