του Κώστα Ανδριανόπουλου
Αν για τη χρεοκοπία της χώρας υπάρχουν ακόμα αμφιβολίες για τη χρεοκοπία του πολιτικού συστήματος, τα πράγματα είναι τελεσίδικα.
Το πολιτικό σύστημα αποσαθρωμένο (πριν ακόμα την έλευση του ΔΝΤ) και παντοειδώς βαλλόμενο στη συνείδηση του κόσμου, αμφισβητείται μόνιμα τα τελευταία χρόνια. Η διάχυτη απαξία προς τους πολιτικούς, η προσδοκία αλλαγών μέσα από κάθε εσωκομματική ευκαιρία (δημοσκοπική άνοδος ΣΥΡΙΖΑ, «Γιώργο άλλαξέ τα όλα», εντυπωσιακή αναρρίχηση Σαμαρά στη Ν.Δ. κ.λπ.) ήταν η μορφή που πήρε η αμφισβήτηση στην προηγούμενη φάση, πριν διογκωθεί και μετατραπεί σε σαρωτική απαίτηση. Σήμερα το λαϊκό θυμικό με εκρηκτικότητα απαιτεί να παραμεριστούν πρόσωπα, να τιμωρηθούν πρακτικές, να διαλυθούν και να φύγουν από το προσκήνιο κόμματα και συλλογικότητες. Συνειδητοποιείται και εκφράζεται πως δεν υπάρχει λύση μ’ αυτούς που έφεραν τα πράγματα ως εδώ. Σε δεύτερο πλάνο αποτυπώνεται το αίτημα για κοινωνική, πολιτική, οικονομική ανασυγκρότηση της χώρας σε στοιχειώδη αντινεοφιλελεύθερη κατεύθυνση (εναντίωση σε τράπεζες-αγορές-κερδοσκόπους-ΔΝΤ κ.λπ.) που θα προωθηθεί από ένα καινούργιο μη παρασιτικό πολιτικό σύστημα, μακριά από τη διαπλοκή.
Οι πρόσφατες μεγάλες κινητοποιήσεις, ορίζουν την είσοδο σε μια περίοδο κεντρικών πολιτικών αγώνων (σ’ αντίθεση με τον, μέχρι τώρα, επί μέρους διεκδικητισμό) και μαζικών αναμετρήσεων που θέτουν σαν στόχο αφενός την εναντίωση στην κυβέρνηση και το πολιτικό σύστημα και αφετέρου τη διαμόρφωση μαζικού κινήματος με συστηματική παρουσία και σταθερή μαχητικότητα που να είναι η μετεξέλιξη του σημερινού ριζοσπαστισμού. Ενός ριζοσπαστισμού αντιφατικού ίσως ως προς την ουσία του, ανοιχτού όμως και επιδεκτικού στην πολιτικοποίηση και τον προσανατολισμό του. Από τη μεριά τους οι κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις έχουν πάρει το μήνυμα και τοποθετούνται ανάλογα.
Το ΠΑΣΟΚ χωρίς σχέδιο με μόνο εφόδιο τον κυβερνητισμό, εκπορευόμενο από το ΔΝΤ πλέον, ελπίζει να διαχειριστεί πλευρές της μετάβασης προς το νέο πολιτικό σκηνικό. Σ’ αυτή την πορεία, δύσκολα θ’ αποφύγουν τη θυσία τα στελέχη του ιστορικού ΠΑΣΟΚ (παρά τις ισχυρές διασυνδέσεις τους), ώστε να διασωθεί η ομάδα περί του Παπανδρέου ή και αποκλειστικά ο ίδιος.
Ο Σαμαράς από τη μεριά του πιστεύει πως η διάσωση της ΝΔ (έστω μ’ άλλο όνομα και σύμβολα) θ’ απαιτήσει κάτι περισσότερο από την απάλειψη του μητσοτακισμού και του καραμανλισμού από το πολιτικό προσκήνιο της χώρας. Έτσι, προς το παρόν, πασχίζει να μην ευθυγραμμιστεί με το ΠΑΣΟΚ (καταψήφιση του ΔΝΤ), να πάρει αποστάσεις από το ακραίο νεοφιλελεύθερο πρότυπο και ν’ ασκήσει υπερβατική πολιτική σε σχέση μ’ ορισμένα στερεότυπα του συντηρητικού χώρου (άνοιγμα στην Αριστεράς).
Τέλος, καθόσον αφορά την Αριστερά, η μαζική αμφισβήτηση δεν την αφήνει αλώβητη. Πέραν των πάγιων κριτικών για τις ελλείψεις της, επικρίνεται πλέον και για την αδυναμία της να συγκροτήσει μια αντιπολιτευτική στάση με στοιχειώδη συνοχή και αυτοσυνέπεια έτσι ώστε οι διαφαινόμενες ανακατατάξεις να την περιλάβουν σ’ έναν άλλο πολιτικό ρόλο.
Ωστόσο, καθώς οι εξελίξεις θα κριθούν μ’ όρους μαζικού κινήματος κι εφόσον εξαναγκάζεται σ’ ευρύτερες ανασυντάξεις, ίσως υπάρξουν κάποιες δυνατότητες για την Αριστερά. Ανασυντάξεις που σχετίζονται με το ότι τα μονοκομματικά πλάνα και οι αντιλήψεις αποκλειστικής πολιτικής ορθότητας έχουν εγκαταλειφθεί πλέον και από τα ίδια της τα μέλη. Η συνειδητοποίηση πως κατακτήσεις, σε όλα τα επίπεδα, σημαντικές και ιδιαίτερες, είναι διασκορπισμένες στο σύνολο της Αριστεράς και σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό εκτός Αριστεράς στο ριζοσπαστικό κίνημα, εξαναγκάζουν τις επί μέρους πολιτικές προσπάθειες σε ρόλους συμβολής και όχι μοναδικότητας.
Συμβολή που αναγνωρίζει στο μαζικό κίνημα το ρόλο του βασικού πρωταγωνιστή, και που η σχέση μαζί του είναι διαρκώς αιτούμενη, έτσι που η οικοδόμησή της σχέσης να παραπέμπεται λιγότερο στα κληροδοτημένα στερεότυπα (που έχουν περιορισμένη αξία) και περισσότερο στην ίδια την ανάπτυξη των διαδικασιών του μαζικού κινήματος.