του Τριαντάφυλλου Σερμέτη
Τη βούληση του Γιώργου Σανιδά να συγγράψει ένα δοκίμιο για τις πολιτικές θέσεις του Παπαδιαμάντη δεν τη θεωρώ ανεξάρτητη από την εποχή που βιώνουμε και το τέλμα στο οποίο έχουμε περιέλθει τα τελευταία χρόνια ως χώρα. Επίσης, δεν την θεωρώ ανεξάρτητη από την επιμονή του να ερευνά πολύπλευρα ώστε να αναδεικνύει το έργο του Παπαδιαμάντη, εξαιτίας της θλίψης του για το νησί του από τις ατραπούς που έχει οδηγηθεί λόγω της αλόγιστης αύξησης του τουρισμού αλλά και των φαινομένων έντονης παρακμής που έχουν παρουσιαστεί, καθώς η Σκιάθος έχει σχεδόν σταματήσει για μεγάλο αριθμό ανθρώπων να ταυτίζεται με το όνομα του Παπαδιαμάντη.
***
Στο δοκίμιο αυτό ο Σανιδάς μεθοδολογικά παρουσιάζει τις πολιτικές θέσεις του Παπαδιαμάντη τοποθετώντας τες στο πλαίσιο της εποχής που έζησε, αλλά ταυτόχρονα καταφέρνει να τις αποστασιοποιήσει από την εποχή του και να τις καταστήσει διαχρονικές. Έτσι, ο Παπαδιαμάντης γίνεται άχρονος και ίπταται στην ιστορία, γινόμενος το σημείο αναφοράς για κάθε εποχή, αποδεικνύοντας περίτρανα ότι οι μεγάλοι δημιουργοί δεν τοποθετούνται σε μια εποχή, αλλά διατρέχουν την ιστορία μιας χώρας και ταυτόχρονα τη σύνολη ανθρώπινη ιστορία. Για αυτούς τους λόγους, οι πολιτικές θέσεις του Παπαδιαμάντη, ενώ διατυπώθηκαν στο παρελθόν, καθίστανται συγκαιρινές και αποτελούν τον οδηγό του μέλλοντος της χώρας. Θα πρέπει να τονιστεί ότι η εποχή που έζησε ο Παπαδιαμάντης είχε ομοιότητες με τη δική μας. Μην λησμονούμε την πτώχευση του ελληνικού κράτους το 1893 και την υπαγωγή της Ελλάδας στον διεθνή οικονομικό έλεγχο της εποχής εκείνης για σχεδόν 50 χρόνια. Μην λησμονούμε, επίσης, τον δικομματισμό που επικρατούσε και την αναποτελεσματικότητα της δημόσιας διοίκησης. Επομένως, αποκτά μεγαλύτερη σημασία η ανάδειξη των πολιτικών απόψεων του Παπαδιαμάντη. Στην πραγματικότητα, ο Παπαδιαμάντης, με τη στάση της ζωής του και τους λόγους του μέσα από τα έργα του, ανήκει στην χορεία εκείνων των ανθρώπων που κρατάνε άσβεστη τη φλόγα της ελληνικότητας.
Η ένωση που επιχείρησε ο Παπαδιαμάντης με τη γλώσσα και η αντίστασή του στη διάβρωση του ελληνικού πολιτισμού από τον δυτικό πολιτισμό, μέσω της πολιτικής και των πολιτικών, αποτελούν εξαίσια δείγματα της διατήρησης της ελληνικότητας. Χαρακτηριστικό είναι το παρακάτω απόσπασμα από το έργο του «Ταξίδι-Βαπόρι-Ρωμέικο» (1895). «Είδα τον ναόν της Αθηνάς, είδα τα ερείπια της Σουνιάδος, είδα τους κίονας της Παρθένου… Ακουσίως έκαμα τον σταυρόν μου. Ο Χριστιανός τη σήμερον έστελλε δια μέσου ογδοήκοντα γενεών θρησκευτικόν χαιρετισμόν εις τον ειδωλολάτρην τον προ είκοσι και πέντε αιώνων.». Για αυτούς τους λόγους, τον Παπαδιαμάντη δεν μπορεί κανείς να τον κατατάξει ούτε στους συντηρητικούς ούτε στους προοδευτικούς, αλλά σε εκείνους που επιδιώκουν με το ορθό πνεύμα και το συναίσθημα την Ανθρωπινότητα. Η Ανθρωπινότητά του έγκειται στο ενδιαφέρον του για την ισονομία των δύο φύλων, για τις σχέσεις Εκκλησίας-Πολιτείας και τη θέση του υπέρ του χωρισμού τους. Παίρνει σαφή θέση υπέρ του πολιτικού γάμου σχεδόν 80 χρόνια πριν θεσπισθεί. Κατανοεί ότι η αποκέντρωση και οι κοινότητες είναι εκείνες που θα φέρουν οικονομική ανάπτυξη. Είναι υπέρμαχος της αλληλεγγύης των ανθρώπων και ισχυρίζεται ότι η θέση του ανθρώπου είναι στη φύση. Τη συζήτηση που διεξάγεται σήμερα σε διεθνές επίπεδο για τη λεγόμενη απο-ανάπτυξη, ο Παπαδιαμάντης την είχε προτείνει ήδη έναν αιώνα πριν. Εξίσου καυστικός είναι για τους πατριδέμπορους που βγάζουν λόγους για την δόξα της πατρίδας και με δάκρυα στα μάτια την πουλάνε σε αδηφάγους οπαδούς, για να περισώσουν τους εαυτούς τους στις εκλογικές φάρσες. Αναφέρει χαρακτηριστικά στο βιβλίο του «Ο Διδάχος» (1906). «Ανάμεσα εις τόσα νεοπλάσματα των ποικιλώνυμων συλλόγων, κοντά εις τας διαφόρους Αναστάσεις, Αναμορφώσεις, Αναγεννήσεις, Αναζυμώσεις και Αναπλάσεις, τα επαγγελομένας την διόρθωσιν –επειδή μεταξύ όλων των επαγγελμάτων, εις όλον το Γένος, περνά εξόχως το επάγγελμα της θρησκείας, καθώς και του πατριωτισμού– εδοκίμασε κι ο περί ου ο λόγος… να συστήση και αυτός έναν σύλλογον.» Αυτό σημαίνει να είναι ένας δημιουργός άχρονος.
Τη συζήτηση που διεξάγεται σήμερα σε διεθνές επίπεδο για τη λεγόμενη απο-ανάπτυξη, ο Παπαδιαμάντης την είχε προτείνει ήδη έναν αιώνα πριν. Εξίσου καυστικός είναι για τους πατριδέμπορους που βγάζουν λόγους για την δόξα της πατρίδας και με δάκρυα στα μάτια την πουλάνε σε αδηφάγους οπαδούς, για να περισώσουν τους εαυτούς τους στις εκλογικές φάρσες
Μέσα από το σύνολο έργο του ο Παπαδιαμάντης ασχολείται με θέματα Παιδείας και Εκπαίδευσης, λέγοντας ότι η εκπαίδευση το μόνο που γνωρίζει είναι να αντιγράφει. Ενδιαφέρεται για τις σχέσεις των δυο φύλων, σχολιάζει δημοσιογραφικές συμπεριφορές για το πώς ενσωματώνονται στα πλοκάμια της εξουσίας, σατιρίζει καυστικά τα εκλογικά ήθη, τοποθετείται στο θέμα του πολιτικού γάμου σαφέστατα υπέρ, έχει άποψη υπέρ της αποκέντρωσης, μέμφεται την κακοδαιμονία της Δημόσιας Διοίκησης, το δυσκίνητο (ή το αεικίνητο) της κρατικής «μηχανής», σχολιάζει αρνητικά τη συμπεριφορά του ανώτερου κλήρου, εναντιώνεται στην ξενομανία, καταθέτει τις θέσεις του για το γλωσσικό ζήτημα, για τον τρόπο άσκησης λογοτεχνικής κριτικής και άλλα γραμματολογικά θέματα, αναδεικνύει τα προβλήματα των οικογενειακών σχέσεων και των σχέσεων στη γειτονιά, τον απασχολεί το πρόβλημα της προίκας και γενικότερα η θέση της γυναίκας στην κοινωνία, τον καίει ο καημός της μετανάστευσης, ψέγει τους επαγγελματίες πατριώτες και θρήσκους.
Ο Σανιδάς επιχειρεί να συνοψίσει τις θέσεις αυτές του Παπαδιαμάντη, παραθέτοντας συγκεντρωμένα τα διάσπαρτα κείμενα από τα έργα του, δίχως ο ίδιος να τα σχολιάζει. Κατά τη γνώμη μου πράττει σωστά να τα αφήσει ασχολίαστα, γιατί τα κείμενα αυτά είναι τόσο ζωντανά και γλαφυρά που κάνουν τους σχολιασμούς περιττούς. Η σπουδαιότητα του έργου του Σανιδά συνίσταται στον ερευνητικό κόπο της αποδελτίωσης των κειμένων, αλλά και στην ευφυή σύλληψή του να μας μιλήσει ο ίδιος ο συγγραφέας για την σημερινή εποχή μέσω του Παπαδιαμάντη. Αν συμφωνήσουμε με την άποψη που λέει ότι η πατρίδα δεν είναι μόνο ο τόπος που γεννιόμαστε και μεγαλώνουμε αλλά είναι τα παιδικά μας χρόνια και οι αναμνήσεις μας, τότε ο Γιώργος Σανιδάς μας διηγείται την δική του ιστορία μέσω του Παπαδιαμάντη.