του Αλί Σαϊτ Τσετίνογλου
μετάφραση: Λαόνικος Μακρίδης
Το σύντομο αυτό άρθρο εστιάζεται στην αλλαγή της ιδιοκτησίας των Χριστιανικών περιουσιών στην διάρκεια της Γενοκτονίας των κοινοτήτων αυτών. Η αρπαγή της περιουσίας στο χρονικό αυτό διάστημα των Χριστιανών που αναφέρουμε για τους Αρμενίους ισχύουν εξίσου για τους Ασσυρίους και Έλληνες της Ανατολής.
Ένα σημαντικό σημείο που πρέπει να τονιστεί είναι το γεγονός ότι το Οθωμανικό Κράτος που μπήκε στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο με κατακτητικούς σκοπούς έλαβε πολύ περιορισμένη στρατιωτική και οικονομική βοήθεια από τους συμμάχους της (Γερμανία και Αυστροουγγαρία). Για τον λόγο αυτό το ίδιο Κράτος βρήκε τον δρόμο να λεηλατήσει τους δικούς του πολίτες. Μάλιστα ονόμασε αυτή την λεηλασία ως μια δεύτερη κατάκτηση δηλαδή ως μια δεύτερη εξαρχής κατάληψη της χώρας. Για να μην υπάρξει διεκδίκηση σε περίπτωση ήττας της επιστροφής των λεηλατημένων περιουσιών το Οθωμανικό Κράτος προχώρησε σε γενοκτονίες ώστε να μη υπάρξουν διεκδικητές για δικαιοσύνη και αποκατάσταση. Μπορεί να ειπωθεί ότι η πολιτική αυτή υπήρξε επιτυχής. Στα εκατό χρόνια από την Γενοκτονία δεν έχει υπάρξει κανένα βήμα για αποκατάσταση.
Την περίοδο των ετών 1913 – 23 με τις γενοκτονικές διεργασίες μειώθηκε ο πληθυσμός της Ανατολής κατά 20-25% με γενοκτονίες, εξαναγκασμούς σε φυγή, ανταλλαγή των πληθυσμών με αποτέλεσμα την εκρίζωση από την πατρογονική τους γη των χριστιανικών λαών. Οι άνθρωποι αυτοί ήταν φτωχοί και αναξιοπαθούντες. Ήταν κάτοικοι των περιοχών που είχε αναπτυχθεί ο καπιταλισμός και παρήγαγαν για τις αγορές. Στην δεκαετή διάρκεια των γενοκτονικών διεργασιών οι περιουσίες που ανήκαν σε αυτούς άλλαξαν χέρια. Υπολογίζεται ότι η αλλαγή αυτή των περιουσιών αντιστοιχεί στο 30-35% όλου του πλούτου της χώρας.
Εν συντομία το 1/3 του πλούτου όλης της χώρας μεταφέρθηκε με την βία από τους χριστιανούς στους μουσουλμάνους.
Η διαδικασία αυτή στα πλαίσια των γενοκτονιών δεν εφαρμόστηκε μόνο στους Αρμενίους αλλά σε όλους τους Χριστιανούς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και αποτέλεσε το θεμέλιο όλης της νομικής δομής του κράτους που συγκροτήθηκε αργότερα.
Η μεταφορά έγινε με την χρήση διαφόρων μηχανισμών.
Κατάσχεση περιουσιών από τους θύτες
Ο νομάρχης του Ντιγιαρμπακίρ Δρ. Ρεσίτ σφετερίστηκε πολλές περιουσίες θυμάτων της γενοκτονίας. Ενώ παραπονιόταν για τα έξοδα μετάβασης όταν διορίστηκε ως νομάρχης στο Ντιγιαρμπακίρ μετά από ένα χρόνο αγόρασε έπαυλη στην Κωνσταντινούπολη αξίας επτά χιλιάδων λιρών. Ενώ ο Ρεσίτ έτυχε τιμών ως δολοφόνος, απολύθηκε από τα καθήκοντα του λόγω των κλοπών που διέπραξε. Επίσης ο Οθωμανός βουλευτής Ντιγιαρμπακίρ Φεϊζι Πιρίντζογλου σφετερίστηκε τα μεταλλεία χαλκού και τις εγκαταστάσεις μεταλλουργίας ενός Αρμένιου. Αντί να τιμωρηθεί ο Φεϊζι βραβεύθηκε με τον διορισμό του ως Υπουργού Δημοσίων Έργων. Ο γιός του Βεφίκ υπήρξε υπουργός στην μεταβατική Κυβέρνηση Ίνονου μετά από το στρατιωτικό πραξικόπημα της 27 Μαΐου 1960. Σήμερα αυτή η οικογένεια έχει μετατραπεί σε μια σεβάσμια οικογένεια λευκών Τούρκων.
Ο πολύ γνωστός δημοσιογράφος Αχμέτ Εμίν Γιαλμάν της Κεμαλιστικής περιόδου, αναφέρει την περίπτωση του Εισαγγελέα Αγκυρας Αλί Ναζμί που είχε μεταφερθεί ως κατηγορούμενος στην νήσο Μάλτα την περίοδο μετά από την Ανακωχή, μετά από Γενοκτονία έγινε βαθύπλουτος κτηματίας της Άγκυρας.
Οι περιουσίες που κατασχέθηκαν δόθηκαν σε πολιτικούς φορείς όπως στο Σωματείο «Ένωση και Πρόοδος», στο Λαϊκό Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, στις Τουρκικές Εστίες, στα «Σπίτια του Λαού»…Οι εκκλησίες μετετράπησαν σε τζαμιά αλλά επίσης χρησιμοποιήθηκαν ως αποθήκες, αχυρώνες κτλ . Ο Νεστοριανός ναός στο Τσουκούρτζα (Τζέλα) στο Χακάρι (Τσολεμέρικ) την Κεμαλική περίοδο μετατράπηκε σε κυβερνείο και τις μέρες μας χρησιμοποιείται ως αχυρώνας.
Ορισμένες εταιρείες μουσουλμάνων (που κατά κανόνα είχαν ιδρυθεί ή είχαν σαν μετόχους Νεότουρκους) εξαιρώντας από δημοπράτηση τους ίδιους τους κατόχους τους αγόρασαν τις Αρμενικές περιουσίες σε ευτελείς τιμές. Την ίδια τύχη είχαν οι Ρωμαίικες περιουσίες στις περιοχές του Πόντου μετά από το 1916 όταν εκτοπίστηκαν βίαια από τον Πόντο αλλά το ίδιο υπέστησαν και οι Ρωμιοί των παραλιών του Αιγαίου. Στη συνέχεια οι εταιρείες αυτές που πουλήθηκαν σε τρίτους με μεγάλα κέρδη.
Στη δε Κεμαλική περίοδο για να υποστηριχθούν οι Νεότουρκοι, έχοντας μετατραπεί σε μουσουλμάνους επιχειρηματίες, τους δόθηκε η ευκαιρία να αποκτήσουν περιουσίες που είχαν διατεθεί σε εμπορικά και βιομηχανικά επιμελητήρια. Οι περιουσίες αυτές μετά από κάποιο διάστημα δημοπρατήθηκαν. Παρουσιάζει ενδιαφέρον ότι στα πωλητήρια αναφέρονται και τα ονόματα των πρώτων ιδιοκτητών τους.
Τα κοιμητήρια παραχωρήθηκαν στις δημαρχίες για να γίνουν τόποι λαχαναγοράς, τόποι πώλησης ξυλείας και ζώων. Οι παραχωρήσεις αυτές δεν απαιτούσαν την ανέγερση οικοδομών και όταν αργότερα διατέθηκαν για ανέγερση κτιρίων με αποτέλεσμα να εμφανίζονται οστά όταν ανασκάπτονται. Οι ταφόπλακες κρατήθηκαν εκτός της παραχώρησης και χρησιμοποιήθηκαν στις οικοδομές. Το κτίριο που στεγάζει σήμερα το Μουσείο Ατατούρκ στην Μαλάτια είχε ανεγερθεί με λίθους από το Αρμενικό κοιμητήριο της πόλης για Λέσχη του Λαού.
Σε πολλές περιοχές οι Χριστιανικές συνοικίες (Αρμενικές και Ρωμαίικες) μετετράπησαν σε περιοχές οίκων ανοχής όπως στην Άγκυρα, Ντιγιαρμπακίρ, Ελάζιγ(Χαρπούτ), Σαμψούντα, Τραπεζούντα κτλ.
Πολλές ακίνητες περιουσίες δόθηκαν σε ιδιωτικές εταιρείες, δημαρχίες, Τουρκική Ημισέληνο και το Υπουργείο Οικονομικών. Στη συνέχεια αυτές πωλήθηκαν σε χαμηλές τιμές ή ενοικιάστηκαν σε συμβολικές τιμές. Η ενοικίαση με χαμηλές τιμές ιδιωτικές εταιρείες μουσουλμάνων πρέπει να εκληφθεί ως μια υποστήριξη προς αυτούς.
Με τον Κανονισμό της 11 Αυγούστου 1915 δόθηκε το δικαίωμα να κληρονομήσουν τις περιουσίες των γονέων τους τα ορφανά και οι γυναίκες των Χριστιανών που είχαν μείνει απροστάτευτες, εξισλαμιστεί δια της βίας και είχαν παρθεί ως σύζυγοι. Αυτό σήμαινε ουσιαστικά: «σκότωσε, πάρε στην δούλεψή σου για ένα κομμάτι ψωμί τις συζύγους και τα παιδιά, σφετερίσου τις περιουσίες τους.» Το γεγονός ότι τα εύπορα άτομα αρπαζόντουσαν από τα καραβάνια των πορειών θανάτου δεν αποτελεί τίποτα για λόγους της αρπαγής των περιουσιών τους.
Επειδή ο ισλαμικός αστικός κώδικας του «Μετζελέ» δεν ήταν επαρκής για την αρπαγή των περιουσιών χρησιμοποιήθηκε ο νέος αστικός κώδικας που υιοθετήθηκε το 1925 με την μετάφραση του Ελβετικού αστικού κώδικα. Με τον νόμο αυτό επιτράπηκε η μεταβίβαση των κατασχεθέντων περιουσιών του 1915 και έτσι η αρπαγή αυτή περιβλήθηκε με νομικό μανδύα.
Δόθηκε η δυνατότητα της σύνταξης πλαστών γραμματίων οφειλών και έτσι η αρπαγή των περιουσιών με δήθεν οφειλές των εκτοπισμένων. Στην περίοδο της «Ένωσης και Προόδου» επιτράπηκε ακόμα και η προφορική δήλωση των πιστωτών χωρίς να υπάρχει κανένα έγγραφο περί οφειλής. Αποτελεί αλήθεια το γεγονός ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι των κτηματολογίων είτε μεταβίβαζαν στο όνομα τους τις ακίνητες περιουσίες ή ακόμα δεχόντουσαν να μεταβιβάσουν περιουσίες με προφορικές δηλώσεις των Ιττιχατιστών.
Όπως η ζωή έτσι και οι περιουσίες των Χριστιανών ήταν χωρίς προστασία. Ο Πρόξενος Τραπεζούντας της συμμάχου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας Αυστροουγγαρίας Κβιατκοβσκί αναφέρει ότι στην λεηλασία των περιουσιών συμμετείχαν οι αξιωματικοί, δημόσιοι υπάλληλοι και αστυνομικοί.
Όταν η συμμαχία με τους Κούρδους χάλασε και εκτοπίστηκαν προς την δύση το 1925 οι περιουσίες που είχαν σφετεριστεί πάρθηκαν πίσω. Σήμερα το γεγονός ότι οι μισοί Κούρδοι είναι οι μισθοφόροι του καθεστώτος οφείλεται στο γεγονός ότι ανήκουν στις φυλές που δεν είχαν επαναστατήσει το 1925 και δεν είχαν εκτοπιστεί προς την Δύση. Με την έννοια αυτή η λύση του Κουρδικού ζητήματος σχετίζεται άμεσα με την λύση του Αρμενικού ζητήματος. Αν δεν κατανοηθεί το Αρμενικό ζήτημα δεν μπορεί να λυθεί το Κουρδικό
Η αρπαγή των περιουσιών των Χριστιανών (Αρμενίων, Ρωμιών, Ασσυρίων) και της διανομής τους στους Μουσουλμάνους (Κούρδους, Βόσνιους, Τζερκέζους, Γεωργιανούς, Άραβες, Λαζούς, ..) είχε σαν αποτέλεσμα την «αιχμαλωσία» τους και συνέβαλε σε σημαντικό βαθμό στην αφομοίωση τους στα πλαίσια του Προγράμματος εκτουρκισμού των Ιττιχατιστών/Κεμαλικών.
Ο κατάλογος αυτός μπορεί να συνεχιστεί κατά πολύ… όμως ακόμα και αυτά δείχνουν το μέγεθος της λεηλασίας.
Αναγνώριση, Συγγνώμη και Αποκατάσταση
Αν και την κύρια ευθύνη την φέρει το Σωματείο της Ένωσης και Προόδου (İttihat ve Terakki Cemiyeti) στη Γενοκτονία, στο ζήτημα των περιουσιών έχουμε να κάνουμε με μια συλλογική ευθύνη. Μεταξύ των άδικων αυτών σφετερισμών των παππούδων τους υπάρχουν και ηγέτες φορέων που αυτοαποκαλούνται ως Σοσιαλιστές και Αριστερής ιδεολογίας και αυτοί συνεχίζουν να καρπούνται τις περιουσίες που είναι προϊόντα αρπαγών. Αυτοί ενώ ζητούν συγνώμη για την συλλογική ευθύνη της Γενοκτονίας παραμένουν άφωνοι για την προσωπική ευθύνη που εκμεταλλεύονται περιουσίες που είχαν σφετεριστεί οι βιολογικοί τους παππούδες. Σε όσους στην Ευρώπη λένε ότι «δεν είμαι υπεύθυνος από τις πράξεις του παππού μου» τους αποκαλούν Ναζιστές.
Αυτό είναι και το ουσιαστικό θέμα. Η Αποκατάσταση αποτελεί αναπόσπαστο ζήτημα από την Αναγνώριση και την Συγνώμη. Αν δεν υπάρξει η Αποκατάσταση – Επανόρθωση δεν έχει έννοια της αναγνώρισης και της συγνώμης. Όμως για ποια αποκατάσταση να μιλήσουμε; Λέγοντας ας εξετάσουμε το θέμα αυτό μια άλλη φορά, με τις αναβολές δεν θα έλθει ποτέ η άλλη φορά. Telafi olmadan tanıma ve özürün bir anlamı yoktur. Τούτο διότι οι Τούρκοι αριστεροί μόνο θέλουν, δεν έχουν στο λεξικό τους την λέξη να δώσουν. Το λαϊκό ρητό «το να δώσεις ανήκει μόνο στον Θεό!» έχει καθιερωθεί για αυτό τον σκοπό.
Το Κράτος χαρακτηρίζει τα μέλη των γηγενών πλέον ισχνών Χριστιανικών Κοινοτήτων, που προσπαθούν να επιβιώσουν, ως «ξένους συμπολίτες» που αποτελεί μια παράνοια και νομικό πραξικόπημα. Για τα θέματα αυτών των πολιτών της Τουρκικής «Δημοκρατίας» ασχολούνται δύο Υπουργεία: το πρώτο που χαρακτηρίζει τα θέματα αυτά σχετικά με την εγκληματολογία το Υπουργείο Εσωτερικών και το δεύτερο το Υπουργείο Εξωτερικών αφού οι πολίτες αυτοί θεωρούνται ως ξένοι.
Το Κράτος ουσιαστικά θέλει να εξαφανίσει τις απομένουσες ισχνές Χριστιανικές Κοινότητες με την στρατηγική της κωλυσιεργίας.
Κλείνουμε το άρθρο αυτό επισημαίνοντας ένα σημαντικό σημείο:
Πέρα από την αλήθεια ότι δεν έχει γίνει κανένα βήμα για την δικαίωση των αδικηθέντων, η όλη κατάσταση αποτελεί ένα μέγιστο αίσχος.
Γίνεται προσπάθεια στους απογόνους των θυμάτων της Γενοκτονίας, μετά από εκατό χρόνια, να επιβληθεί η άποψη της Άρνησης. Τα θύματα γνωρίζουν πολύ καλά το τι υπέστησαν. Το γεγονός της Γενοκτονίας εξηγείται ως ένα παραμύθι από τα «Παραμύθια της Χαλιμάς» και γίνεται προσπάθεια να προσφερθεί έτσι προς τα θύματα. Δεν έχουν την διάθεση να εξηγήσουν το ποια εγκλήματα διαπράχθηκαν κατά των αρχέγονων λαών της Ανατολής με την οικειοποίηση της χώρας αυτής, από τους ίδιους απογόνους των θυτών. Τα θύματα γνωρίζουν μόνο τα συμβάντα στη σειρά των γεγονότων Γενοκτονίας, εκείνο που μένει στους παραμυθάδες είναι να μας πουν τι θα κάνουν τώρα και τι σκοπεύουν να πράξουν στο μέλλον. Όπως στα «Παραμύθια της Χαλιμάς» το τέλος είναι θανατικό και για να μην έλθει αυτό συνεχίζουν το παραμύθι.