Στο προηγούμενο φύλλο, στη στήλη αυτή, παρουσιάσαμε την καταστροφική όψη της χρεοκοπίας, ως βίαιη επιλογή των πιστωτών μιας χώρας. Ίσως είναι αδύνατο να φανταστεί κανείς άλλη όψη για μια έννοια που είναι συνδεδεμένη με τον οικονομικό μαρασμό και τους εργαζόμενους. Οι περισσότερες εμπειρίες κρατικής χρεοκοπίας, στους τέσσερις αιώνες ιστορίας της, ήταν οδυνηρές για τα φτωχότερα στρώματα.
Μπορεί να υπάρξει, άραγε, μια «καλή χρεοκοπία»; Δηλαδή, μια χρεοκοπία που δεν θα επέβαλαν οι δανειστές στη χώρα, αλλά η χώρα στους δανειστές της; Μια μερική ή ολική παύση πληρωμών;
Ας δούμε τι λένε μερικοί αριθμοί: Το χρέος της Ελλάδας υπολογίζεται σε 326 δισ. ευρώ. Από αυτά πάνω από 80 δις πρέπει να πληρωθούν φέτος για τοκοχρεολύσια και βραχυπρόθεσμους τίτλους. Πώς θα εξοφληθούν; Μα, φυσικά με τα δημόσια έσοδα και με νέο δανεισμό. Επομένως το χρέος θα αυξηθεί και οι ανάγκες εξυπηρέτησής του το 2011 θα πλησιάσουν τα 100 δις ευρώ, ποσό που θα τείνει να ισοφαρίσει το σύνολο των δημοσίων δαπανών του κράτους. Άρα, υπάρχει ποτέ περίπτωση να εξοφληθεί το χρέος που το 2011 θα φτάνει τα 400 δις; Όχι. Αυτό, ούτε καν οι πιστωτές το περιμένουν. Η πραγματική πηγή πλούτου τους είναι η διαρκής ανατροφοδότηση του χρέους κι όχι αυτήν καθεαυτήν η εξόφλησή του.
Επομένως, η λύση της μη χρεοκοπίας που επιβάλλουν σε μια χώρα οι διεθνείς πιστωτές της, αφενός διαιωνίζει την παραμονή της στη φυλακή του χρέους και αφετέρου, απλώς μεταθέτει την κανονική σε χρόνο που θα επιλέξουν αυτοί. Τι θα γινόταν, όμως, αν η χώρα αποφάσιζε να ανακοινώσει μόνη της παύση πληρωμών προς τους πιστωτές της; Εδώ αρχίζει η option μιας «καλής χρεοκοπίας», που είναι «καλή» ανάλογα με το ποιος τη χρησιμοποιεί, σε ποια συγκυρία, με ποια κοινωνική συμμαχία και για ποιου τα συμφέροντα.
Η Ρωσία το 1998 απαλλάχτηκε με παύση πληρωμών και αναδιαπραγμάτευση από το μισό χρέος της, αλλά συνόδευσε την κίνηση αυτή με άγρια λιτότητα και ξεπούλημα του δημόσιου πλούτου στους ολιγάρχες. Απέδειξε, όμως, ότι η «διεθνής των πιστωτών» δεν είναι αήττητη, ιδιαίτερα όταν εκβιάζεται ότι θα χάσει και το μικρό μέρος του χρέους που είναι ρεαλιστικό να εξοφληθεί.
Το ερώτημα είναι αν μια τέτοια κίνηση χρησιμοποιείται για να αποδεσμευτούν από το τέρας της διεθνούς τοκογλυφίας τεράστιοι πόροι, ώστε να διοχετευθούν σε κοινωνικές δαπάνες, υποδομές, επενδύσεις που θα μπορούσαν να αποτρέψουν μια μακρόχρονη ύφεση και την «αναπόφευκτη λιτότητα». Φυσικά, η λύση συνοδεύεται από πολλά ρίσκα: Από μια εχθρική στάση των αγορών, από τις επιπλοκές εντός της ΟΝΕ, από ενδεχόμενη πολιτική απομόνωση, από μια κατάσταση διεθνούς οικονομικού «πολέμου». Αλλά, και τώρα σε κατάσταση «πολέμου» δεν είμαστε; Και μάλιστα, με πρώτους επιτιθέμενους τους υποτιθέμενους εταίρους, φίλους και σωτήρες…
Σάιλοκ