Επίσκεψη-προσκύνημα στο νησί όπου συνάνθρωποί μας βασανίστηκαν γιατί «δεν συμμορφώθηκαν»
Του Παύλου Χρυσαφίδη
Η Μακρόνησος είναι ένα νησί ακατοίκητο, φαινομενικά ήρεμο, μακριά από την πολυκοσμία.
Καταμεσίς του Καβοντόρο, όσοι ταξιδεύουμε προς τα Κυκλαδονήσια, την προσπερνάμε αδιάφορα, χωρίς υποψία οι περισσότεροι για την ιστορία της.
Δεν είχα επισκεφθεί ποτέ αυτό το νησί ούτε τα κοντινά Γυούρα, ούτε άλλα ξερονήσια. Κάτι με έπνιγε και μόνο με την ιδέα.
Βέβαια, όλα αυτά τα ξερονήσια με όσα έχουν αποτυπωθεί στα βράχια τους, πάντα ασκούσανε μια επιρροή πάνω μου, απροσδιόριστης αιτίας αλλά πάντα με έντονα συναισθήματα.
Νησιά, που ίσα διακρίνονται στο απέραντο γαλάζιο του Αιγαίου, αλλά έμειναν ευδιάκριτα, μελανά στίγματα, στην ιστορία του τόπου μας.
Την περασμένη Κυριακή μου δόθηκε η ευκαιρία να επισκεφθώ μαζί με εκατοντάδες άλλους τη Μακρόνησο.
Όπως κάθε χρόνο, έτσι και φέτος η Πανελλήνια Ένωση Κρατουμένων Αγωνιστών Μακρονήσου (ΠΕΚΑΜ) διοργάνωσε επίσκεψη-προσκύνημα στο νησί που συνάνθρωποί μας βασανίστηκαν, υπέφεραν και πολλοί άφησαν τη πνοή τους γιατί «δεν συμμορφώθηκαν».
Η πρώτη «φουρνιά» αποβιβαστήκαμε στις 10 το πρωί και έτσι μέχρι να φτάσουν και οι υπόλοιποι είχαμε το χρόνο να «εξερευνήσουμε» λίγο την περιοχή.
Την προσοχή του επισκέπτη, εκτός από τη σκληρή όψη του εδάφους που τη μαλακώνει λίγο το ανθισμένο θυμάρι, την τραβούν δύο -αφημένα να ρημάζουν στο χρόνο- κτίρια και μερικά ερείπια.
«Εις το βουνό εκεί ψηλά…», δεσπόζει ο Άγιος Αντώνης σε ρυθμό ελληνοχριστιανικής έμπνευσης, αφημένος και αυτός στον πανδαμάτορα χρόνο.
Χτίστηκε με πόνο, κόπο και δάκρυ, υποχρεώνοντας τους κρατούμενους να μεταφέρουν την πέτρα από τον άλλο λόφο. Το χτίσιμό του ήταν η αγγαρεία τους. Ο Θεός φυσικά απών, γιατί σε όλους μας είναι γνωστό ότι όπου έχει θρονιαστεί «εκπρόσωπος», λείπει ο εκπροσωπούμενος…
Όταν όλη η Ευρώπη πανηγύριζε την απελευθέρωσή της από τους Γερμανούς, στη Μακρόνησο μετακόμιζαν οι ναζιστικές πρακτικές και η πείρα του Άουσβιτς.
Όσοι είχαν «προσβληθεί» από το μικρόβιο του κουμμουνισμού, δηλαδή η πλειοψηφία όσων συμμετείχαν στο μεγαλειώδες έπος της Εθνικής Αντίστασης αλλά και οι «ύποπτοι νεοσύλλεκτοι» της εποχής, έζησαν με άμεσο ή έμμεσο τρόπο το κολαστήριο που έστησαν οι δοσίλογοι, καθοδηγούμενοι από τους κυρίαρχους της εποχής, Άγγλους.
Πολιτικοί που σήμερα έχουν αποχαρακτηρισθεί(;) από το ηθικό έγκλημα της στήριξης στο «αναμορφωτήριο», μιλούσαν τότε για σύγχρονο Παρθενώνα, για νέα Εδέμ, για αναβίωση του αρχαίου κλέους. (Γ. Παπανδρέου, Παν. Κανελλόπουλος, Κ. Τσάτσος κ.λπ.).
Στο διαδικτυακό τόπο του Δήμου Κέας, όπου διοικητικά ανήκει το νησί, διαβάζουμε χαρακτηριστικά:
«Το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ακολουθεί η αρχή του εμφυλίου πολέμου. Η Μακρόνησος αποτελεί μία από της μελανότερες σελίδες της ιστορίας του. Το 1947 εξορίζονται εκεί όλοι οι νεοσύλλεκτοι στρατιώτες με “ύποπτα φρονήματα”, επανδρώνοντας Τα τρία ειδικά τάγματα οπλιτών (Α’ ΕΤΟ, Β’ ΕΤΟ, Γ’ ΕΤΟ). Το 1948 δημιουργείται το 4ο τάγμα στο οποίο μεταφέρονται οι πολιτικοί εξόριστοι. Σαν “κολυμπήθρα του Σιλωάμ” όπως ονόμαζαν το Μακρονήσι, ο τρόμος και τα βασανιστήρια ήταν η μέθοδος για ιδεολογική αναβάπτιση η οποία θα δηλωνόταν με την δήλωση μετάνοιας. Έλληνες βασάνιζαν Έλληνες. “Πατριώτες” βασάνιζαν πατριώτες. Σε σκηνές ενός ατόμου ζούσαν τρεις. Οι δοκιμασίες πολλές και κυρίως αυτή της δίψας. Όταν δεν μπορούσε να φτάσει το καΐκι που μετέφερε νερό, τους έδιναν αλμυρό μπακαλιάρο… Απειλές, ατομικοί και ομαδικοί βασανισμοί βρίσκονταν στο καθημερινό πρόγραμμα με σκοπό να σκύψουν το κεφάλι, να καμφθεί το ηθικό. Όσοι δεν υπέγραφαν δήλωση μετάνοιας μεταφέρονταν στην χαράδρα του Α’ ΕΤΟ κι από εκεί πέρναγαν στρατοδικείο. Όσοι υπέγραφαν, για να αποδείξουν την ανάνηψή τους, τους έβαζαν πέτρες στα χέρια και τους διέταζαν να λιθοβολήσουν τους αμετανόητους. Αυτούς που λίγο πριν μοιράζονταν τις ίδιες φοβίες».
Η εγκατάλειψη της Μακρονήσου από τις εκάστοτε κυβερνήσεις ασφαλώς δεν είναι τυχαία και το κυριότερο, δεν οφείλεται σε οικονομική δυσπραγία.
Στην πραγματικότητα -όπως και στην περίπτωση της Γυάρου- πρόκειται για μια πολιτική πρακτική που αποσκοπεί στον εκβιασμό του λαού, των πολιτικών και κοινωνικών οργανώσεων (που είναι συνδεδεμένες με την ιστορία του νησιού), ούτως ώστε να προωθηθούν εύκολα τα μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα: Θέλετε να αναδειχτεί ο ιστορικός τόπος της Μακρονήσου; θέλετε έργα και υποδομές γι’ αυτό το σκοπό; Μόνο αν πατήσουν το νησί οι επιχειρήσεις ίσως γίνει κάτι τέτοιο. Αυτό είναι το δίλημμα που τίθεται με τη μέθοδο της εγκατάλειψης.
Ο Δήμος Κέας μπροστάρης σε αυτήν τη λογική, παρά το προεδρικό διάταγμα που καθορίζει το νησί ως χώρο-μουσείο, έχει νοικιάσει βοσκοτόπια και έχει αφήσει να οργιάσουν οι καταπατητές.
Αποτέλεσμα είναι η διάλυση των μνημείων του νησιού και η μετατροπή του σε ένα κοπρώνα και σκουπιδότοπο.
Ο στόχος; Να αλλάξει το προεδρικό διάταγμα και να έλθει η «πολυπόθητη» για το δήμο ανάπτυξη με την εγκατάσταση ανεμογεννητριών.
Αποβιβάστηκαν και υπόλοιποι επισκέπτες, όλοι μας ξεκινάμε και κατευθυνόμαστε προς το μνημείο της Μακρονήσου.
Παρατηρώντας τον κόσμο διακρίνεις τη συναισθηματική φόρτιση στο πρόσωπό τους, αν είσαι προσεκτικός και κάποιο δάκρυ. Πολλοί «πέρασαν» από δω και το «γιατί» δεν τους έχει απαντηθεί ακόμη.
Η Μακρόνησος εκτός από τόπος εξορίας και «αναμόρφωσης» υπήρξε πιο παλιά και τόπος εγκατάστασης ποντίων προσφύγων, σαν λοιμοκαθαρτήριο.
Η ιστορία της μόνο πόνο, λύπη και οργή προκαλεί… Σε πολλούς διδάσκει κιόλας το πόσο λύκος μπορεί να γίνει ο άνθρωπος για τους ανθρώπους…
Αρχίζει η εκδήλωση με ομιλία και χαιρετισμούς, ακολουθεί στεφάνωση στο μνημείο.
Ιδιαίτερα συγκινητική, η παρουσία συντρόφων που βαστούν ελληνικές σημαίες.
Οι εκδηλώσεις ολοκληρώθηκαν με συναυλία στο υπαίθριο Θέατρο του νησιού από το Συγκρότημα Ρωμιοσύνη.