Το πέρασμα της τρόικας από την Αθήνα αυτή την εβδομάδα, παρά την επιθετική δημόσια φλυαρία του εκπροσώπου του ΔΝΤ Πολ Τόμσεν, θα καταγραφεί ως το λιγότερο παραγωγικό.

Ακούστηκαν πολλά και διέρρευσαν περισσότερα για απολύσεις στο Δημόσιο λόγω αποτυχίας της εφεδρείας, για νέα μέτρα 2,5 δισ. ευρώ ή για μείωση μισθών στον ιδιωτικό τομέα. Ωστόσο, στην πράξη οι εκπρόσωποι της τρόικας ήταν λιγότερο πιεστικοί από ποτέ.
Με ευκολία ματαίωσαν ελέγχους σε ορισμένα υπουργεία, ενώ δεν πραγματοποίησαν καν την προγραμματισμένη καταληκτική συνάντηση με τον «εξουθενωμένο» υπουργό Οικονομικών Ευάγγελο Βενιζέλο. Ορισμένα κυβερνητικά στελέχη, μάλιστα, τόλμησαν να διαπιστώσουν ακόμη και αδιαφορία ή απάθεια από τους τροϊκανούς.
Αυτό, σε συνδυασμό με την εικόνα παράλυσης που εμφανίζει η «μεταβατική κυβέρνηση» Παπαδήμου, το «ξύλο» που πέφτει ενόψει διαδοχής μεταξύ υπουργών του ΠΑΣΟΚ ακόμη και στο Υπουργικό Συμβούλιο, την επιμονή Σαμαρά στον «προσωρινό χαρακτήρα της κυβέρνησης», δημιουργεί μια αίσθηση ακινησίας και αναμονής στον αστικό χώρο που έσπευσε να ενώσει τις δυνάμεις του «υπέρ πίστεως» (τραπεζικής) στη συγκυβέρνηση.
Αυτή την εικόνα ενισχύει η δημοσκοπική κατάρρευση του εγχειρήματος μέσα σε τρεις εβδομάδες και οι προσπάθειες του ίδιου του κ. Παπαδήμου και των επιτελών του να αυτονομηθούν, να διακινούν σενάρια παράτασης, ακόμη και ανασχηματισμού με τη βοήθεια του Γ. Καρατζαφέρη, προκειμένου να διασωθεί το «τεχνοκρατικό πείραμα».

Τρία σενάρια
Η εξήγηση γι’ αυτά τα παράλληλα φαινόμενα αναζητείται σε σενάρια που κλιμακώνονται μεταξύ «καταστροφής» και «νέας σωτηρίας».
Το πιο απαισιόδοξο σενάριο ερμηνεύει την απάθεια της τρόικας για την παταγώδη αποτυχία σε όλους τους δείκτες στο γεγονός ότι προεξοφλείται η αποτυχία της υπό διαπραγμάτευση ανταλλαγής ομολόγων, η ανεξέλεγκτη χρεοκοπία της χώρας και η άτακτη φυγή από το ευρώ. Είναι ένα σενάριο στο οποίο εξακολουθεί και επενδύει μέρος των αγορών και υπονοεί επομένως πως η Ελλάδα εγκαταλείπεται στην τύχη της, οπότε περιττεύει η σπατάλη δυνάμεων από τους τροϊκανούς τεχνοκράτες που, άλλωστε, κινδυνεύουν να εμπλουτίσουν το βιογραφικό τους με το ελληνικό φιάσκο.
Ένα πιο ήπιο σενάριο επισημαίνει πως η τρόικα περιορίστηκε σε διακριτικές και ασαφείς συστάσεις προκειμένου να μη διαταραχθούν οι λεπτές ισορροπίες στη διαπραγμάτευση για το PSI των ελληνικών ομολόγων, που συνεχίζεται μεταξύ τραπεζιτών και ελληνικού ΟΔΔΗΧ (με τηn Goldman Sachs πάντα να τους ενώνει ως κοινό παρελθόν…). Οι εκπρόσωποι των τραπεζιτών απαιτούν για τα νέα ομόλογα αυξημένες εγγυήσεις (με δημόσια περιουσία) και αγγλικό Δίκαιο, στα πρότυπα του πρώτου Μνημονίου, η ελληνική πλευρά προσπαθεί να ανταποκριθεί στο αίτημα χωρίς να προκληθεί πολιτική κρίση στην Ελλάδα και να θιγεί ο εθελοντικός χαρακτήρας της ανταλλαγής και άρα να προκληθεί «πιστωτικό γεγονός», ήτοι χρεοκοπία.
Η τρόικα θέλει να ξεκαθαρίσει το τοπίο με το PSI το αργότερο μέχρι την επόμενη έλευσή της στην Αθήνα στα μέσα Ιανουαρίου, μια και χωρίς αυτό δεν είναι δυνατό να καταρτίσει τη νέα δανειακή σύμβαση που θα δεσμεύει την Ελλάδα μέχρι το 2020 έναντι περίπου 90 δισ. ευρώ, τα 60 από τα οποία προορίζονται για τα τραπεζικά ταμεία με τον έναν ή τον άλλο τρόπο (ανακεφαλαιοποίηση τραπεζών και κίνητρα για ομολογιούχους). Έτσι, περιορίστηκε να «παραγγείλει» νέο πακέτο μέτρων από την κυβέρνηση για τις 15 Γενάρη, οπότε θα υπάρχει ένδειξη για το αν θα υπάρξει ανταλλαγή ομολόγων, νέα δανειακή σύμβαση και τελικά νέο Μνημόνιο. Η φιλοδοξία είναι να γίνουν αυτά από την κυβέρνηση Παπαδήμου, αλλά εγγύηση περί αυτού δεν υπάρχει.
Το τρίτο και μάλλον υπεραισιόδοξο σενάριο συνδέει τη χαλαρότητα της τρόικας με την προσδοκία μιας νέας, συμπληρωματικής «ένεσης» κατά της κρίσης στην Ευρωζώνη, με περισσότερο αναπτυξιακό χαρακτήρα αυτή τη φορά και ροή χρηματοδότησης προς τη λεγόμενη πραγματική οικονομία. Η μόνη ένδειξη που υπάρχει περί αυτού, είναι η προαναγγελθείσα για τα τέλη Ιανουαρίου ή αρχές Φεβρουαρίου νέα ευρωπαϊκή Σύνοδος Κορυφής, με τους πιο ρεαλιστές να αποκλείουν την έκπληξη ενός γενναιόδωρου ευρωπαϊκού Σχεδίου Μάρσαλ κατά της ύφεσης. Πιο πιθανή θεωρείται μια προσπάθεια του γαλλογερμανικού άξονα να τεθεί υπό τον έλεγχο του διευθυντηρίου, πέρα από τη δημοσιονομική, η επενδυτική και οικονομική πολιτική των χωρών της Ε.Ε. για να εξασφαλιστεί θετικό πρόσημο στο ευρωπαϊκό ΑΕΠ. Οι υπεραισιόδοξοι που σπεύδουν να στεγάσουν την πολιτική τους επιβίωση στο σενάριο αυτό ξεχνούν βέβαια πως η ανάπτυξη, ακόμη και η… ιλιγγιώδης, κάθε άλλο παρά αποκλείει τη σκληρή λιτότητα και τη φτωχοποίηση των κοινωνιών.
Τρανό παράδειγμα η Γερμανία που απολαμβάνει τα πλεονάσματά της πάνω στα ερείπια του ευρωπαϊκού Νότου αλλά και στα κοινωνικά ερείπια που προκάλεσε η δεκαετής λιτότητα και μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας στην ίδια τη γερμανική κοινωνία.                                           

      Γ.Κ.
Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!