Για τη στάση της Αριστερής Πλατφόρμας

 

Θετικό είναι το γεγονός ότι πτέρυγες και πρόσωπα που ανήκουν στον ΣΥΡΙΖΑ διαφοροποιούνται από την εκτρωματική συμφωνία που υπέγραψε η κυβέρνηση και καταψηφίζουν τις μνημονιακές ρυθμίσεις στη Βουλή. Είναι,όμως, για τον καθένα, και στιγμή ευρύτερου απολογισμού και αναπροσανατολισμού. Αυτό αφορά τους πάντες χωρίς εξαιρέσεις.

Βλέποντας την πορεία που διανύθηκε, ήδη από πριν τις εκλογές, θα έπρεπε να αξιολογηθεί το «σχέδιο 121», δηλαδή η επένδυση όλης της τακτικής του ΣΥΡΙΖΑ στην πρόκληση εκλογών μέσω της διαδικασίας εκλογής ΠτΔ. Αλλά και η λογική του Προγράμματος Θεσσαλονίκης που αγνόησε τους πυλώνες ενός πραγματικού προγράμματος διεξόδου μαζί με την κοινωνία, επενδύοντας στον κυβερνητισμό και την ανάθεση. Αυτά τα δύο αποτέλεσαν βασικά σκέλη μιας στρατηγικής που, ανεξάρτητα αν συνειδητοποιήθηκε ως τέτοια, αποτέλεσαν βασική αιτία της τελικής κατάληξης.

Βλέποντας σήμερα κάποιες άλλες «στιγμές», θα παρατηρούσε κανείς και τα ακόλουθα:

  • Είναι βάσιμος ο ισχυρισμός ότι θα μπορούσε αν ήθελε η Αριστερή Πλατφόρμα να αποτρέψει ή έστω να κάνει τα πάντα για να αποτραπεί η συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου. Κάτι τέτοιο δεν φάνηκε, πέρα από την «εσωκομματική» κριτική, ενώ στελέχη της συνέχιζαν να διαβεβαιώνουν ότι η συμφωνία αυτή δεν αναστέλλει το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ και τις «μονομερείς ενέργειες» που θα προχωρούσαν κανονικά.
  • Στο θέμα της εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας, είναι αλήθεια ότι η Α.Π. συνέβαλε να αποτραπεί η κάκιστη επιλογή Αβραμόπουλου, καταλήγοντας όμως σε μια συμφωνία με την πιο «μαλακή» λύση Παυλόπουλου. Δεδομένης της ισχυρής παρουσίας της σε κόμμα και κοινοβουλευτική ομάδα, δεν θα μπορούσε να είχε αποτραπεί κάθε λύση αναστήλωσης του παλιού πολιτικού συστήματος, όπως εκφράστηκε στο ιδιαίτερα σημαντικό θέμα του Προέδρου;
  • Στα υπουργεία που υπήρχε παρουσία της Α.Π. δεν διαπιστώθηκε κάποια δέσμη διαφορετικών πρακτικών από αυτές που υιοθέτησε η κυβέρνηση στο σύνολό της. Οι θέσεις στελεχώθηκαν κατά τον ίδιο τρόπο, δηλαδή είτε από κομματικά στελέχη είτε από πρόσωπα του παλιού πολιτικού ή και επιχειρηματικού κόσμου (π.χ.Τσοτσορός στα ΕΛΠΕ) χωρίς να επιχειρείται άνοιγμα στις ζωντανές και υγιείς δυνάμεις της κοινωνίας.
  • Υπήρξε επιμονή στο θέμα του νομίσματος χωρίς να διαφαίνεται μια πιο ουσιαστική συζήτηση για το αναγκαίο πολιτικό σχέδιο διεξόδου της χώρας και τις προϋποθέσεις του στο επίπεδο της πολιτικής και του λαϊκού παράγοντα. Έτσι, συνδυάστηκε μια σχετική αποδοχή της κεντρικής κατεύθυνσης του ΣΥΡΙΖΑ, με διαρκείς τροπολογίες γύρω κυρίως από το θέμα του «ευρώ» (και του χρέους) όπου παραπέμπονταν η λύση του πολιτικού προβλήματος, χωρίς αυτό να εντοπίζεται στην ολότητά του. Θέματα όπως το μοντέλο του κόμματος, η σχέση του με τα κινήματα, η ανάγκη πολιτειακών αλλαγών και πραγματικής Δημοκρατίας, δεν έδειχναν να απασχολούν.
  • Σε πολιτικό επίπεδο, για χρόνια υπάρχει επιμονή στο σχέδιο της συμμαχίας ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ, ΑΝΤΑΡΣΥΑ που δεν μπορούσε καθόλου να συνεισφέρει στο σύνθετο ερώτημα για το πολιτικό υποκείμενο που είναι σήμερα αναγκαίο.
  • Υιοθετήθηκε πλήρως η λογική των «κόκκινων γραμμών». Όπως διατυπώθηκε από κάποιους, «η λογική των “κόκκινων γραμμών” δεν είναι σωστή. Είναι αμυντική. Αποκαλύπτει εξ αρχής πως παραδίνεις τα περισσότερα αλλά δεν θες να χάσεις ολοκληρωτικά, πως περιχαρακώνεσαι, ταμπουρώνεσαι. Από μόνη της δεν έχει την ορμή εναλλακτικού προγράμματος που συνεγείρει τον κοινωνικό ριζοσπαστισμό για να σαρώσει το παλιό».
  • Παρά τις διαφωνίες, υιοθετήθηκε και υποστηρίχθηκε -στη λογική ακριβώς των «κόκκινων γραμμών»- η πρόταση των 47 σελίδων που η κυβέρνηση κατέθεσε πριν τελικά αυτή απορριφθεί από τους «θεσμούς» και οδηγηθούμε στο δημοψήφισμα. Ο Π. Λαφαζάνης μιλώντας στη Βουλή δήλωνε: «(είναι) ένα κείμενο απόρροια συμβιβασμού, κατόπιν πολύμηνων συζητήσεων με τους θεσμούς. Είναι μία πρόταση της κυβέρνησης κατ’ ελάχιστον, προκειμένου να βρεθεί μία συμφωνία, επ’ ωφελεία της ελληνικής πλευράς, να βρεθεί μία λύση, οι αναγκαίες συναινετικές λύσεις σε μία συμφωνία».
  • Σήμερα, η Α.Π. κρατά μια στάση καταγγελίας μεν των μέτρων, αλλά διαρκούς επίμονης υπενθύμισης «στήριξης της κυβέρνησης» σε όλους τους τόνους. Στάση που δεν γίνεται κατανοητό πώς ακριβώς θα υλοποιηθεί τη στιγμή που η κυβέρνηση προχωρά στην εφαρμογή του μνημονίου.

Πέρα από αυτές τις επισημάνσεις, το βασικότερο είναι άλλο. Η απάντηση στη νέα συγκυρία που διαμορφώνεται δεν θα προκύψει μέσα από ανακατατάξεις και συγκολλήσεις στα πλαίσια της υπαρκτής αριστεράς και των γνωστών συνηθειών της.Πρακτικές και καταστάσεις που δεν παραπέμπουν σε κάτι νέο και «φρέσκο», που δεν επικοινωνούν με όσα έχουν αναδείξει η αγωνιζόμενη κοινωνία και τα κινήματα τα τελευταία χρόνια (πχ Πλατείες, παλιότερα φόρουμ κλπ), δεν μπορούν να γίνουν μήτρα των αναγκαίων αλλαγών.

Η αναπαραγωγή προτύπων που παραπέμπουν στα αριστερά κόμματα των προηγούμενων δεκαετιών δεν μπορεί να αποτελέσει λύση για την επόμενη μέρα.

 

Γ.Π.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!